ΣΤΙΣ 15 ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ του 2008 μία είδηση έπεφτε σαν βόμβα στα διεθνή χρηματιστήρια. Η ιστορική αμερικανική επενδυτική τράπεζα Lehman Brothers, η «ναυαρχίδα» της Γουόλ Στριτ, κατέθετε αίτηση πτώχευσης, ανοίγοντας τον ασκό του Αιόλου.
Τα χρηματιστήρια άρχισαν να καταρρέουν, ο πανικός και το πάγωμα της διατραπεζικής αγοράς απείλησε με κατάρρευση τις τράπεζες ολόκληρου του κόσμου. Οι κυβερνήσεις έσπευσαν να ενισχύσουν με δισεκατομμύρια δολάρια και ευρώ τις τράπεζες, καθώς ο εφιάλτης ενός νέου 1929 βρισκόταν προ των πυλών.
Δύο χρόνια μετά, οι τράπεζες λειτουργούν με ελάχιστους περιορισμούς. Τα κράτη και οι πολίτες όμως κλήθηκαν να τις σώσουν και τώρα πληρώνουν το τίμημα: τεράστια χρέη για τα κράτη, προγράμματα λιτότητας και ανεργία για τους πολίτες. Πώς φθάσαμε έως εδώ; Οι άμεσες αιτίες που δημιούργησαν τη διεθνή χρηματοπιστωτική κρίση που σηματοδότησε η προ διετίας κατάρρευση της Lehman Brothers, αποδίδονται στην κατάρρευση της αμερικανικής αγοράς ακινήτων το 2007 και τα περιβόητα στεγαστικά υψηλού ρίσκου (subprimes).
Οι βαθύτερες αιτίες, ωστόσο, κρύβονται στη φύση του ίδιου του καπιταλισμού που γεννά ασταμάτητα κρίσεις, όπως ο ίδιος ο αμερικανός οικονομολόγος, ο επονομαζόμενος «δόκτωρ καταστροφή», Νουριέλ Ρουμπινί παραδέχεται σε συνέντευξή του στο περιοδικό «Σπίγκελ».
Ας πάρουμε τα πράγματα με τη σειρά. Αρχές της δεκαετίας του 2000 ο πρόεδρος της Fed Αλαν Γκρίνσπαν ξεκίνησε την πολιτική των χαμηλών επιτοκίων. Από το 2000 μέχρι το 2003 τα αμερικανικά επιτόκια μειώθηκαν από το 6,5% στο 1%. Στόχος, να αντιμετωπιστούν οι επιπτώσεις της προηγούμενης κρίσης, της χρηματιστηριακής κατάρρευσης dot.com. Η κίνηση αυτή, όμως, δημιούργησε μία φούσκα στην αμερικανική αγορά ακινήτων. Ολοι έσπευδαν να πάρουν χαμηλότοκα δάνεια για να αγοράσουν σπίτι πιστεύοντας ότι η τιμή του θα ανεβαίνει διαρκώς. Ο δανεισμός έφτασε στα ύψη, καθώς πολλοί εκμεταλλεύτηκαν τα χαμηλά επιτόκια για να δανειστούν και να επενδύσουν σε μετοχές ή εμπορεύματα.
Μεταξύ 1997 και 2006 η τιμή του μέσου αμερικανικού σπιτιού είχε αυξηθεί κατά 124%.
Η φούσκα όμως άρχισε να σπάει. Τον Σεπτέμβριο του 2008 η μέση τιμή στην αμερικανική αγορά ακινήτων είχε υποχωρήσει περισσότερο από 20% σε σχέση με τα μέσα του 2006.
Η νέα κατηγορία στεγαστικών δανείων, τα υψηλού ρίσκου (subprimes), πριμοδοτήθηκε από την κυβέρνηση Κλίντον το 1999, στο πλαίσιο της «κοινωνικής πολιτικής»: να αποκτήσουν ένα κομμάτι από την πίτα του αμερικανικού ονείρου οι απόκληροι της αφροαμερικανικής και ισπανόφωνης κοινότητας.
Σαν να μην έφθανε αυτό, τα εν λόγω δάνεια μετατράπηκαν σε τίτλους: μία νέα κατηγορία προϊόντων άνθησε. Ηταν τα credit default obligations (CDOs), χρηματιστηριακά παράγωγα που στηρίζονταν στα ενυπόθηκα στεγαστικά δάνεια.
Τι συνέβαινε; Οι τράπεζες μοίραζαν αφιδώς χρήμα. Για να βρουν κεφάλαια να συνεχίσουν την ίδια πολιτική «πακετάριζαν» τα δάνειά τους και, αφού προηγουμένως εξασφάλιζαν για τα συγκεκριμένα προϊόντα «υψηλές βαθμολογίες» από τους οίκους αξιολόγησης, τα πουλούσαν σε επενδυτές σε όλο τον κόσμο. Ετσι αντλούσαν κεφάλαια και συνέχιζαν να πουλούν δάνεια.
Η φούσκα όμως έσκασε και η κατάρρευση, που κορυφώθηκε με την Lehman Brothers, γέμισε με «τοξικά» τους ισολογισμούς των τραπεζών.
Η μόχλευση, ο δανεισμός δηλαδή με βάση τον «αέρα» των προσδοκώμενων αποδόσεων, μέσω του οποίου τράπεζες και hedge funds έβγαζαν εκατομμύρια με λογής λογής φούσκες (εμπορεύματα, χρηματιστήρια) επιδείνωσε την κατάσταση.
Πολλοί πιστεύουν ότι η βασική αιτία που οδήγησε στην κρίση ήταν η κατάργηση το 1999 του περιβόητου νόμου Glass-Steegal που είχε ιστορία από την εποχή του Νιου Ντιλ». Ο νόμος αυτός διαχώριζε επενδυτικές και εμπορικές δραστηριότητες των τραπεζών. Δεν επέτρεπε δηλαδή σε μια τράπεζα που διαχειρίζεται τα χρήματα των καταθετών της και πουλά δάνεια να μπαίνει στο παιχνίδι των αγορών. Αυτό ήταν ο ρόλος των επενδυτικών τραπεζών. Η κατάργησή του άνοιξε το δρόμο σε ομίλους όπως η Citigroup να μπουν στο επικίνδυνο παιχνίδι των subprimes και να γλιτώσουν τελικά από την κατάρρευση χάρη στα λεφτά των αμερικανών φορολογουμένων.
Η κατάργηση, άλλωστε, του νόμου αυτού ήταν το τελευταίο κεφάλαιο στη διαδικασία απελευθέρωσης της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής αγοράς, για την οποία πίεσαν οι τραπεζίτες επί δεκαετίες.
ΖΑΝ-ΚΛΟΝΤ ΤΡΙΣΕ
Επικεφαλής ΕΚΤ
ΤΟΤΕ
«Ισως αυτό που χρειαζόμαστε να είναι να επιστρέψουμε στο πρώτο Μπρέτον Γουντς, να επιστρέψουμε στην πειθαρχία. Είναι απολύτως προφανές ότι οι χρηματοοικονομικές αγορές χρειάζονται πειθαρχία: μακροοικονομική, νομισματική, αγοραστική πειθαρχία».
ΤΩΡΑ
«Δεδομένης της έκτακτης δημοσιονομικής επιδείνωσης τα τελευταία δύο χρόνια, υπάρχει άμεση ανάγκη για την εφαρμογή αξιόπιστων μεσοπρόθεσμων στρατηγικών εξυγίανσης με στόχο την ανάκτηση της δημοσιονομικής βιωσιμότητας και τη δημιουργία περιθωρίου για δημοσιονομικούς ελιγμούς...».
ΠΟΛ ΚΡΟΥΓΚΜΑΝ
Αμερικανός οικονομολόγος
«Θα καταρρεύσει το χρηματοπιστωτικό σύστημα των ΗΠΑ; Δεν το νομίζω, αλλά δεν είμαι και σίγουρος. Η παραδοσιακή τραπεζική, όπου οι καταθέτες άφηναν τα χρήματά τους στο γκισέ και έπειτα τα δάνειζαν οι τραπεζίτες με μακροπρόθεσμο ορίζοντα, έχει σε μεγάλο βαθμό εκλείψει και έχει αντικατασταθεί με ένα "σκιώδες τραπεζικό σύστημα"».
«Φαίνεται πως έχουμε αποφύγει τη δεύτερη Μεγάλη Υφεση. Αλλά με το να βλέπουμε τον σύγχρονο κόσμο μέσα από τις προλήψεις των παππούδων μας είναι ένας σίγουρος τρόπος να επιβεβαιώσουμε το χειρότερο σενάριο: μια παρατεταμένη περίοδος ασθενούς ανάπτυξης με πολύ υψηλά ποσοστά ανεργίας».
Του ΜΩΥΣΗ ΛΙΤΣΗ
ΠΡΕΖΑ TV
12-9-2010
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου