Τέλος η κοινωνική ειρήνη στην Ισπανία. Η γενική απεργία της 29ης Σεπτεμβρίου εναντίον της προτεινόμενης αναμόρφωσης της αγοράς εργασίας από την κυβέρνηση του Χοσέ Λουίς Ροντρίγκεθ Θαπατέρο σημαίνει την έναρξη μιας κοινωνικής περιόδου πιθανότατα ταραγμένης.
Η γενική απεργία στις 29/9 με τη μαζική συμμετοχή εργαζομένων σηματοδότησε την έναρξη μιας νέας ταραγμένης κοινωνικά περιόδου. Αλλωστε δεν έλειψαν και τα επεισόδια... Η γενική απεργία στις 29/9 με τη μαζική συμμετοχή εργαζομένων σηματοδότησε την έναρξη μιας νέας ταραγμένης κοινωνικά περιόδου. Αλλωστε δεν έλειψαν και τα επεισόδια... Επιπροσθέτως, η κυβέρνηση έχει υποσχεθεί να παρουσιάσει ενώπιον της (Κάτω) Βουλής, πριν από το τέλος του έτους, ένα καινούριο νομοσχέδιο που θα μεταθέτει τη νόμιμη ηλικία συνταξιοδότησης από το 65ο στο 67ο έτος. Θα επιθυμούσε επίσης να επεκτείνει την περίοδο υπολογισμού της σύνταξης στα 20 τελευταία χρόνια ενεργού εργασιακού βίου (αντί των τελευταίων 15 που ισχύει σήμερα). Κάτι που αυτομάτως θα μειώσει το τελικό ποσό της σύνταξης.
Οι πολιτικές οπισθοδρόμησης προστίθενται στο δρακόντειο σχέδιο δημοσιονομικής αυστηρότητας που υιοθετήθηκε τον προηγούμενο Μάιο και το οποίο μεταφράστηκε σε μείωση των μισθών των δημοσίων υπαλλήλων, πάγωμα των συντάξεων, κατάργηση διαφόρων κοινωνικών προνομίων και σφοδρή περικοπή των δημοσίων έργων. Προερχόμενα από μια κυβέρνηση της αριστεράς, όλα αυτά προκάλεσαν αρχικά την κατάπληξη και κατόπιν το μένος των συνδικαλιστικών οργανώσεων και των μισθωτών.
Την προηγουμένη των διαδηλώσεων της 29ης Σεπτεμβρίου ο Θαπατέρο ειδοποίησε εκ των προτέρων πως οι αποφάσεις του ήταν αμετάκλητες: «Την επαύριο της γενικής απεργίας θα κρατήσουμε την ίδια στάση», διαβεβαίωσε από το Τόκιο(1). Δήλωση που ωθεί τα συνδικάτα να σχεδιάζουν από εδώ και εμπρός ακόμη περισσότερες ημέρες διαμαρτυρίας.
Η ακαμψία αυτή είναι πανομοιότυπη με την αδιαλλαξία που επιδεικνύουν και άλλοι ευρωπαίοι εκπρόσωποι της εκτελεστικής εξουσίας. Στη Γαλλία, παραδείγματος χάριν, παρά τις πολλές μαζικές κινητοποιήσεις εναντίον της αναμόρφωσης στις συντάξεις, ο πρόεδρος Νικολά Σαρκοζί επανέλαβε πως δεν θα τροποποιήσει το σχέδιό του. Στην Ελλάδα έξι γενικές απεργίες σε διάστημα έξι μηνών εναντίον ενός βάναυσου σχεδίου λιτότητας δεν μετακίνησαν τις θέσεις του πρωθυπουργού Γιώργου Παπανδρέου.
Εκκινώντας από την αρχή πως στη δημοκρατία οι πολιτικές αποφάσεις λαμβάνονται στο Κοινοβούλιο και όχι στο δρόμο, οι κυβερνώντες αρνούνται να λάβουν υπόψη την απόγνωση μεγάλων κοινωνικών κατηγοριών, αναγκασμένων να καταφεύγουν σε απεργίες και διαδηλώσεις -εκφράσεις της κοινωνικής δημοκρατίας- προκειμένου να εκφράσουν τη δυσφορία τους για τα συγκεκριμένα ζητήματα(2). Ενεργώντας με τέτοιον τρόπο, οι κυβερνώντες αυτοί σφάλλουν. Θεωρούν την εκλογική νομιμοποίηση ανώτερη από τις άλλες μορφές νομιμοποίησης και αντιπροσώπευσης. Και ιδιαιτέρως από τη νομιμοποίηση που προκύπτει από την κοινωνική δημοκρατία(3). Διακινδυνεύουν έτσι να ωθήσουν τις εξοργισμένες μάζες να αρνηθούν τον κοινωνικό διάλογο και να αναζητήσουν, σε επόμενη φάση, μια αποφασιστική αντιπαράθεση.
Ιδίως καθώς, από τον προηγούμενο Μάιο, η οργή ενός μέρους της ισπανικής κοινωνίας δεν έχει σταματήσει να εντείνεται(4). Οι σχεδόν πέντε εκατομμύρια άνεργοι, οι προσωρινώς εργαζόμενοι, οι εκτός εργασίας νέοι, οι μισθωτές γυναίκες, οι χαμηλόμισθοι δημόσιοι υπάλληλοι και οι οικογένειές τους είναι πλέον πεπεισμένοι πως η εκτελεστική εξουσία τούς θυσίασε.
Διαπιστώνουν πως, την ίδια στιγμή, μέσω του Ταμείου Τραπεζικής Διάσωσης, η σοσιαλιστική κυβέρνηση μεταβίβασε στα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα (υπεύθυνα για τη φούσκα των ακινήτων) έως και 90 δισεκατομμύρια ευρώ... Επιπλέον, δεν προβλέπει κάποια σημαντική αύξηση της φορολόγησης των υψηλών εισοδημάτων, ούτε την επαναφορά του φόρου κληρονομιάς, ούτε την αποκατάσταση της φορολόγησης των μεγάλων περιουσιών, ούτε τη μείωση του αμυντικού προϋπολογισμού (8 δισεκατομμύρια ευρώ ετησίως) και της χρηματοδότησης της Καθολικής Εκκλησίας (6 δισεκατομμύρια ευρώ), ούτε καν του επιδόματος του βασιλικού οίκου από τον προϋπολογισμό (9 δισεκατομμύρια ευρώ)...
Εκείνο που θλίβει τους πολίτες είναι η βεβαιότητα πως ο Θαπατέρο υιοθέτησε αυτά τα μέτρα όχι εκ πεποιθήσεως αλλά κατόπιν εντολής της Ευρωπαϊκής Ενωσης και του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου. Και εξαιτίας της πίεσης των χρηματοπιστωτικών αγορών, οι οποίες απειλούν να μην επενδύουν πλέον στην Ισπανία αν δεν πέσουν οι μισθοί και δεν μειωθεί το γενικό επίπεδο ζωής. Ο πρόεδρος Θαπατέρο το παραδέχθηκε εντελώς ξεκάθαρα: «Υλοποιούμε τις μεταρρυθμίσεις που αξιώνουν όλο και πιο έντονα οι διεθνείς επενδυτές»(5). Και, μπροστά στους διοικητές των μεγαλύτερων εμπορικών τραπεζών και συνταξιοδοτικών ταμείων των ΗΠΑ επανέλαβε πως υιοθέτησε τις μεταρρυθμίσεις «ώστε οι επενδυτές και οι αγορές να λάβουν σοβαρά υπόψη τους την αταλάντευτη απόφασή μου να καταστήσω πιο ανταγωνιστική την ισπανική οικονομία»(6).
Η αναμόρφωση της αγοράς εργασίας λίγη σχέση έχει με τη μείωση των δημοσίων ελλειμμάτων και του κρατικού χρέους, που είναι οι κυριότερες απαιτήσεις των χρηματοπιστωτικών αγορών. Καθώς, όμως, η ισπανική κυβέρνηση δεν μπορεί πλέον να υποτιμήσει το νόμισμα, αποφάσισε να ευνοήσει το κατρακύλισμα των μισθών προκειμένου να βελτιώσει δραστικά -εις βάρος των μισθωτών- την ανταγωνιστικότητα.
Δεν είναι σίγουρο πως μια τέτοια πολιτική αποδίδει. Ο Θαπατέρο υποσχέθηκε ότι, χάρη στις μεταρρυθμίσεις του, η ανεργία θα πέσει και ο αριθμός των συμβάσεων εργασίας αορίστου χρόνου θα αυξηθεί. Ομως, οι στατιστικές δείχνουν πως τον προηγούμενο Αύγουστο, με τις μεταρρυθμίσεις να είναι ήδη σε εφαρμογή, το 93,4% των προσλήψεων έγινε με προσωρινά συμβόλαια ορισμένου χρόνου...(5) Η επισφάλεια συνεχίζει να κυριαρχεί συντριπτικά στην ισπανική αγορά εργασίας. Η μόνη διαφορά είναι πως τώρα οι απολύσεις κοστίζουν πιο φθηνά...
Μετά την κρίση της δεκαετίας του 1990 οι ισπανικοί δείκτες ανεργίας χρειάστηκαν 13 χρόνια για να υποχωρήσουν στο μέσο ευρωπαϊκό επίπεδο. Ηταν μια εποχή όπου η οικονομική ανάπτυξη ήταν πολύ έντονη και όπου, επιπροσθέτως, η Ευρωπαϊκή Ενωση διοχέτευε μαζικώς διαρθρωτικά κεφάλαια. Σήμερα, με τη συγκεκριμένη αναμόρφωση της αγοράς εργασίας και με προβλέψεις για πολύ ισχνή μακροπρόθεσμη ανάπτυξη, μπορούμε βάσιμα να φοβούμαστε πως η Ισπανία θα χρειαστεί πάρα πολύν καιρό για να μειώσει τον δείκτη-ρεκόρ της ανεργίας της (20% του ενεργού πληθυσμού, μακράν ο υψηλότερος στην Ευρώπη). Στην καλύτερη των περιπτώσεων, σύμφωνα με την αμερικανίδα οικονομολόγο Κάρμεν Ράινχαρτ, «η απασχόληση στην Ισπανία δεν θα ανακτήσει τα επίπεδά της του 2007 πριν από το... 2017»(7).
Εως τότε, έχοντας εισπράξει την απόρριψη των ίδιων της των ψηφοφόρων, η κυβέρνηση Θαπατέρο θα έχει πιθανότατα απωλέσει την εξουσία και θα έχει παραδώσει το πηδάλιο της Ισπανίας στη συντηρητική και λαϊκιστική αντιπολίτευση. Είναι αυτό που εν γένει συμβαίνει -το είδαμε στη Γερμανία, στο Ηνωμένο Βασίλειο και πιο πρόσφατα στη Σουηδία- όταν τα κόμματα της αριστεράς απαρνιούνται τις δικές τους αξίες και κυνικά εφαρμόζουν δεξιές πολιτικές.
(1) ΣτΕ: Επίσημη επίσκεψη στην Ιαπωνία (1/9/10).
(2) Η δημοκρατική ψήφος, ακριβώς επειδή είναι γενική και καθολική, δεν αντικατοπτρίζει πάντοτε τα αισθήματα κάποιων επιμέρους κοινωνικών κατηγοριών.
(3) Διαβάστε: Pierre Rosenvallon, «Le pouvoir contre l'interet general» («Η εξουσία εναντίον του γενικού συμφέροντος»), «Le Monde», Παρίσι, 21 Σεπτεμβρίου 2010.
(4) Σύμφωνα με μια πρόσφατη δημοσκόπηση του Centro de Investigaciones Sociologicas (CIS, Κέντρο Κοινωνιολογικών Ερευνών), 74,4% των Ισπανών θεωρεί πως η οικονομική κατάσταση της χώρας τους είναι κακή ή πολύ κακή.
(5) «El Paίs», Μαδρίτη, 1η Σεπτεμβρίου 2010.
(6) Ο.π., 22 Σεπτεμβρίου 2010.
(7) Ο.π., 12 Σεπτεμβρίου 2010.
Του IGNACIO RAMONET
ΠΡΕΖΑ TV
17-10-2010
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου