Δεν αποτελεί έκπληξη. Εδώ και περισσότερο από δύο αιώνες, η πολιτική διαμαρτυρία είναι μέρος του γενετικού κώδικα της γαλλικής κοινωνίας. Στη Γαλλία η διαδήλωση στον δρόμο και η απεργία είναι όχι μόνο συνταγματικά δικαιώματα αλλά και φυσικότατοι τρόποι πλήρους άσκησης της ιδιότητας του πολίτη. Κάθε νέα γενιά θεωρεί πως η συμμετοχή στα περιοδικά ξεσπάσματα κοινωνικής οργής συνιστά μια απαραίτητη διαβατήριο τελετουργία που οδηγεί στη δημοκρατική ωριμότητα.
Ο πρόεδρος Νικολά Σαρκοζί υπήρξε αυτή τη φορά ο πυροκροτητής της κοινωνικής έκρηξης. Δυσφημισμένος, πνιγμένος στη λάσπη δυσωδών σκανδάλων, παρακινημένος από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ) και τους οίκους αξιολόγησης, παρέμεινε απαθής απέναντι στη λαϊκή κατακραυγή και θέλησε να αφανίσει ένα από τα σπουδαιότερα κοσμήματα του κράτους προνοίας, το δικαίωμα συνταξιοδότησης στα 60 χρόνια.
Κατακτημένη μετά από δεκαετίες αγώνα, η κοινωνική αυτή πρόοδος αντιπροσωπεύει στο συλλογικό φαντασιακό ένα ιερό, ανέγγιχτο, τοτέμ. Ο Σαρκοζί είχε εξάλλου δεσμευθεί να τη σεβαστεί και είχε παραδεχθεί δημοσίως πως δεν είχε την εντολή να την τροποποιήσει(1). Ομως, επιθυμώντας να επωφεληθεί από το σοκ που προκλήθηκε από την οικονομική κρίση, θέλησε να επιβάλει μια αναμόρφωση η οποία αυξάνει το όριο συνταξιοδότησης και ανεβάζει από τα 65 στα 67 χρόνια την ηλικία πλήρους συνταξιοδότησης.
Ορισμένοι υποψιάζονται πως, στην πραγματικότητα, ο Νικολά Σαρκοζί επιθυμεί να θέσει τέλος στο διανεμητικό συνταξιοδοτικό σύστημα, θεμελιωμένο στην αλληλεγγύη μεταξύ των γενεών. Η αναμόρφωση θα οδηγήσει το καθεστώς σε οικονομική ασφυξία και θα ευνοήσει τα κεφαλαιοποιητικά συστήματα, τα οποία εκπροσωπούν μια κολοσσιαία αγορά, η αξία της οποίας εκτιμάται σε περίπου 100 δισεκατομμύρια ευρώ. Η ασφαλιστική εταιρεία που σε αυτή την περίπτωση θα αποκόμιζε τα περισσότερα κέρδη θα ήταν ο όμιλος Μαλακόφ Μεντερίκ, του οποίου αφεντικό δεν είναι άλλος από τον... Γκιγιόμ Σαρκοζί, πρεσβύτερο αδελφό του προέδρου(2).
Η αντίδραση του συνόλου των συνδικαλιστικών οργανώσεων ήταν ομόψυχη. Από μόνη της είναι είδηση. Χωρίς να αρνούνται συνολικά τη μεταρρύθμιση, τα συνδικάτα απαίτησαν εξαρχής ουσιαστικές τροποποιήσεις στο νομοσχέδιο, αντιτείνοντας πως το κόστος της αναμόρφωσης θα βαρύνει κατά κύριο λόγο τους μισθωτούς, ήδη έντονα «γδαρμένους» από την κρίση.
Στα μάτια πολλών μισθωτών, η αποδοχή της αναμόρφωσης του συνταξιοδοτικού θα ήταν η έσχατη αναδίπλωση. Και δεν ήταν διόλου διατεθειμένοι να συναινέσουν σε κάτι τέτοιο. Ηταν «η στάλα του νερού που κάνει τη φωτιά στάχτη»... Αμέσως, δίκτυα συλλογικής δράσης άρχισαν να διασπείρονται σε ολόκληρη τη χώρα. Εκατομμύρια εξοργισμένοι πολίτες διαδήλωσαν στους δρόμους. Μια καινούρια μορφή «παρατεταμένης λαϊκής απεργίας» μπλόκαρε τη λειτουργία ζωτικών τομέων της οικονομίας. Ολόκληρες πόλεις -ιδιαίτερα η Μασσαλία- άξαφνα σχεδόν παρέλυσαν... Καθώς οι κινητοποιήσεις διαδέχονταν η μία την άλλη, νέες κοινωνικές κατηγορίες έρχονταν να διογκώσουν μια πολύ μεγάλης έκτασης διαμαρτυρία που υιοθετούσε πρωτοφανείς τρόπους έκφρασης.
Ο πιο καινοτόμος ανάμεσά τους ήταν αναμφίβολα ο αποκλεισμός των διυλιστηρίων και των αποθηκών καυσίμων. Καταδείκνυε ξεκάθαρα τον μεγάλο βαθμό εξάρτησης από τον αυτοκινητόδρομο και τα καύσιμα του μοντέλου παραγωγής «just-in-time» και της εργασίας σε «τεταμένη ροή», δύο τεχνικών διανομής και εφοδιασμού τις οποίες γενίκευσε ο νεοφιλελευθερισμός εδώ και είκοσι χρόνια.
Το πιο αξιοσημείωτο χαρακτηριστικό ήταν η μαζική συμμετοχή των μαθητών λυκείου. Κάποιοι κοινωνιολόγοι είχαν χαρακτηρίσει τη «γενιά του Facebook» αυτιστική και εγωκεντρική. Ομως η αξιοθαύμαστη ενέργειά της στις διαδηλώσεις έφερε στο φως τη βαθιά αγωνία της μπροστά στην κατάρρευση που φέρνει το μέλλον. Οι νέοι γνωρίζουν πως, πρώτη φορά μετά το 1945, αν δεν αλλάξει κάτι, οι συνθήκες της ζωής τους θα είναι υποδεέστερες από εκείνες των γονιών και των παππούδων τους, επειδή το νεοφιλελεύθερο μοντέλο κατέστρεψε τους μηχανισμούς κινητικότητας μεταξύ των κοινωνικών στρωμάτων.
Η σημερινή οργή είναι η έκφραση μιας έντονης, κρυμμένης οδύνης και συσσώρευσης καταπιεσμένης θλίψης: διαδοχικές κρίσεις, σκληρότητα της καθημερινής ζωής, φόβοι για το αύριο, ανεργία, εργασιακή ανασφάλεια, φτώχεια (υπάρχουν 8 εκατομμύρια φτωχοί)... Δεν είναι πλέον ζήτημα συνταξιοδότησης αλλά μάχη για ένα άλλο κοινωνικό μοντέλο. Δεν πρέπει λοιπόν να μας εκπλήσσει το γεγονός ότι η υποστήριξη των Γάλλων σε αυτό το κίνημα κοινωνικής οργής, σύμφωνα με τις έρευνες, βρίσκεται σταθερά ανάμεσα στο 60% και το 70%...
Κανείς δεν καταλαβαίνει γιατί η κατεστραμμένη Γαλλία του 1945 μπόρεσε να οικοδομήσει ένα κράτος πρόνοιας, ενώ η σημερινή Γαλλία, πέμπτη οικονομική δύναμη παγκοσμίως, δεν είναι πλέον σε θέση να το χρηματοδοτήσει. Κι όμως, η χώρα δεν διέθετε ποτέ πριν τόσα πλούτη. Ενα παράδειγμα: οι πέντε σπουδαιότερες γαλλικές τράπεζες πραγματοποίησαν το 2009, παρά την κρίση, κέρδη άνω των 11 δισεκατομμυρίων ευρώ... Και οι σαράντα σπουδαιότερες εισηγμένες στο χρηματιστήριο επιχειρήσεις (που απαρτίζουν τον δείκτη CAC 40) αποκόμισαν, αυτή την ίδια χρονιά, κέρδη άνω των 47 δισεκατομμυρίων ευρώ... Γιατί να μη φορολογηθούν, προς όφελος του συνταξιοδοτικού συστήματος, τέτοια μυθώδη κεφάλαια;
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή υπολόγισε πως η δημιουργία ενός μικρού φόρου στις χρηματοπιστωτικές συναλλαγές θα απέδιδε στο σύνολο των κρατών της Ενωσης, κάθε χρόνο, από 145 έως 372 δισεκατομμύρια ευρώ... Οσα απαιτούνται για την αυξημένη χρηματοδότηση των συνταξιοδοτικών συστημάτων και με το παραπάνω. Ομως το νεοφιλελεύθερο δόγμα απαιτεί το κεφάλαιο να απαλλάσσεται. Και οι μισθοί να στηρίζουν το ουσιώδες κομμάτι της δημοσιονομικής προσπάθειας. Εξ ου και η κοινωνική οργή των ημερών.
Η γενική αίσθηση είναι πως κανένα από τα δύο μέρη δεν μπορεί να συμβιβαστεί. Οι συνδικαλιστικές οργανώσεις, ωθούμενες από το ρεύμα ριζοσπαστικοποίησης που εμψυχώνει τη βάση τους, παραμένουν ενωμένες μετά από αρκετούς μήνες στην επίθεση.
Από τη μεριά του, ο Νικολά Σαρκοζί εκτιμά πως η εγκατάλειψη της μεταρρύθμισής του θα τον καταδίκαζε σε εκλογική ήττα το 2012. Υπολογίζει στην υποστήριξη της Ευρωπαϊκής Ενωσης(3), του ΔΝΤ, της Ευρωπαϊκής Τράπεζας και της ευρωπαϊκής εργοδοσίας, με την τελευταία να φοβάται πάνω απ' όλα μήπως η «γαλλική σπίθα» καταλήξει να πυρπολήσει τους κοινωνικούς λειμώνες ολόκληρης της ηπείρου.
(1) «Το δικαίωμα συνταξιοδότησης στα 60 χρόνια πρέπει να παραμείνει» διαβεβαίωνε, στην εφημερίδα «Le Monde», στις 23 Ιανουαρίου του 2007. Στην ερώτηση «θα αυξήσετε το όριο ηλικίας για τη συνταξιοδότηση;» επαναλάμβανε στο ραδιοφωνικό RTL, στις 2 Μαΐου 2008: «Δεν θα το κάνω. Για έναν συγκεκριμένο αριθμό λόγων -και ο πρώτος είναι πως δεν μίλησα για κάτι τέτοιο κατά τη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας (...) Δεν δεσμεύθηκα για κάτι τέτοιο ενώπιον των Γάλλων και άρα δεν έχω την εντολή για να το κάνω (...) Συνεπώς δεν θα το κάνω».
(2) Διαβάστε: Laurent Mauduit, «Retraite: la joint-venture des freres Sarkozy contre les regimes par repartition» («Συντάξεις: η κοινοπραξία των αδελφών Σαρκοζί εναντίον του διανεμητικού καθεστώτος»), Mediapart (www.mediapart.fr), 14 Οκτωβρίου 2010.
(3) Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, που συνήλθε στη Βαρκελώνη τον Μάρτιο του 2002, συνιστούσε: «Από σήμερα μέχρι το 2010 πρέπει να αυξηθεί σταδιακά κατά περίπου πέντε χρόνια η μέση ηλικία τερματισμού της ενεργού δραστηριότητας των ατόμων στους κόλπους της Ευρωπαϊκής Ενωσης».
ΠΡΕΖΑ TV
21-11-2010
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου