«Γολγοθάς διαρκείας» αποδεικνύεται η επάνοδος του ελληνικού Δημοσίου στις αγορές, χωρίς μάλιστα να είναι ορατή η προοπτική... αναστάσεως. Ενα χρόνο μετά την υπογραφή του μνημονίου η χώρα όχι μόνο δεν έχει μπει σε τροχιά επανόδου στις αγορές, αλλά αντιθέτως απομακρύνεται σταθερά απ' αυτές.
Οι αποδόσεις των ομολόγων την προηγούμενη εβδομάδα, εν μέσω ενός οργίου φημών, έσπασαν κάθε αρνητικό ρεκόρ, αγγίζοντας «τοκογλυφικά όρια». Για παράδειγμα, η απόδοση του διετούς ομολόγου άγγιξε το 21% , ξεπερνώντας το κόστος δανεισμού με... πιστωτική κάρτα. Ταυτοχρόνως ο κίνδυνος χρεοκοπίας, όπως αποτυπώνεται στα περίφημα ασφάλιστρα κινδύνου (CDS), έχει «χτυπήσει κόκκινο» αγγίζοντας τριτοκοσμικά επίπεδα (13,4%). Η εικόνα της απαξιώσης συμπληρώνεται από τις έντονες πιέσεις, που δέχθηκαν στο χρηματιστηριακό ταμπλό κυρίως οι τραπεζικές μετοχές.
Οι προσπάθειες που καταβάλλει ο υπουργός Οικονομικών Γ. Παπακωνσταντίνου, για να πείσει ότι η χώρα δεν θα προχωρήσει στην αναδιάρθρωση του δημόσιου χρέους, φαίνεται ότι πέφτουν στο κενό. Η αδυναμία αυτή του υπουργού Οικονομικών να πείσει τις αγορές και τους θεσμικούς επενδυτές, δημιουργεί ένα «πολιτικό πρόβλημα» στην κυβέρνηση. Ο κ. Παπακωνσταντίνου με τα αλλεπάλληλα ταξίδια στο εξωτερικό έχει αναλάβει αποκλειστικά την ευθύνη των χειρισμών που αφορούν το δημόσιο χρέος, οι οποίοι όμως αποδεικνύονταιι ατελέσφοροι.
Βέβαια ο υπουργός Οικονομικών διαθέτει ένα σοβαρό ελαφρυντικό καθώς δεν είναι ο μόνος που δεν μπορεί να περάσει το μήνυμα του στις αγορές. Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα παρ' όλο το αυξημένο κύρος που διαθέτει στους κύκλους αυτούς, δεν έχει κατορθώσει να τους πείσει για την διατηρησιμότητα του δημόσιου χρέους.
Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, εκτός από το θεσμικό της ρόλο, διαθέτει αυξημένο λόγο στην υπόθεση του ελληνικού δημοσίου χρέους, αφού είναι πλέον ο μεγαλύτερος κάτοχος κρατικών ομολόγων. Υπολογίζεται ότι στο χαρτοφυλάκιο της ΕΚΤ βρίσκεται σήμερα περίπου το 30% του δημόσιου Χρέους (περίπου 100 δισ. ευρώ), υπολογίζεται ότι από τη δευτερογενή αγορά έχει αγοράσει ομόλογα αξίας περίπου 55 δισ. ευρώ, στα οποία πρέπει να προστεθούν και αυτά που της έχουν παραχωρήσει ως ενέχυρο οι ελληνικές τράπεζες για τη ρευστότητα που τους έχει χορηγήσει. Επομένως, η τράπεζα της Φραγκφούρτης διαθέτει πλεόν καθοριστικό ρόλο για όποια λύση αφορά την αναδιάρθρωση του χρέους.
Ακόμη και για την ήπια εκδοχή της, η οποία συνίσταται στην αλλαγή των όρων (reprofiling) των υφιστάμενων ομολόγων (επιμήκυνση και αλλαγή του επιτοκίου) η ΕΚΤ, διαθέτοντας πλέον το μεγαλύτερο χαρτοφυλάκιο ομολόγων, πρέπει να είναι ο πρώτος «θεσμικός επενδυτής» στον οποίον πρέπει να απευθυνθεί το ελληνικό Δημόσιο. Και τούτο, γιατί οποιαδήποτε συναινετική λύση επαναπροσδιορισμού των όρων του δημοσίου χρέους απαιτεί την αποδοχή τους από το 70% των επενδυτών. Φαίνεται όμως ότι στην Ε.Ε., εκτός από το στρατόπεδο εκείνων που υποστηρίζουν τη «μη αναδιάρθωση του ελληνικού δημόσιου χρέους» υπάρχει ένα αντίπαλο και εξίσου ισχυρό, γεγονός που ερμηνεύει εν μέρει την εμμονή των επενδυτών να στοιχηματίζουν ακόμη και σήμερα μέσω των CDS στη «χρεοκοπία» της Ελλάδας.
Το στρατόπεδο αυτό βρίσκεται (κατά τραγική ειρωνεία) εντός γερμανικού εδάφους. Αξιωματούχοι της γερμανικής κυβέρνησης σε όλο το εύρος της ιεραρχίας (από τον Σόιμπλε μέχρι συμβούλους της Αγκ. Μέρκελ), αλλά και μεγάλη μερίδα του τύπου δείχνουν με τη στάση τους και τα δημοσιεύματά τους να προετοιμάζουν το έδαφος για μια τελική λύση». Σε αγαστή συμφωνία κινούνται και οι μεγάλες γερμανικές τράπεζες, προεξάρχουσας της Deutsche Bank, η οποία υποστήριξε ότι η λύση της ήπιας αναδιάρθρωσης (δηλαδή της επιμήκυνσης) του ελληνικού δημόσιου χρέους δεν είναι αποτελεσματική, προβάλλοντας ως ενδεικνυόμενη επιλογή «το κούρεμα των ομολόγων», τουλάχιστον σε ποσοστό 50%. Οι εκτιμήσεις αυτές δημιουργούν πρόσφορο έδαφος για όσους θέλουν να σπεκουλάρουν υπέρ της χρεοκοπίας της Ελλάδος.
ΧΡ. ΖΙΩΤΗΣ
ΠΡΕΖΑ TV
23-4-2011
Οι αποδόσεις των ομολόγων την προηγούμενη εβδομάδα, εν μέσω ενός οργίου φημών, έσπασαν κάθε αρνητικό ρεκόρ, αγγίζοντας «τοκογλυφικά όρια». Για παράδειγμα, η απόδοση του διετούς ομολόγου άγγιξε το 21% , ξεπερνώντας το κόστος δανεισμού με... πιστωτική κάρτα. Ταυτοχρόνως ο κίνδυνος χρεοκοπίας, όπως αποτυπώνεται στα περίφημα ασφάλιστρα κινδύνου (CDS), έχει «χτυπήσει κόκκινο» αγγίζοντας τριτοκοσμικά επίπεδα (13,4%). Η εικόνα της απαξιώσης συμπληρώνεται από τις έντονες πιέσεις, που δέχθηκαν στο χρηματιστηριακό ταμπλό κυρίως οι τραπεζικές μετοχές.
Οι προσπάθειες που καταβάλλει ο υπουργός Οικονομικών Γ. Παπακωνσταντίνου, για να πείσει ότι η χώρα δεν θα προχωρήσει στην αναδιάρθρωση του δημόσιου χρέους, φαίνεται ότι πέφτουν στο κενό. Η αδυναμία αυτή του υπουργού Οικονομικών να πείσει τις αγορές και τους θεσμικούς επενδυτές, δημιουργεί ένα «πολιτικό πρόβλημα» στην κυβέρνηση. Ο κ. Παπακωνσταντίνου με τα αλλεπάλληλα ταξίδια στο εξωτερικό έχει αναλάβει αποκλειστικά την ευθύνη των χειρισμών που αφορούν το δημόσιο χρέος, οι οποίοι όμως αποδεικνύονταιι ατελέσφοροι.
Βέβαια ο υπουργός Οικονομικών διαθέτει ένα σοβαρό ελαφρυντικό καθώς δεν είναι ο μόνος που δεν μπορεί να περάσει το μήνυμα του στις αγορές. Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα παρ' όλο το αυξημένο κύρος που διαθέτει στους κύκλους αυτούς, δεν έχει κατορθώσει να τους πείσει για την διατηρησιμότητα του δημόσιου χρέους.
Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, εκτός από το θεσμικό της ρόλο, διαθέτει αυξημένο λόγο στην υπόθεση του ελληνικού δημοσίου χρέους, αφού είναι πλέον ο μεγαλύτερος κάτοχος κρατικών ομολόγων. Υπολογίζεται ότι στο χαρτοφυλάκιο της ΕΚΤ βρίσκεται σήμερα περίπου το 30% του δημόσιου Χρέους (περίπου 100 δισ. ευρώ), υπολογίζεται ότι από τη δευτερογενή αγορά έχει αγοράσει ομόλογα αξίας περίπου 55 δισ. ευρώ, στα οποία πρέπει να προστεθούν και αυτά που της έχουν παραχωρήσει ως ενέχυρο οι ελληνικές τράπεζες για τη ρευστότητα που τους έχει χορηγήσει. Επομένως, η τράπεζα της Φραγκφούρτης διαθέτει πλεόν καθοριστικό ρόλο για όποια λύση αφορά την αναδιάρθρωση του χρέους.
Ακόμη και για την ήπια εκδοχή της, η οποία συνίσταται στην αλλαγή των όρων (reprofiling) των υφιστάμενων ομολόγων (επιμήκυνση και αλλαγή του επιτοκίου) η ΕΚΤ, διαθέτοντας πλέον το μεγαλύτερο χαρτοφυλάκιο ομολόγων, πρέπει να είναι ο πρώτος «θεσμικός επενδυτής» στον οποίον πρέπει να απευθυνθεί το ελληνικό Δημόσιο. Και τούτο, γιατί οποιαδήποτε συναινετική λύση επαναπροσδιορισμού των όρων του δημοσίου χρέους απαιτεί την αποδοχή τους από το 70% των επενδυτών. Φαίνεται όμως ότι στην Ε.Ε., εκτός από το στρατόπεδο εκείνων που υποστηρίζουν τη «μη αναδιάρθωση του ελληνικού δημόσιου χρέους» υπάρχει ένα αντίπαλο και εξίσου ισχυρό, γεγονός που ερμηνεύει εν μέρει την εμμονή των επενδυτών να στοιχηματίζουν ακόμη και σήμερα μέσω των CDS στη «χρεοκοπία» της Ελλάδας.
Το στρατόπεδο αυτό βρίσκεται (κατά τραγική ειρωνεία) εντός γερμανικού εδάφους. Αξιωματούχοι της γερμανικής κυβέρνησης σε όλο το εύρος της ιεραρχίας (από τον Σόιμπλε μέχρι συμβούλους της Αγκ. Μέρκελ), αλλά και μεγάλη μερίδα του τύπου δείχνουν με τη στάση τους και τα δημοσιεύματά τους να προετοιμάζουν το έδαφος για μια τελική λύση». Σε αγαστή συμφωνία κινούνται και οι μεγάλες γερμανικές τράπεζες, προεξάρχουσας της Deutsche Bank, η οποία υποστήριξε ότι η λύση της ήπιας αναδιάρθρωσης (δηλαδή της επιμήκυνσης) του ελληνικού δημόσιου χρέους δεν είναι αποτελεσματική, προβάλλοντας ως ενδεικνυόμενη επιλογή «το κούρεμα των ομολόγων», τουλάχιστον σε ποσοστό 50%. Οι εκτιμήσεις αυτές δημιουργούν πρόσφορο έδαφος για όσους θέλουν να σπεκουλάρουν υπέρ της χρεοκοπίας της Ελλάδος.
ΧΡ. ΖΙΩΤΗΣ
ΠΡΕΖΑ TV
23-4-2011
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου