Δευτέρα, Ιουλίου 11, 2011

ΤΑ ΤΟΞΙΚΑ ΟΜΟΛΟΓΑ ΓΕΜΙΖΑΝ ΤΑ ΤΑΜΕΙΑ!—ΓΙΑ ΑΚΟΜΗ ΜΙΑ ΦΟΡΑ ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΕΙ ΚΑΝΕΝΑΣ ΥΠΕΥΘΥΝΟΣ…

Καθ' όλη τη διάρκεια των περίπου 100 χρόνων «καριέρας», οι οίκοι αξιολόγησης δεν έφεραν απολύτως καμία ευθύνη για τις αξιολογήσεις τους και τις επιπτώσεις τους, καθώς τα δικαστήρια με αποφάσεις τους θεωρούσαν τις αξιολογήσεις ως «γνώμες» ή «απόψεις» που προστατεύονται πλήρως από την Πρώτη Τροπολογία του αμερικανικού Συντάγματος. Από το 1910 και για τα πρώτα 65 χρόνια λειτουργίας τους δεν υπήρχε απολύτως κανένας κανονισμός, ενώ το 1975 η αμερικανική Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς άρχισε να δίνει εγκρίσεις για να αναγνωρίζεται μια εταιρεία σε εθνικό επίπεδο ως οργανισμός στατιστικής αξιολόγησης. Τότε έλαβαν άδεια οι τρεις οίκοι με πρώτο και μεγαλύτερο τη Moody's και τη S&P να ακολουθεί σε απόσταση αναπνοής - σήμερα έχουν μερίδιο από περίπου 40% της αγοράς αξιολογήσεων -, ενώ ως αουτσάιντερ ξεπρόβαλε και η Fitch.

Ομως, εκτός από τη συγκεκριμένη έγκριση, και πάλι δεν θεσπίστηκαν άλλοι κανονισμοί. Περισσότερα από τριάντα χρόνια μετά, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς απέκτησε δικαιώματα περιορισμένης εποπτείας στους εθνικούς οργανισμούς στατιστικής αξιολόγησης: το 2007 με την εφαρμογή του νόμου Credit Ratings Agency Reform Act οι οίκοι υποχρεώθηκαν να αποκαλύψουν τις μεθοδολογίες τους - ωστόσο, ακόμα και τότε η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς απαγορευόταν να ρυθμίσει «την ουσία των αξιολογήσεων πιστοληπτικής ικανότητας ή τις διαδικασίες και τις μεθοδολογίες».
Για να εξετάσει τις διαδικασίες της αξιολόγησης από τους οίκους, η αμερικανική Επιτροπή για την Οικονομική Κρίση έβαλε στο στόχαστρο τις πρακτικές της Moody's «του μεγαλύτερου και παλαιότερου από τους τρεις οίκους», όπως αναφέρεται στο πόρισμα. Τονίζεται πως η αξιολόγηση των τοξικών ομολόγων απέφερε στον συγκεκριμένο οίκο το 50% των εσόδων του από το 2005 έως και το 2007.


ΤΑ ΚΕΡΔΗ. Στο πεδίο των δομημένων χρεωστικών ομολόγων, που βρέθηκαν στο μάτι του κυκλώνα της οικονομικής κρίσης, η Moody's αξιολόγησε 220 συμφωνίες το 2004, 363 το 2005, 749 το 2006. Η αξία αυτών των συμφωνιών αυξήθηκε από 90 δισεκατομμύρια δολάρια το 2004 σε 337 δισ. το 2006, ενώ τα κέρδη της Moody's από την αξιολόγησή τους πήραν επίσης την ανηφόρα: από 199 εκατομμύρια δολάρια το 2000 - αντιστοιχούν σε 33% των εσόδων του οίκου - έφτασαν τα 887 εκατομμύρια το 2006 ή 44% των συνολικών εσόδων. Η αύξηση των μεριδίων αγοράς και των κερδών δεν συνεπαγόταν και αύξηση στο προσωπικό. Στο πόρισμα της αμερικανικής Εξεταστικής Επιτροπής για την Οικονομική Κρίση αναφέρεται πως από το 2002 έως το 2006 ο φόρτος εργασίας για την αξιολόγηση περίπλοκων ομολόγων επταπλασιάστηκε, ενώ ο αριθμός των εργαζομένων «αυγάτισε» μόλις κατά 24%. «Ημασταν "υποστελεχωμένοι", ξέρετε, προσπαθούσαμε να ανταποκριθούμε στη δουλειά», κατέθεσε ο Γκάρι Γουίτ, πρώην διευθυντής της Moody's.
Οταν η μητρική του οίκου εισήχθη στο χρηματιστήριο, ο Γουόρεν Μπάφετ κατείχε μέσω της Berkshire Hathaway, που του ανήκει, το 15% της εταιρείας. Μέχρι το 2008 έφτασε το 20% και το 2010 μαζί με τρεις ακόμα βασικούς επενδυτές σκαρφάλωσε στο 50,5%. Οταν ο Μπάφετ ρωτήθηκε από την Εξεταστική Επιτροπή για την Οικονομική Κρίση αν είναι ικανοποιημένος από τους μηχανισμούς εσωτερικού ελέγχου της Moody's, εκείνος απάντησε ότι δεν γνώριζε απολύτως τίποτα. «Δεν είχα ιδέα. Ποτέ δεν είχα πάει στη Moody's. Δεν ξέρω καν πού είναι τα γραφεία», κατέθεσε και συμπλήρωσε ότι επένδυσε στην εταιρεία επειδή ο κλάδος των οίκων αξιολόγησης είναι ένα «φυσικό δυοπώλιο».
ΠΡΕΖΑ TV
11-7-2011

Δεν υπάρχουν σχόλια: