Τέλος εποχής για τις θερινές αθηναϊκές θεατρικές σκηνές που μεταπολεμικά και για πολλές δεκαετίες, μέχρι πολύ πρόσφατα, έγραψαν τη δική τους ιστορία. «Παρκ», «Μετροπόλιταν», «Μπουρνέλη», «Αθήναιον», «Μινώα», «Σμαρούλα», «Αλίκη», «Ρουαγιάλ», «Απόλλων», «Αναλυτή», «Λουζιτάνια», «Ακρόαμα», «Αλσος», «Αττικό Θέατρο», «Φλορίντα», «Γρανάδα»...
Θέατρα, μικρές οάσεις στο κέντρο της πόλης, γύρω από το Πεδίον του Αρεως, επί της λεωφόρου Αλεξάνδρας, στην Πατησίων και την Ευελπίδων. «Κυψέλες» ψυχαγωγίας όπου μαζί με τη δροσιά και την παγωμένη γρανίτα φράουλα, το αθηναϊκό κοινό απολάμβανε τον αγαπημένο του πρωταγωνιστή σε ένα ρεπερτόριο που ξεκινούσε από το ελαφρό μουσικό θέαμα και έφτανε στην τραγωδία και τον Αριστοφάνη. Και ποιοι δεν πέρασαν απ' τα σανίδια των θερινών σκηνών της πόλης: Λογοθετίδης, Κωνσταντάρας, Χατζηχρήστος, Σπεράντζα Βρανά, Ζωζώ Σαπουντζάκη, Κατράκης, Χορν, Αλίκη Βουγιουκλάκη, Τζένη Καρέζη, Φασουλής, Λαζόπουλος.
Κοτζάμ Ροντήρης σκηνοθετούσε τον Χατζίσκο στο υπαίθριο θέατρό του στο Πεδίον του Αρεως, όπου ανέβηκαν από το «Ρωμαίος και Ιουλιέτα» μέχρι τον «Ερωτόκριτο». Ο Κατράκης στο θερινό Ελληνικό Λαϊκό Θέατρο έπαιξε τον περίφημο Πατούχα του κι ο Κουν σε θερινή σκηνή έκανε πρεμιέρα τη «Λυσιστράτη» του. Ακόμη και σταρ, όπως η Αλίκη Βουγιουκλάκη και η Τζένη Καρέζη, χαλάλιζαν τα καλοκαιρινά τους μπάνια για να περνάνε με φουλ παραστάσεις, χωρίς ανάσα, όλη τη σεζόν στο καυτό άστυ. Η μια στο «Αλίκη», η άλλη στο «Αττικό Θέατρο» επί της Κοδριγκτώνος. Αλλες εποχές.
Φέτος είναι μια σημαδιακή χρονιά. Οι τελευταίες θερινές σκηνές της πόλης έβαλαν λουκέτο. Κι απ' ό,τι φαίνεται είναι οριστικό. Ο λόγος για το «Αθήναιον», απέναντι από το Μουσείο, και το «Παρκ» στη λεωφόρο Αλεξάνδρας, που με το ζόρι δούλευαν μέχρι πέρσι. Το «Αθηνά» στη Δεριγνύ, όχι μια τυπική θερινή σκηνή, αλλά χειμερινό θέατρο που η οροφή του ελαφρώς ανοίγει, κρατά φέτος μόνο τη «σημαία» των καλοκαιρινών σκηνών.
Ενα κομμάτι της ιστορίας του εγχώριου θεάτρου, σε πολλά σημεία του ένδοξο -γιατί υπήρξε και το παρακμιακό σκέλος-, έβαλε ταφόπλακα. Υπάρχουν παραστάσεις-ορόσημα που ωστόσο δεν θα λησμονηθούν, όπως το «Μεγάλο μας τσίρκο» του Ιάκωβου Καμπανέλλη, σύμβολο του αντιδικτατορικού αγώνα, σε μουσική Ξαρχάκου, με την Τζένη Καρέζη, τον Κώστα Καζάκο και τον Νίκο Ξυλούρη, που το καλοκαίρι του 1973 έκανε το «Αθήναιον» να σείεται.
Μια δεκαετία νωρίτερα, το περίφημο '62, όπως σημείωνε εύστοχα τίτλος εφημερίδας, είχε ανάψει «Φωτιά στη λεωφόρο Αλεξάνδρας». Στο «Μετροπόλιταν» ο Μάνος Χατζιδάκις παρουσίαζε την «Οδό Ονείρων» σε σκηνοθεσία Σολομού, με κομπέρ τον Χορν -που όταν βαρέθηκε τον αντικατέστησε η Βουγιουκλάκη! Ενώ λίγα τετράγωνα μακρύτερα, στο «Παρκ», άφηνε επίσης εποχή η «Ομορφη Πόλη» του Μίκη Θεοδωράκη, σε μια σύμπραξή του με τον Μποστ και τον Κακογιάννη, και πρωταγωνιστές την Καλουτά και τον Μπιθικώτση. Την επόμενη χρονιά Μίκης και Μάνος συνυπέγραφαν στο «Παρκ» τη «Μαγική Πόλη».
Must τα θερινά
Μπορεί ο Κολλάτος να ονόμαζε την Αλεξάνδρας «Λεωφόρο της ντροπής», καθώς «θεωρούνταν εμπορικός δρόμος», όπως αποκαλύπτει ο Γιάννης Ξανθούλης. Ομως «η θερινή θεατρική περίοδος ήτανε must για την Αθήνα», υπογραμμίζει ο συγγραφέας. Θεωρεί ότι «κορυφώθηκε τη δεκαετία του '70. Τότε που ακόμη δεν είχε προκύψει η λυσσαλέα μόδα των διακοπών. Και οι ουρές έξω από τα θέατρα της Αλεξάνδρας ήταν τεράστιες». Από τη μακρά θητεία του, όχι ως «πρωταγωνιστής» των σκηνών αυτών σε συνεργασίες του με τη Βουγιουκλάκη ή τον Λαζόπουλο, αλλά ως θεατής, ο Ξανθούλης «μένει» στην «αριστουργηματική» «Λυσιστράτη» του Κουν σε θερινό θέατρο στη Μαυρομματαίων, με τη Νέλλη Αγγελίδου, και πολύ νωρίτερα (το '63) στην επιθεώρηση «Φτωχοδιάβολοι» των Πρετεντέρη-Γιαλαμά, που ανέβηκε στο Θέατρο του Εθνικού Κήπου με τον Θανάση Βέγγο. «Υπήρχε τότε και θεατρικός τουρισμός. Οι καλονοικοκυραίοι που έρχονταν από την επαρχία να δουν τον Λογοθετίδη στο "Παρκ", για παράδειγμα. Χάθηκαν αυτά οριστικά», διαπιστώνει νοσταλγικά.
Αλλαξαν οι εποχές
Η ζωή της πόλης και τα ήθη της αλλάζουν. Η φθορά έχει ξεκινήσει όμως και εκ των έσω, όταν πολλές θερινές σκηνές οι ιδιοκτήτες τους τις μετέτρεψαν σε πολυκατοικίες («Σμαρούλα») ή σε γκαράζ («Μινώα»)· όταν οι ηθοποιοί αποφάσισαν ότι είναι καλύτερα να βγούνε τουρνέ από το να καθηλωθούν στην Αθήνα για τρεις μήνες· όταν το Φεστιβάλ Αθηνών άρχισε να δίνει την εναλλακτική καλλιτεχνική «ανάσα» που αναζητούσε το κοινό, συχνά με φθηνότερο εισιτήριο· όταν τα φεστιβάλ στα νταμάρια των περιφερειακών δήμων φέρνανε οτιδήποτε παρουσιαζόταν στην Επίδαυρο· όταν το κέντρο άρχισε να γκετοποιείται και η θερμοκρασία να χτυπάει κόκκινο.
Σε ποια όαση να καταφύγει ο θεατής όταν στην Αλεξάνδρας την ώρα της παράστασης, που υποτίθεται δροσίζει, το θερμόμετρο αγγίζει τους 40 βαθμούς; Σε ποια όαση ψυχαγωγίας να καταφύγει όταν κλεφτρόνια αρπάζουν σταυρούς από τους λαιμούς και τσάντες, όπως συνέβαινε πέρσι στο κοινό του «Αθήναιον»; Για ποιο δέλεαρ να κάνεις λόγο όταν στην καλύτερη περίπτωση παρουσιάζονταν επιθεωρήσεις που μέσα σε μια εβδομάδα είχαν «παλιώσει»;
Ο Γιώργος Λεμπέσης εκμεταλλευόταν το «Αθήναιον» από το '87 ώς το 2003, ανεβάζοντας ακριβές παραγωγές με δυνατά ονόματα -από την «Οπερα της Πεντάρας» με τους Λαζόπουλο, Ζούνη, Καραμπέτη μέχρι τον «Βιολιστή στη Στέγη». «Από τους Ολυμπιακούς Αγώνες είχε προβλέψει ότι δεν έχουν μέλλον οι θερινές σκηνές», αποκαλύπτει η σύζυγος και συνεργάτιδά του Νινέτα Λεμπέση. «Δεν έρχονταν οι ηθοποιοί διότι δεν ήθελαν να "φάνε" το καλοκαίρι τους στην Αθήνα. Αλλάξαν οι εποχές. Οταν έχεις δίπλα στο σπίτι σου, στον Βύρωνα, στου Παπάγου, ένα θέατρο, γιατί να πας στο κέντρο και να ψάχνεις να παρκάρεις; Αλλωστε το κενό του το αναπλήρωσαν η Πειραιώς 260, η Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών, το Ιδρυμα Κακογιάννης, το Μείζονος Ελληνισμού, που δίνουν παραστάσεις όλο το καλοκαίρι. Πάντως, η Πολιτεία θα έπρεπε να είχε βοηθήσει να διασωθεί ένα μοναδικό στο είδος του θέατρο διεθνώς!» υποστηρίζει. «Κανένας δεν έχει ανοικτές σκηνές στην καρδιά της πόλης».
Ο Γρηγόρης Βαλτινός, πρωταγωνιστής θερινών σκηνών του κέντρου, με κορυφαία παραδείγματα την «Εύθυμη Χήρα» με τη Βουγιουκλάκη στο θερινό «Αλίκη» και τον «Βιολιστή στη Στέγη», θεωρεί ότι ο χώρος του «εδώ και χρόνια ήξερε ότι το είδος αργά ή γρήγορα θα τελειώσει. Η Αθήνα όσο πάει γίνεται περισσότερο ανυπόφορη και κλιματολογικά και λόγω συνθηκών, θορύβου κ.ο.κ.».
Οι συνθήκες έχουν αλλάξει έκτοτε οριστικά. Θυμάται όταν έπαιζε στο «Αλίκη» τη δεκαετία του '80 «την απόλυτη ησυχία και την καλή θερμοκρασία λόγω του φυσικού air-condition του πάρκου». Η ουρά τότε έφτανε έως τη λ. Αλεξάνδρας. «Τώρα πού να πάει ο κόσμος; Ανάμεσα στις πολυκατοικίες, που δεν υπάρχει ηχομόνωση και οι περίοικοι επειδή ενοχλούνται πετάνε νερά, όπως μου έχει συμβεί στο "Σμαρούλα", ή παγοκολόνες στο κεφάλι, όπως έχει συμβεί στην Αννα Παναγιωτοπούλου; Να βλέπατε τι κόσμο θα προσέλκυε μια σκηνή σε δροσερό περιβάλλον, με καλή αισθητική, ηχομόνωση και ωραίες παραστάσεις! Γιατί ο κόσμος του θεάτρου από μόνος του παραιτήθηκε από την Αθήνα το καλοκαίρι», παραδέχεται.
«Δεν έβλεπες τα τελευταία χρόνια στο κέντρο μεγάλα ονόματα. Αυτό μαζί με την αποχώρηση των παλιών επιχειρηματιών και το γεγονός ότι τα 3/4 των πραγματικά ωραίων ανοικτών θεάτρων -«Αλσος», «Αλίκη», «Green Park»- έκλεισαν, επειδή η Πολιτεία στην οποία ανήκαν αποφάσισε να τα κάνει χώρους πρέζας, οδήγησαν το είδος στο μαρασμό και στο θάνατο. Ενδεχομένως είναι το τέλος μιας εποχής».
Στο ερώτημα «θα παραμένατε στην Αθήνα, όπως τους παλιούς καλούς καιρούς της Ελεύθερης Σκηνής, για να παίξετε ένα καλό ρόλο με καλά λεφτά;», η Μίρκα Παπακωνσταντίνου, ηθοποιός επί σειρά ετών σε θερινά θέατρα, δεν απαντάει απλώς αρνητικά. «Είστε τρελοί!» αναφωνεί. «Να παίξω στην Αθήνα καλοκαίρι μ' αυτό τον καιρό! Γενικά, οι συνθήκες έχουν γίνει αφόρητες, και λόγω επικινδυνότητας και με τις απεργίες των ταξί. Πάει, τελειώσαν τα θερινά θέατρα. Είναι η εποχή των φεστιβάλ», υποστηρίζει.
Δεν ξεχνά όμως τις εποχές -στο Ελεύθερο Θέατρο, στην Ελεύθερη Σκηνή και μεταγενέστερα- που στις παραστάσεις γινόταν «κυριολεκτικά χαμός». Ιδίως στα μέσα της δεκαετίας του '80 που δεν μπορούσες να ξεχωρίσεις ποια ουρά ήταν μεγαλύτερη: στο θερινό «Αλίκη» όπου έπαιζε με την Παναγιωτοπούλου, τον Φασουλή, τον Χρυσομάλλη και την Αδαμάκη («εσείς είστε πέντε, ενώ εγώ μία και το γεμίζω», τους είχε «παραβγεί» η Βουγιουκλάκη) ή στο «Αθήναιον» με τον Λαζόπουλο. «Τις δεκαετίες του '80 και του '90 τα περισσότερα θερινά έσκιζαν. Αυτό, ας το πάρουμε απόφαση, έχει τελειώσει», συνοψίζει.
Το κέντρο έχει γίνει γκέτο
Ο Στάθης Ψάλτης έχει διανύσει χιλιόμετρα επί χιλιομέτρων για μια 20ετία σε θερινές σκηνές του κέντρου, είτε με μιούζικαλ είτε με μουσικές κωμωδίες είτε με επιθεωρήσεις. Κι αυτός θυμάται τα θέατρα «Μπουρνέλη», «Παρκ», «Μετροπόλιταν» και «Φλορίντα» ασφυκτικά γεμάτα. «Ηταν μια ολόκληρη πιάτσα θεάτρων και η ουρά τού ενός θεάτρου άγγιζε την ουρά του άλλου. Η δεκαετία του '80 ήταν η χρυσή εποχή τους», τονίζει. Πού αποδίδει τη φθορά και το οριστικό λουκέτο; «Το "Μινώα" ανήκει στην Πυροσβεστική, το "Αττικό Αλσος" στη Νομαρχία, το "Μετροπόλιταν" στην Εργαστική Εστία. Η Πολιτεία αποφάσισε είτε να τα κλείσει είτε να τα γκρεμίσει. Αποφάσισε με άλλα λόγια να μην υπάρχουν πλέον θέατρα στο κέντρο. Ομως και το κέντρο έχει γίνει γκέτο. Πέρσι δεν μπορούσαμε να παίξουμε στο "Αθήναιον". Γινόταν χαμός με τα κλεφτρόνια και τα πρεζάκια».
«Η Αθήνα τελείωσε»
Την «απαγορευτική κατάσταση» που έχει δημιουργηθεί στην Πατησίων, γύρω από το Μουσείο, εκεί όπου κάποτε ανθούσαν οι θερινές σκηνές, επιβεβαιώνει κι ο θεατρικός επιχειρηματίας Μάρκος Τάγαρης, στον οποίο έχει περιέλθει το «Αθήναιον». Το «Μετροπόλιταν» αναγκάστηκε να το αφήσει προ ετών μια και ανήκει στην Εργατική Εστία, η οποία «το έχει εγκαταλείψει και έχει γίνει ερείπιο και άντρο των ναρκομανών», όπως λέει. «Πώς να διατηρήσεις και το "Αθήναιον" όταν είσαι στο στόμα του λύκου; Πέρσι για το "Πού πας, ρε Γιωργάκη, με τέτοιο καιρό;" αναγκάστηκα να βάλω σεκιούριτι για να προστατεύω τους θεατές. Δεν είναι συνθήκες αυτές. Η Αθήνα τελείωσε το καλοκαίρι», ξεκαθαρίζει. Δεν αρνείται ότι και η κρίση έχει παίξει το ρόλο της. Επειδή η επιθεώρηση δεν «τράβαγε» όλη την εβδομάδα, την παρουσίαζε μόνο Παρασκευή , Σάββατο και Κυριακή. Τις υπόλοιπες μέρες την έβγαζε τουρνέ. «Πώς να αναπτύξει όμως μια δυναμική η παράσταση όταν στου Παπάγου παίζει ο Φιλιππίδης;» αναρωτιέται ο Τάγαρης.
Με τα χρόνια θεωρεί ότι το «κλίμα» θα ανατραπεί. «Οι νέοι ηθοποιοί που χάρη στην τηλεόραση είχαν την άνεση να γεμίζουν τις μπαταρίες τους το καλοκαίρι, θα αναγκαστούν να επιστρέψουν στο θέατρο. Θα "κόψουν" και οι περιοδείες σιγά σιγά. Κάποτε στις πιάτσες ρωτάγανε "πότε θα έρθετε;", και τώρα "πόσα μας δίνετε για να παίξετε;" Σε μια τετραετία θα αρχίσει η "επάνοδος" των θερινών αθηναϊκών σκηνών», προβλέπει.
Δεν είναι εξίσου αισιόδοξος ο Πάνος Λειβαδάς, συνδιαχειριστής των θεατρικών επιχειρήσεων του πατέρα του, Βαγγέλη Λειβαδά, που εγκατέλειψε φέτος οριστικά το «Παρκ» και απ' όσο μπορεί να προβλέψει «το θέατρο ποτέ δεν θα ξαναλειτουργήσει». Ενας βασικός λόγος είναι ότι μέχρι πριν από μια εβδομάδα, στα μέσα δηλαδή του καλοκαιριού, δεν είχε ξεκαθαριστεί αν η Εργατική Εστία θα αγόραζε, όπως κάθε χρόνο, έναν σημαντικό αριθμό εισιτηρίων. «Πώς να προλάβεις να σχεδιάσεις και να ανεβάσεις μια παραγωγή;» αναρωτιέται.
Το «Παρκ», στο οποίο ο Β. Λειβαδάς, ήδη από το '70, έχει ανεβάσει γνωστά μιούζικαλ («Sweet charity», «Πόρνες και πόρνες», «Σφαίρες πάνω από το Μπροντγουέι» κ.ά.) βάσει νόμου δεν μπορεί να γίνει χώρος συνάθροισης, εκτός αν μεταβιβαστεί η νόμιμη άδεια του Β. Λειβαδά, μετά θάνατον, σε συγγενή πρώτου βαθμού. Ο Πάνος Λειβαδάς δεν προτίθεται να αναλάβει το ρίσκο των παραγωγών σε εποχή κρίσης, όπου «είναι εξαιρετικά δύσκολο να φτιάξεις θιάσους που θα προσελκύσουν το κοινό. Οπότε το "Παρκ" δεν θα ξαναλειτουργήσει ποτέ», προεξοφλεί.*
(Ευχαριστούμε το Θεατρικό Μουσείο και την Εύα Γεωργουσοπούλου για την πολύτιμη βοήθειά τους)
Της ΙΩΑΝΝΑΣ ΚΛΕΦΤΟΓΙΑΝΝΗ -ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ
ΠΡΕΖΑ TV
30-7-2011
Θέατρα, μικρές οάσεις στο κέντρο της πόλης, γύρω από το Πεδίον του Αρεως, επί της λεωφόρου Αλεξάνδρας, στην Πατησίων και την Ευελπίδων. «Κυψέλες» ψυχαγωγίας όπου μαζί με τη δροσιά και την παγωμένη γρανίτα φράουλα, το αθηναϊκό κοινό απολάμβανε τον αγαπημένο του πρωταγωνιστή σε ένα ρεπερτόριο που ξεκινούσε από το ελαφρό μουσικό θέαμα και έφτανε στην τραγωδία και τον Αριστοφάνη. Και ποιοι δεν πέρασαν απ' τα σανίδια των θερινών σκηνών της πόλης: Λογοθετίδης, Κωνσταντάρας, Χατζηχρήστος, Σπεράντζα Βρανά, Ζωζώ Σαπουντζάκη, Κατράκης, Χορν, Αλίκη Βουγιουκλάκη, Τζένη Καρέζη, Φασουλής, Λαζόπουλος.
Κοτζάμ Ροντήρης σκηνοθετούσε τον Χατζίσκο στο υπαίθριο θέατρό του στο Πεδίον του Αρεως, όπου ανέβηκαν από το «Ρωμαίος και Ιουλιέτα» μέχρι τον «Ερωτόκριτο». Ο Κατράκης στο θερινό Ελληνικό Λαϊκό Θέατρο έπαιξε τον περίφημο Πατούχα του κι ο Κουν σε θερινή σκηνή έκανε πρεμιέρα τη «Λυσιστράτη» του. Ακόμη και σταρ, όπως η Αλίκη Βουγιουκλάκη και η Τζένη Καρέζη, χαλάλιζαν τα καλοκαιρινά τους μπάνια για να περνάνε με φουλ παραστάσεις, χωρίς ανάσα, όλη τη σεζόν στο καυτό άστυ. Η μια στο «Αλίκη», η άλλη στο «Αττικό Θέατρο» επί της Κοδριγκτώνος. Αλλες εποχές.
Φέτος είναι μια σημαδιακή χρονιά. Οι τελευταίες θερινές σκηνές της πόλης έβαλαν λουκέτο. Κι απ' ό,τι φαίνεται είναι οριστικό. Ο λόγος για το «Αθήναιον», απέναντι από το Μουσείο, και το «Παρκ» στη λεωφόρο Αλεξάνδρας, που με το ζόρι δούλευαν μέχρι πέρσι. Το «Αθηνά» στη Δεριγνύ, όχι μια τυπική θερινή σκηνή, αλλά χειμερινό θέατρο που η οροφή του ελαφρώς ανοίγει, κρατά φέτος μόνο τη «σημαία» των καλοκαιρινών σκηνών.
Ενα κομμάτι της ιστορίας του εγχώριου θεάτρου, σε πολλά σημεία του ένδοξο -γιατί υπήρξε και το παρακμιακό σκέλος-, έβαλε ταφόπλακα. Υπάρχουν παραστάσεις-ορόσημα που ωστόσο δεν θα λησμονηθούν, όπως το «Μεγάλο μας τσίρκο» του Ιάκωβου Καμπανέλλη, σύμβολο του αντιδικτατορικού αγώνα, σε μουσική Ξαρχάκου, με την Τζένη Καρέζη, τον Κώστα Καζάκο και τον Νίκο Ξυλούρη, που το καλοκαίρι του 1973 έκανε το «Αθήναιον» να σείεται.
Μια δεκαετία νωρίτερα, το περίφημο '62, όπως σημείωνε εύστοχα τίτλος εφημερίδας, είχε ανάψει «Φωτιά στη λεωφόρο Αλεξάνδρας». Στο «Μετροπόλιταν» ο Μάνος Χατζιδάκις παρουσίαζε την «Οδό Ονείρων» σε σκηνοθεσία Σολομού, με κομπέρ τον Χορν -που όταν βαρέθηκε τον αντικατέστησε η Βουγιουκλάκη! Ενώ λίγα τετράγωνα μακρύτερα, στο «Παρκ», άφηνε επίσης εποχή η «Ομορφη Πόλη» του Μίκη Θεοδωράκη, σε μια σύμπραξή του με τον Μποστ και τον Κακογιάννη, και πρωταγωνιστές την Καλουτά και τον Μπιθικώτση. Την επόμενη χρονιά Μίκης και Μάνος συνυπέγραφαν στο «Παρκ» τη «Μαγική Πόλη».
Must τα θερινά
Μπορεί ο Κολλάτος να ονόμαζε την Αλεξάνδρας «Λεωφόρο της ντροπής», καθώς «θεωρούνταν εμπορικός δρόμος», όπως αποκαλύπτει ο Γιάννης Ξανθούλης. Ομως «η θερινή θεατρική περίοδος ήτανε must για την Αθήνα», υπογραμμίζει ο συγγραφέας. Θεωρεί ότι «κορυφώθηκε τη δεκαετία του '70. Τότε που ακόμη δεν είχε προκύψει η λυσσαλέα μόδα των διακοπών. Και οι ουρές έξω από τα θέατρα της Αλεξάνδρας ήταν τεράστιες». Από τη μακρά θητεία του, όχι ως «πρωταγωνιστής» των σκηνών αυτών σε συνεργασίες του με τη Βουγιουκλάκη ή τον Λαζόπουλο, αλλά ως θεατής, ο Ξανθούλης «μένει» στην «αριστουργηματική» «Λυσιστράτη» του Κουν σε θερινό θέατρο στη Μαυρομματαίων, με τη Νέλλη Αγγελίδου, και πολύ νωρίτερα (το '63) στην επιθεώρηση «Φτωχοδιάβολοι» των Πρετεντέρη-Γιαλαμά, που ανέβηκε στο Θέατρο του Εθνικού Κήπου με τον Θανάση Βέγγο. «Υπήρχε τότε και θεατρικός τουρισμός. Οι καλονοικοκυραίοι που έρχονταν από την επαρχία να δουν τον Λογοθετίδη στο "Παρκ", για παράδειγμα. Χάθηκαν αυτά οριστικά», διαπιστώνει νοσταλγικά.
Αλλαξαν οι εποχές
Η ζωή της πόλης και τα ήθη της αλλάζουν. Η φθορά έχει ξεκινήσει όμως και εκ των έσω, όταν πολλές θερινές σκηνές οι ιδιοκτήτες τους τις μετέτρεψαν σε πολυκατοικίες («Σμαρούλα») ή σε γκαράζ («Μινώα»)· όταν οι ηθοποιοί αποφάσισαν ότι είναι καλύτερα να βγούνε τουρνέ από το να καθηλωθούν στην Αθήνα για τρεις μήνες· όταν το Φεστιβάλ Αθηνών άρχισε να δίνει την εναλλακτική καλλιτεχνική «ανάσα» που αναζητούσε το κοινό, συχνά με φθηνότερο εισιτήριο· όταν τα φεστιβάλ στα νταμάρια των περιφερειακών δήμων φέρνανε οτιδήποτε παρουσιαζόταν στην Επίδαυρο· όταν το κέντρο άρχισε να γκετοποιείται και η θερμοκρασία να χτυπάει κόκκινο.
Σε ποια όαση να καταφύγει ο θεατής όταν στην Αλεξάνδρας την ώρα της παράστασης, που υποτίθεται δροσίζει, το θερμόμετρο αγγίζει τους 40 βαθμούς; Σε ποια όαση ψυχαγωγίας να καταφύγει όταν κλεφτρόνια αρπάζουν σταυρούς από τους λαιμούς και τσάντες, όπως συνέβαινε πέρσι στο κοινό του «Αθήναιον»; Για ποιο δέλεαρ να κάνεις λόγο όταν στην καλύτερη περίπτωση παρουσιάζονταν επιθεωρήσεις που μέσα σε μια εβδομάδα είχαν «παλιώσει»;
Ο Γιώργος Λεμπέσης εκμεταλλευόταν το «Αθήναιον» από το '87 ώς το 2003, ανεβάζοντας ακριβές παραγωγές με δυνατά ονόματα -από την «Οπερα της Πεντάρας» με τους Λαζόπουλο, Ζούνη, Καραμπέτη μέχρι τον «Βιολιστή στη Στέγη». «Από τους Ολυμπιακούς Αγώνες είχε προβλέψει ότι δεν έχουν μέλλον οι θερινές σκηνές», αποκαλύπτει η σύζυγος και συνεργάτιδά του Νινέτα Λεμπέση. «Δεν έρχονταν οι ηθοποιοί διότι δεν ήθελαν να "φάνε" το καλοκαίρι τους στην Αθήνα. Αλλάξαν οι εποχές. Οταν έχεις δίπλα στο σπίτι σου, στον Βύρωνα, στου Παπάγου, ένα θέατρο, γιατί να πας στο κέντρο και να ψάχνεις να παρκάρεις; Αλλωστε το κενό του το αναπλήρωσαν η Πειραιώς 260, η Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών, το Ιδρυμα Κακογιάννης, το Μείζονος Ελληνισμού, που δίνουν παραστάσεις όλο το καλοκαίρι. Πάντως, η Πολιτεία θα έπρεπε να είχε βοηθήσει να διασωθεί ένα μοναδικό στο είδος του θέατρο διεθνώς!» υποστηρίζει. «Κανένας δεν έχει ανοικτές σκηνές στην καρδιά της πόλης».
Ο Γρηγόρης Βαλτινός, πρωταγωνιστής θερινών σκηνών του κέντρου, με κορυφαία παραδείγματα την «Εύθυμη Χήρα» με τη Βουγιουκλάκη στο θερινό «Αλίκη» και τον «Βιολιστή στη Στέγη», θεωρεί ότι ο χώρος του «εδώ και χρόνια ήξερε ότι το είδος αργά ή γρήγορα θα τελειώσει. Η Αθήνα όσο πάει γίνεται περισσότερο ανυπόφορη και κλιματολογικά και λόγω συνθηκών, θορύβου κ.ο.κ.».
Οι συνθήκες έχουν αλλάξει έκτοτε οριστικά. Θυμάται όταν έπαιζε στο «Αλίκη» τη δεκαετία του '80 «την απόλυτη ησυχία και την καλή θερμοκρασία λόγω του φυσικού air-condition του πάρκου». Η ουρά τότε έφτανε έως τη λ. Αλεξάνδρας. «Τώρα πού να πάει ο κόσμος; Ανάμεσα στις πολυκατοικίες, που δεν υπάρχει ηχομόνωση και οι περίοικοι επειδή ενοχλούνται πετάνε νερά, όπως μου έχει συμβεί στο "Σμαρούλα", ή παγοκολόνες στο κεφάλι, όπως έχει συμβεί στην Αννα Παναγιωτοπούλου; Να βλέπατε τι κόσμο θα προσέλκυε μια σκηνή σε δροσερό περιβάλλον, με καλή αισθητική, ηχομόνωση και ωραίες παραστάσεις! Γιατί ο κόσμος του θεάτρου από μόνος του παραιτήθηκε από την Αθήνα το καλοκαίρι», παραδέχεται.
«Δεν έβλεπες τα τελευταία χρόνια στο κέντρο μεγάλα ονόματα. Αυτό μαζί με την αποχώρηση των παλιών επιχειρηματιών και το γεγονός ότι τα 3/4 των πραγματικά ωραίων ανοικτών θεάτρων -«Αλσος», «Αλίκη», «Green Park»- έκλεισαν, επειδή η Πολιτεία στην οποία ανήκαν αποφάσισε να τα κάνει χώρους πρέζας, οδήγησαν το είδος στο μαρασμό και στο θάνατο. Ενδεχομένως είναι το τέλος μιας εποχής».
Στο ερώτημα «θα παραμένατε στην Αθήνα, όπως τους παλιούς καλούς καιρούς της Ελεύθερης Σκηνής, για να παίξετε ένα καλό ρόλο με καλά λεφτά;», η Μίρκα Παπακωνσταντίνου, ηθοποιός επί σειρά ετών σε θερινά θέατρα, δεν απαντάει απλώς αρνητικά. «Είστε τρελοί!» αναφωνεί. «Να παίξω στην Αθήνα καλοκαίρι μ' αυτό τον καιρό! Γενικά, οι συνθήκες έχουν γίνει αφόρητες, και λόγω επικινδυνότητας και με τις απεργίες των ταξί. Πάει, τελειώσαν τα θερινά θέατρα. Είναι η εποχή των φεστιβάλ», υποστηρίζει.
Δεν ξεχνά όμως τις εποχές -στο Ελεύθερο Θέατρο, στην Ελεύθερη Σκηνή και μεταγενέστερα- που στις παραστάσεις γινόταν «κυριολεκτικά χαμός». Ιδίως στα μέσα της δεκαετίας του '80 που δεν μπορούσες να ξεχωρίσεις ποια ουρά ήταν μεγαλύτερη: στο θερινό «Αλίκη» όπου έπαιζε με την Παναγιωτοπούλου, τον Φασουλή, τον Χρυσομάλλη και την Αδαμάκη («εσείς είστε πέντε, ενώ εγώ μία και το γεμίζω», τους είχε «παραβγεί» η Βουγιουκλάκη) ή στο «Αθήναιον» με τον Λαζόπουλο. «Τις δεκαετίες του '80 και του '90 τα περισσότερα θερινά έσκιζαν. Αυτό, ας το πάρουμε απόφαση, έχει τελειώσει», συνοψίζει.
Το κέντρο έχει γίνει γκέτο
Ο Στάθης Ψάλτης έχει διανύσει χιλιόμετρα επί χιλιομέτρων για μια 20ετία σε θερινές σκηνές του κέντρου, είτε με μιούζικαλ είτε με μουσικές κωμωδίες είτε με επιθεωρήσεις. Κι αυτός θυμάται τα θέατρα «Μπουρνέλη», «Παρκ», «Μετροπόλιταν» και «Φλορίντα» ασφυκτικά γεμάτα. «Ηταν μια ολόκληρη πιάτσα θεάτρων και η ουρά τού ενός θεάτρου άγγιζε την ουρά του άλλου. Η δεκαετία του '80 ήταν η χρυσή εποχή τους», τονίζει. Πού αποδίδει τη φθορά και το οριστικό λουκέτο; «Το "Μινώα" ανήκει στην Πυροσβεστική, το "Αττικό Αλσος" στη Νομαρχία, το "Μετροπόλιταν" στην Εργαστική Εστία. Η Πολιτεία αποφάσισε είτε να τα κλείσει είτε να τα γκρεμίσει. Αποφάσισε με άλλα λόγια να μην υπάρχουν πλέον θέατρα στο κέντρο. Ομως και το κέντρο έχει γίνει γκέτο. Πέρσι δεν μπορούσαμε να παίξουμε στο "Αθήναιον". Γινόταν χαμός με τα κλεφτρόνια και τα πρεζάκια».
«Η Αθήνα τελείωσε»
Την «απαγορευτική κατάσταση» που έχει δημιουργηθεί στην Πατησίων, γύρω από το Μουσείο, εκεί όπου κάποτε ανθούσαν οι θερινές σκηνές, επιβεβαιώνει κι ο θεατρικός επιχειρηματίας Μάρκος Τάγαρης, στον οποίο έχει περιέλθει το «Αθήναιον». Το «Μετροπόλιταν» αναγκάστηκε να το αφήσει προ ετών μια και ανήκει στην Εργατική Εστία, η οποία «το έχει εγκαταλείψει και έχει γίνει ερείπιο και άντρο των ναρκομανών», όπως λέει. «Πώς να διατηρήσεις και το "Αθήναιον" όταν είσαι στο στόμα του λύκου; Πέρσι για το "Πού πας, ρε Γιωργάκη, με τέτοιο καιρό;" αναγκάστηκα να βάλω σεκιούριτι για να προστατεύω τους θεατές. Δεν είναι συνθήκες αυτές. Η Αθήνα τελείωσε το καλοκαίρι», ξεκαθαρίζει. Δεν αρνείται ότι και η κρίση έχει παίξει το ρόλο της. Επειδή η επιθεώρηση δεν «τράβαγε» όλη την εβδομάδα, την παρουσίαζε μόνο Παρασκευή , Σάββατο και Κυριακή. Τις υπόλοιπες μέρες την έβγαζε τουρνέ. «Πώς να αναπτύξει όμως μια δυναμική η παράσταση όταν στου Παπάγου παίζει ο Φιλιππίδης;» αναρωτιέται ο Τάγαρης.
Με τα χρόνια θεωρεί ότι το «κλίμα» θα ανατραπεί. «Οι νέοι ηθοποιοί που χάρη στην τηλεόραση είχαν την άνεση να γεμίζουν τις μπαταρίες τους το καλοκαίρι, θα αναγκαστούν να επιστρέψουν στο θέατρο. Θα "κόψουν" και οι περιοδείες σιγά σιγά. Κάποτε στις πιάτσες ρωτάγανε "πότε θα έρθετε;", και τώρα "πόσα μας δίνετε για να παίξετε;" Σε μια τετραετία θα αρχίσει η "επάνοδος" των θερινών αθηναϊκών σκηνών», προβλέπει.
Δεν είναι εξίσου αισιόδοξος ο Πάνος Λειβαδάς, συνδιαχειριστής των θεατρικών επιχειρήσεων του πατέρα του, Βαγγέλη Λειβαδά, που εγκατέλειψε φέτος οριστικά το «Παρκ» και απ' όσο μπορεί να προβλέψει «το θέατρο ποτέ δεν θα ξαναλειτουργήσει». Ενας βασικός λόγος είναι ότι μέχρι πριν από μια εβδομάδα, στα μέσα δηλαδή του καλοκαιριού, δεν είχε ξεκαθαριστεί αν η Εργατική Εστία θα αγόραζε, όπως κάθε χρόνο, έναν σημαντικό αριθμό εισιτηρίων. «Πώς να προλάβεις να σχεδιάσεις και να ανεβάσεις μια παραγωγή;» αναρωτιέται.
Το «Παρκ», στο οποίο ο Β. Λειβαδάς, ήδη από το '70, έχει ανεβάσει γνωστά μιούζικαλ («Sweet charity», «Πόρνες και πόρνες», «Σφαίρες πάνω από το Μπροντγουέι» κ.ά.) βάσει νόμου δεν μπορεί να γίνει χώρος συνάθροισης, εκτός αν μεταβιβαστεί η νόμιμη άδεια του Β. Λειβαδά, μετά θάνατον, σε συγγενή πρώτου βαθμού. Ο Πάνος Λειβαδάς δεν προτίθεται να αναλάβει το ρίσκο των παραγωγών σε εποχή κρίσης, όπου «είναι εξαιρετικά δύσκολο να φτιάξεις θιάσους που θα προσελκύσουν το κοινό. Οπότε το "Παρκ" δεν θα ξαναλειτουργήσει ποτέ», προεξοφλεί.*
(Ευχαριστούμε το Θεατρικό Μουσείο και την Εύα Γεωργουσοπούλου για την πολύτιμη βοήθειά τους)
Της ΙΩΑΝΝΑΣ ΚΛΕΦΤΟΓΙΑΝΝΗ -ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ
ΠΡΕΖΑ TV
30-7-2011
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου