Σήμερα, λένε ότι το κίνημα «είναι πολύ μεγάλο για να ηττηθεί».Οταν ξεκίνησε πριν από ένα μήνα (στα μέσα Σεπτέμβρη), καμιά διακοσαριά νεολαίοι εγκαταστάθηκαν στο ιδιωτικό πάρκο Ζουκότι στο Μανχάταν της Ν. Υόρκης, στήνοντας μια κατάληψη-κάμπινγκ χωρίς ημερομηνία λήξης, με κεντρικό σύνθημα «Καταλάβετε τη Wall Street» και υπέρτατη φιλοδοξία να μπλοκάρουν τον σφυγμό της αμερικανικής οικονομίας μέχρις ότου οι πολιτικοί της Ουάσιγκτον να υποκύψουν στα αντικαπιταλιστικά, αντικαταναλωτικά αιτήματα των κατασκηνωτών.
Θυμίζοντας ως θέαμα λίγο από ευρωπαίους «αγανακτισμένους» και λίγο από πλατεία Ταχρίρ, αλλά εντελώς διαφορετικοί στη σύνθεση, τις επιδιώξεις και την εξεγερτική τους κουλτούρα, οι αμερικανοί διαδηλωτές του πάρκου Ζουκότι συγκίνησαν το κοινό και στις δύο όχθες του Ατλαντικού: στην Ευρώπη, οι διαδηλωτές ψιθύρισαν ότι «αφού γίνονται και στην Αμερική καταλήψεις, τότε σίγουρα κάτι σπουδαίο συμβαίνει στον κόσμο», ενώ στις ίδιες τις ΗΠΑ, το σύνθημα «Καταλάβετε τη Γουόλ Στριτ» μετονομάστηκε κίνημα, γοητεύοντας χιλιάδες νεολαίους σε όλη την αμερικανική επικράτεια, με αποτέλεσμα τώρα να γίνονται κατασκηνώσεις-καταλήψεις δημόσιων αστικών χώρων σε πάνω από 70 πόλεις.
Κι όπως είναι φυσικό, η απολιτική συντηρητική πλειοψηφία των Αμερικανών απαιτεί επιβολή τάξης από την κυβέρνηση, κάτι που σκοντάφτει σε δύο παράγοντες. Πρώτα, στην πρακτική αδυναμία της αστυνομίας να προβεί σε τόσο μαζικές συλλήψεις, ρίχνοντας στα σίδερα δεκάδες χιλιάδες νέους, και μετά στην πολιτική διαχείριση του όλου ζητήματος. Πράγματι, ακόμη και στη Ν. Υόρκη, οι σποραδικές αστυνομικές επιθέσεις απωθήθηκαν με οχλαγωγία, ντουντούκες και ατομική άμυνα από τους διαδηλωτές, αλλά δεν αποφεύχθηκαν οι προσαγωγές -οι αμερικανοί ακτιβιστές αναφέρουν στα blogs τους ότι έγιναν εκατοντάδες προσαγωγές στη Ν. Υόρκη, στη Βοστόνη, στο Σιάτλ, στο Σικάγο, «χωρίς να καμφθεί το κίνημα». Αντίθετα μάλιστα: στις 8-9 Οκτωβρίου 10.000 διαδηλωτές μπλόκαραν το κέντρο του Πόρτλαντ, ενώ 800 άλλοι έκαναν το ίδιο στο Σινσινάτι.
Ο δεύτερος παράγοντας που εμποδίζει την καταστολή του κινήματος, είναι ο σχεδιασμός της πολιτικής διαχείρισης των διαδηλώσεων από την Ουάσιγκτον, έτσι ώστε να αφομοιωθεί ο κινηματικός λόγος και να ελεγχθεί η δράση των διαδηλωτών, από το ίδιο το Δημοκρατικό Κόμμα, σε μια προσπάθεια να δημιουργηθεί ένα «Tea Party των Δημοκρατικών» στην πλάτη των αμερικανών αγανακτισμένων. Η προσπάθεια δείχνει να ναυαγεί, παρά τα καλά λόγια που έχει πάντα ο πρόεδρος Ομπάμα για τους διαδηλωτές και τις επικρίσεις του για τη Wall Street. Σε κείμενα που κυκλοφορούν στο Διαδίκτυο και μεταξύ των διαδηλωτών, επισημαίνεται ότι «οι ψευτο-φιλελεύθεροι αναθεωρητές, που έλαμψαν με την απουσία τους από τον αγώνα για τα δίκαια των φτωχών και των εργατών, θέλουν τώρα να ενταχθούν στο κίνημά μας για να μην περιθωριοποιηθούν. Το ίδιο και οι συνδικαλιστές, που παζάρεψαν τις μειώσεις μισθών. Επίσης και οι Δημοκρατικοί πολιτικοί, από τον Ομπάμα ώς την Πελόσι, που θέλουν τους οργισμένους ψηφοφόρους πίσω στις τάξεις της εκλογικής πελατείας τους».
Μπαίνοντας στο δεύτερο μήνα των κινητοποιήσεών τους, οι διαδηλωτές-κατασκηνωτές στις ΗΠΑ καλούν το λαό σε «αντίσταση, αληθινή αντίσταση», προειδοποιώντας ότι υπάρχει ένα εχθρός ισχυρότερος από την αστυνομία: τα ΜΜΕ και οι «φιλελεύθερες» ΜΚΟ. Που εργάζονται πυρετωδώς για να ανακαλύψουν ηγέτες στο κίνημα, οργανωτικές δομές και σχέδια δράσης. Από πολλές καταλήψεις υπενθυμίζεται με έμφαση η πραγματική φύση του κινήματος: δεν υπάρχουν ηγέτες, δεν υπάρχει ρεαλπολιτίκ στην ατζέντα παρά μόνο ο ουτοπικός χαρακτήρας των αιτημάτων, δεν υπάρχει «ιδεολογία στο κίνημα, κι όσοι τα λένε αυτά είναι αριστεροί λαϊκιστές που θέλουν κομμάτι από την επιτυχία μας». Η αλήθεια είναι ότι το κίνημα προέκυψε από μια πρόταση που έγινε πριν από μήνες μέσω της καναδέζικης αντικαταναλωτικής-αντικαπιταλιστικής ιστοσελίδας Adbusters (Διώκτες Διαφήμισης) να γίνει μια «κατάληψη της Γουόλ Στριτ, μέχρι να μας πάρουν στα σοβαρά». Η ιδέα άρεσε, πήγαν οι πρώτοι στο πάρκο Ζουκότι, και η συνέχεια είναι γνωστή.
Ο ιδιοκτήτης της ιστοσελίδας, ο Κέιλ Λασν, εσθονικής καταγωγής κινηματογραφιστής, γεννημένος το 1942 και έχοντας ζήσει τα πρώτα χρόνια της ζωής του σε γερμανικό στρατόπεδο προσφύγων, μετανάστευσε πρώτα στην Αυστραλία και μετά στον Καναδά. Ο Λασν αρνείται επίμονα την «πατρότητα» του κινήματος, δείχνοντας την έξοδο σε όσους τον πλησιάζουν για συνεντεύξεις, επιμένοντας ότι το κίνημα είναι ακηδεμόνευτο και ανεξάρτητο.
Είναι και πρωτοφανές. Τραγουδώντας «είμαστε το 99%» το κίνημα των καταληψιών-κατασκηνωτών έχει ήδη εξαπλωθεί σε όλη την αμερικανική επικράτεια με όχημα μια ουτοπία: να σταματήσει η επιχειρηματική απληστία. Κάτι δυσκολότερο κι από την πτώση του καπιταλισμού.
Της ΑΧΙΛΛΕΑ ΦΑΚΑΤΣΕΛΗ
-ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ
ΠΡΕΖΑ TV
23-10-2011
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου