Αντιμέτωπος με την πρώτη πραγματική πολιτική πρόκληση στους τέσσερις μήνες που κρατά τα ηνία της εξουσίας στην Ιταλία βρίσκεται ο τεχνοκράτης πρωθυπουργός Μάριο Μόντι.
Το ισχυρότερο συνδικάτο Cgil της αριστεράς προειδοποιεί με κλιμάκωση των κινητοποιήσεων, καταγγέλλοντας ότι οι αλλαγές που προωθούνται στον χάρτη των εργασιακών σχέσεων θα οδηγήσουν σε μαζικό κύμα απολύσεων.
Και το Δημοκρατικό Κόμμα, ιστορικός σύμμαχος της ένωσης Cgil και ταυτόχρονα βασικός πυλώνας της κυβέρνησης συνεργασίας, ζητά τροποποιήσεις στις επίμαχες διατάξεις της μεταρρύθμισης.
Υπό το βάρος των αντιδράσεων εκ μέρους των συνδικάτων και της κεντροαριστεράς η κυβέρνηση αποφάσισε έπειτα από μία μαραθώνια συνεδρίαση την Παρασκευή να περάσει την αμφιλεγόμενη μεταρρύθμιση διά του Κοινοβουλίου και όχι με επείγον διάταγμα άμεσης ισχύος.
Προσχέδιο του σχετικού νομοσχεδίου πρόκειται να κατατεθεί στο Μοντετσιτόριο σε μία διαδικασία που μπορεί να διαρκέσει αρκετούς μήνες -εφόσον ακολουθούσε η κυβέρνηση Μόντι το δρόμο του διατάγματος με επείγον χαρακτήρα, τα μέτρα θα τίθεντο σε ισχύ άμεσα και θα ακολουθούσε κοινοβουλευτική έγκριση-εξπρές σε διάστημα 60 ημερών.
Οι αλλαγές στο μέτωπο των εργασιακών σχέσεων παρακολουθούνται στενά από τις αγορές και τις Βρυξέλλες, και αποτελούν κρίσιμη δοκιμασία για τον Μάριο Μόντι που έχει περάσει μέχρι στιγμής χωρίς ισχυρή αντίσταση περικοπές δαπανών, αυξήσεις φόρων, μία σκληρή μεταρρύθμιση του συνταξιοδοτικού και μέτρα για την απελευθέρωση της οικονομίας με το άνοιγμα επαγγελμάτων.
Ο τεχνοκράτης πρωθυπουργός επιμένει ότι η μεταρρύθμιση της εργασίας θα ενθαρρύνει τις επενδύσεις και θα συμβάλλει στην ανάπτυξη στην τρίτη μεγαλύτερη οικονομία της Ευρωζώνης, όμως η προσπάθεια να αποδυναμώσει κανόνες προστασίας της εργασίας που εξασφάλισαν τα συνδικάτα τη δεκατεία του '70 τον φέρνει αντιμέτωπο με την πρώτη πραγματική πολιτική πρόκληση.
«Κόκκινο» πανί για την ένωση Cgil αποτελεί κυρίως η αποδυνάμωση της υποχρέωση των εταιρειών να επαναπροσλάβουν εργαζόμενο εφόσον δικαστήριο αποφανθεί πως η απόλυσή του δεν έγινε με βάσιμη αιτία, και το γεγονός ότι εργοδότες που αντιμετωπίζουν οικονομικές δυσκολίες μπορούν να απολύουν έναντι αποζημίωσης.
Πρόκειται ουσιαστικά για την αλλαγή του Άρθρου 18 που έως τώρα προβλέπει τη δυνατότητα απόλυσης μόνο λόγω «βάσιμης αιτίας» για τις επιχειρήσεις με περισσότερους από 15 εργαζόμενους.
Όμως, η Ιταλίδα υπουργός Εργασίας Έλσα Φορνέρο έχει ξεκαθαρίσει ότι η επαναπρόσληψη των εργαζομένων στο μέλλον θα είναι υποχρεωτική μόνον όταν η απόλυση οφείλεται σε διακρίσεις.
Όταν η αιτία συνδέεται με οικονομικές δυσκολίες τις επιχείρησης θα επιλέγεται η οδός της αποζημίωσης, ενώ για τις περιπτώσεις των απολύσεων εξαιτίας πειθαρχικών κυρώσεων θα αποφαίνεται δικαστής για το αν θα πρέπει να προτιμηθεί η επαναπρόσληψη ή η αποζημίωση.
Η ισχύς του νόμου θα επεκταθεί και στις επιχειρήσεις με λιγότερους από 15 υπαλλήλους.
«Δεν μπορούμε να αποδεχθούμε τα χρήματα ως τη μοναδική διέξοδο για απολύσεις εξαιτίας οικονομικών λόγων. Δεν θα υποκύψουμε σε αυτό» δήλωσε ο επικεφαλής του κεντροαριστερού Δημοκρατικού Κόμματος Πιερλουίτζι Μπερσάνι σε επιχειρηματικό συνέδριο που πραγματοποιήθηκε το Σάββατο στη Λίμνη Κόμο.
Ο αρχηγός της κεντροαριστεράς -που αποτελεί ιστορικός σύμμαχος της Cgil, αλλά και βασικός εταίρος του κυβερνητικού σχήματος τεχνοκρατών- εκτίμησε πως συζήτηση του νομοσχεδίου στο Κοινοβούλιο θα συμβάλει στην αποφυγή εντάσεων.
«Αυτές οι εργασιακές μεταρρυθμίσεις δεν δημιουργούν ούτε μία νέα θέση εργασίας. Δεν έρχεται έτσι η ανάκαμψη» δήλωσε ο επικεφαλής του συνδικάτου Cgil Σουζάνα Καμούσο στο συνέδριο.
Τόνισε ότι το ισχυρότερο συνδικάτο της Ιταλίας που αριθμεί έξι εκατομμύρια μέλη θα προχωρήσει στις εξαγγελθείσες κινητοποιήσεις (16 ώρες απεργιακών κινητοποιήσεων από τις οποίες οκτώ είναι ώρες γενικής απεργίας), και θα κλιμακώσει περαιτέρω τη δράση του.
Την ίδια στιγμή, ο Ενρίκο Κουτσάνι, επικεφαλής της μεγαλύτερης λιανικής τράπεζας IntesaSanpaolo, δήλωνε πως «η εργασιακή μεταρρύθμιση είναι πυλώνας της προσπάθειας που καταβάλλει η κυβέρνηση. Είναι απαραίτητη για να επαναφέρει την Ιταλία σε ένα φυσιολογικό περιβάλλον ανταγωνιστικότητας καθώς οι ιταλικές εταιρείες δεν ανταγωνίζονται μόνο στην εγχώρια αγορά, αλλά και διεθνώς».
Newsroom ΔΟΛ
ΠΡΕΖΑ TV
25-3-2012
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου