ΕΧΕΙ καλλιεργηθεί η εξής έμμονη λογική για τη μελλοντική εξέλιξη των πραγμάτων: Η Ισπανία είναι η τέταρτη χώρα - μέλος της ευρωζώνης η οποία χρήζει δανειοδοτικής ανάγκης προερχόμενης από το εξωτερικό. Είναι πιθανόν να την ακολουθήσει η Κύπρος, ειδικά εάν δεν βοηθηθεί από τη Ρωσία, όπως έγινε πέρυσι με το δάνειο που της έδωσε, ύψους 2,5 δισ. δολ.
Αυτή η εξέλιξη θα αφήσει την Ιταλία ως την τελευταία από τις χώρες - οφειλέτες του ευρωπαϊκού Νότου να στέκεται μόνη της στο τέλος ενός παγκόσμιου πιστωτικού κύκλου. Το πρόβλημα της Ιταλίας δεν είναι το δημοσιονομικό έλλειμμα. Το συγκεκριμένο νούμερο είναι πιθανό να βρίσκεται κοντά στο 4% φέτος. Επίσης, είναι η μόνη χώρα - οφειλέτης που έχει πρωτογενές πλεόνασμα στον προϋπολογισμό της (μη συμπεριλαμβανομένου του κόστους εξυπηρέτησης του χρέους).
Το πρόβλημα της Ιταλίας έγκειται από τη συσσώρευση ελλειμμάτων από παρελθοντικά έτη. Το χρέος της χώρας ανέρχεται περίπου στα 2 τρισ. ευρώ. Τα έξοδα της αναχρηματοδότησης της οικονομίας της απαιτούν την άντληση από την ίδια ποσού το οποίο ανέρχεται προσεγγιστικά στο ύψος των 35 δισ. ευρώ μηνιαίως από την πώληση κρατικών αξιογράφων. Καθώς όχι μόνο δεν φαίνεται πως θα αντληθεί ένα τέτοιο ποσό από τις αγορές, οι επικεφαλής του κρατικού οργανισμού διαχείρισης του χρέους της χώρας προειδοποίησαν ότι το ενδιαφέρον των ξένων επενδυτών από τις δημοπρασίες των εντόκων ιταλικών γραμματίων φθίνει ολοένα και περισσότερο.
Η ειρωνεία είναι πως οι ιταλικές τράπεζες φαίνεται να έχουν συσσωρεύσει ιταλικά ομόλογα ταχύτερα από όσα έχει εκδώσει το ίδιο το κράτος, γεγονός που υποδηλώνει ότι απορροφώνται οι πωλήσεις από το εξωτερικό.
Η αρχική ορμή του τεχνοκράτη Ιταλού πρωθυπουργού Μάριο Μόντι έχει κοπάσει. Αν και εξασφάλισε γρήγορα το ποσό των 20 δισ. ευρώ για την οικονομία της χώρας, οι μεταρρυθμίσεις που επέβαλε στους τομείς των συντάξεων και της αγοράς εργασίας φαίνεται να μην έχουν αποδώσει τα αναμενόμενα. Από την άλλη, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι βοήθησε στο να ανατραπεί η επικρατούσα πολιτική της Ευρώπης προς την κατεύθυνση λήψης περισσότερο μέτρων ανάπτυξης και επίτευξης μεγαλύτερης ενοποίησης. Ωστόσο, παρουσιάζεται στην ευρωπαϊκή σκηνή ότι διαθέτει περιορισμένη ικανότητα να διαμορφώσει τη μετα-Μπερλουσκόνι εποχή για τη χώρα του.
Η Ιταλία δεν βίωσε κάποια “φούσκα” στην αγορά κατοικίας, όπως βίωσε η Ισπανία και η Ιρλανδία. Εκτός από τα παρελθοντικά της ελλείμματα (τα οποία μπορούμε να αποκαλούμε και κόστη παρακαταθήκης), στην Ιταλία το μέγιστο πρόβλημα είναι η έλλειψη οικονομικής ευρωστίας. Κατά τη διάρκεια της τελευταίας δεκαετίας ο ρυθμός ανάπτυξης της οικονομίας της ακολουθούσε κατά μέσο όρο τον αντίστοιχο ευρωπαϊκό. Αν και ο βιομηχανικός της τομέας είναι σημαντικός για τη βιωσιμότητά της καθώς παράγει το 1/3 του συνολικού ΑΕΠ της χώρας, οι φορολογικές υποδομές είναι τέτοιες που συμπιέζουν τα περιθώρια κέρδους του ιδιωτικού επιχειρηματικού τομέα.
Σε αντίθεση με την Ισπανία και την Ιρλανδία, όπου τα ιδιωτικά χρέη (τράπεζες) κρατικοποιούνται, στην περίπτωση της Ιταλίας το δημόσιο χρέος φαίνεται να αποτελεί τη σημαντικότερη τροχοπέδη για τις τράπεζες. Στην περίπτωση της Ιταλίας η ένεση ρευστότητας από τα ειδικά τριετή δανειοδοτικά προγράμματα της ΕΚΤ αύξησε την έκθεση των ευάλωτων τραπεζών της στο πάντα επικίνδυνο κρατικό ιταλικό χρέος.
Συμπερασματικά, θα περάσουμε ανεπιστρεπτί σε μία νέα φάση, στην οποία σύντομα η Ιταλία θα τεθεί υπό αυστηρότερο έλεγχο.
Πηγή: Bloomberg
ΕΞΠΡΕΣ
ΠΡΕΖΑ TV
23-6-2012
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου