Φόβους ότι θα αποτελέσει βούτυρο στο ψωμί της ακροδεξιάς πανευρωπαϊκά, θα παραποιηθεί και θα επηρεάσει τις ήδη εντεινόμενες ξενοφοβικές τάσεις σε άλλες χώρες του ευρωπαϊκού μπλοκ γεννά το ελβετικό «φρένο» στη μετανάστευση, το οποίο μπορεί να κοστίσει στην ίδια την Ελβετία την προνομιακή πρόσβασή της στην κοινή αγορά.
Η Βέρνη κατακεραυνώνεται σε κοινοτικό επίπεδο για παραβίαση της «ιερής αρχής» της ελεύθερης κυκλοφορίας προσώπων από και προς την ΕΕ, μέσω της -οριακής με 19.516 ψήφους διαφορά- αποδοχής της πρότασης της ακροδεξιάς για την επιστροφή στο προ του 2002 αυστηρό καθεστώς των ποσοστώσεων στην εισδοχή μεταναστών.
Η ελβετική βιομηχανία ανησυχεί για τις επιπτώσεις στην οικονομία και τη λειτουργία των επιχειρήσεων στη χώρα, όπου εδρεύουν «γίγαντες» όπως οι Roche, Novartis, UBS, Nestlé, και η κυβέρνηση βρίσκεται στη δυσχερή θέση να πρέπει να νομοθετήσει επί της έκβασης του δημοψηφίσματος παρόλο που η ίδια είναι κάθετα αντίθετη.
Στις Βρυξέλλες επικρατεί βαθιά απογοήτευση για την ελβετική ψήφο που έρχεται τώρα να υποχρεώσει την ΕΕ να αναθεωρήσει την ειδική σχέση της με την Ελβετία -όπου το ποσοστό των υπηκόων από γειτονικές χώρες, όπως η Ιταλία και η Γερμανία, φτάνει το 23% του συνολικού πληθυσμού.
Η Κομισιόν και Ευρωπαίοι υπουργοί Εξωτερικών προειδοποιούν εν χορώ ότι το «φρένο» στη μετανάστευση μπορεί να κοστίσει στην Ελβετία την προνομιακή της πρόσβαση στην εσωτερική αγορά, διαμηνύοντας ότι δεν μπορεί επιλέγει α λα καρτ το επίπεδο συνεργασίας της με την Ένωση.
Η συμφωνία για την ελεύθερη κυκλοφορία προσώπων, εκ των θεμελιωδών αρχών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, εντάσσεται σε πακέτο επτά διμερών συμφωνιών που ισχύουν στο σύνολό τους ή καταρρέουν όλες μαζί, υπογραμμίζουν -συνοψίζοντας περίπου το μήνυμά τους προς τη Βέρνη στο «όλα ή τίποτα».
Η επισήμως ουδέτερη Ελβετία, χώρα των οκτώ εκατομμυρίων κατοίκων περικυκλωμένη από κράτη-μέλη της ΕΕ, δεν ανήκει στην Ένωση. Ωστόσο, από το 1999 και έπειτα έχει θέσει σταδιακά σε ισχύ συνολικά επτά διμερείς συμφωνίες που ρυθμίζουν τομείς όπως η κυκλοφορία προσώπων, η αγροτική οικονομία, το εμπορικό πλαίσιο και η έρευνα.
Ακόμη και ο παραδοσιακά ισχυρότατος τραπεζικός τομέας έχει ωφεληθεί αρκετά από την σχέση με τους «28», παρά την δυσφορία ευρωπαϊκών κυβερνήσεων για την «εχεμύθεια» των ελβετικών ιδρυμάτων.
Η αντιπρόεδρος της Κομισιόν και επίτροπος Δικαιοσύνης και Θεμελιωδών Δικαιωμάτων Βίβιαν Ρέντινγκ ήταν σαφής: «Η ενιαία αγορά δεν είναι ελβετικό τυρί -δεν μπορείς να έχεις κοινή αγορά με τρύπες» είπε μιλώντας στους Financial Times.
Η Ελβετία δεν μπορεί να θέλει να επωφελείται από τα πλεονεκτήματα των ελεύθερων εμπορικών συναλλαγών με την ΕΕ χωρίς να αποδέχεται την ελευθερία της μετακίνησης, σημείωσε η Ρέντινγκ. «Δεν είναι δυνατό. Είτε δέχεστε τα πάντα είτε απορρίπτετε τα πάντα» διεμήνυσε.
Στο ίδιο πλαίσιο, ο πρόεδρος του Ευρωκοινοβουλίου Μάρτιν Σούλτς εξέφρασε λύπη για την ελβετική ψήφο, λέγοντας ότι η ΕΕ πιθανώς θα πρέπει να επαναδιαπραγματευτεί τη συμφωνία με την Ελβετία. Όμως προειδοποίησε ότι θα είναι δύσκολο να διαχωριστεί η ελευθερία της κυκλοφορίας από άλλες ελευθερίες της κοινής αγοράς, όπως οι υπηρεσίες.
«Εναπόκειται στην ελβετική κυβέρνηση να αποφασίσει εάν θέλει να αναστείλει τις συμφωνίες μαζί μας ή όχι» δήλωσε ο Μάρτιν Σουλτς λίγη ώρα αφότου η Ευρωπαϊκή Επιτροπή υπογράμμιζε ότι μπροστά στα νέα δεδομένα πρόκειται να επανεξεταστεί το σύνολο των σχέσεων της ΕΕ με την Ελβετία.
Η αντίδραση του Βερολίνου ήταν έντονη με τον Γερμανό υπουργό Οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε να δηλώνει ότι ή έκβαση του δημοψηφίσματος θα προκαλέσει «πλήθος δυσκολιών για την Ελβετία», και τον υπουργό Εξωτερικών Φρανκ-Βάλτερ Στάινμαγερ να συμπληρώνει πως «η Ελβετία προκάλεσε ζημία στον εαυτό της με αυτό το αποτέλεσμα».
Ο εκπρόσωπος της γερμανικής καγκελαρίας Στέφεν Ζάιμπερτ επισήμανε πως «εξαρτάται τώρα από τους Ελβετούς πώς θα διαχειριστούν το αποτέλεσμα», λέγοντας πως η γερμανική κυβέρνηση θα περιμένει την αντίδραση της Βέρνης πριν αποφασίσει οποιαδήποτε νομική ενέργεια. Ο ίδιος ξεκαθάρισε πως η ελεύθερη κυκλοφορία των εργαζομένων αποτελεί μία από τις θεμελιώδεις αρχές της ΕΕ και δεν πρόκειται να εγκαταλειφθεί.
Στις Βρυξέλλες συνεδριάζει τη Δευτέρα το Συμβούλιο Γενικών Υποθέσεων και από τις δηλώσεις που έκαναν οι επικεφαλής διπλωματίας κατά την προσέλευσή τους είναι εμφανές πως το ελβετικό ζήτημα ανεβαίνει ψηλά στην ατζέντα.
Για «άσχημα νέα τόσο για την ΕΕ, όσο και την Ελβετία» έκανε λόγο ο επικεφαλής της γαλλικής διπλωματίας Λοράν Φαμπιούς, επαναλαμβάνοντας με τη σειρά του πως η Ευρωπαϊκή Ένωση πρόκειται να εξετάσει τις σχέσεις της με την Βέρνη υπό το φως των νέων δεδομένων.
Οι ίδιος υπογράμμισε πως οι συμφωνίες του 1990 της ΕΕ με την Ελβετία περιέχουν μία «διάταξη-γκιλοτίνα» που σημαίνει πως εάν ένα στοιχείο αμφισβητηθεί «τότε όλα καταρρέουν».
«Θα υπάρξουν συνέπειες, είναι σαφές» είπε επίσης ο υπουργός Εξωτερικών του Λουξεμβούργου Γιαν Ασελμπορν. «Δεν μπορείς να έχεις προνομιακή πρόσβαση στην ευρωπαϊκή εσωτερική αγορά από τη μία πλευρά και από την άλλη να διαλύεις την ελεύθερη κυκλοφορία» τόνισε.
«Ένα από τα επιτεύγματα της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι η ελεύθερη κυκλοφορία και αυτό δεν μπορεί να μετριαστεί. Εάν η Ελβετία δεν το τιμήσει αυτό, μπορεί εύκολα να χάσει την εύκολη πρόσβασή της στη μεγαλύτερη αγορά παγκοσμίως» προειδοποίησε.
Η ελβετική ψήφος ενέχει όμως ταυτόχρονα τον κίνδυνο να τροφοδοτήσει τις ήδη εντεινόμενες ξενοφοβικές τάσεις σε ευρωπαϊκά κράτη, και μάλιστα σε απόσταση τριών μηνών από τις ευρωεκλογές.
Ο υπουργός Εξωτερικών της Αυστρίας Σεμπάστιαν Κουρτς προειδοποίησε για την πολιτική επίδραση από το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος στο χώρο πολλών ακροδεξιών και εθνικιστικών κομμάτων στην Ευρώπη, τα όπως, όπως επισήμανε, ήδη πανηγυρίζουν και το παραποιούν.
Ο ίδιος δεν είναι σίγουρος, όπως σημείωσε, «αν θα πρέπει να χαίρεται ο Στράχε [σ.σ. ο αρχηγός του ακροδεξιού εθνικιστικού Κόμματος των Ελευθέρων, του μεγαλύτερου κόμματος της αυστριακής αντιπολίτευσης), που ίσως στο μέλλον Αυστριακοί πολίτες δεν θα μπορούν να ζουν και να εργάζονται στην Ελβετία».
Στη Βρετανία τώρα, όπου η συντηρητική κυβέρνηση επιδιώκει τον περιορισμό της ελεύθερης κυκλοφορίας έχοντας έρθει σε σύγκρουση με την Κομισιόν, εκπρόσωπος του πρωθυπουργού Ντέιβιντ Κάμερον σχολίασε πως το αποτέλεσμα του ελβετικού δημοψηφίσματος καταδεικνύει «την αυξανόμενη ανησυχία όσον αφορά τις επιπτώσεις της ελεύθερης μετακίνησης» στην ΕΕ.
Με φόντο το δικαίωμα εργασίας στην ΕΕ που απέκτησαν από 1ης Ιανουαρίου οι πολίτες Ρουμανίας και Βουλγαρίας, ο Ντέιβιντ Κάμερον έχει εισηγηθεί την περιστολή της ελεύθερης μετακίνησης, στο πλαίσιο της προσπάθειας επαναδιαπραγμάτευσης της σχέσης της Βρετανίας με την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Η παραμονή ή μη της Βρετανίας στην ΕΕ θα τεθεί και σε δημοψήφισμα για το οποίο έχει δεσμευτεί ο Κάμερον εφόσον επανεκλεγεί στις κάλπες του 2015.
Ευαγγελία Μπίφη in.gr
ΠΡΕΖΑ TV
11-2-2014
Η Βέρνη κατακεραυνώνεται σε κοινοτικό επίπεδο για παραβίαση της «ιερής αρχής» της ελεύθερης κυκλοφορίας προσώπων από και προς την ΕΕ, μέσω της -οριακής με 19.516 ψήφους διαφορά- αποδοχής της πρότασης της ακροδεξιάς για την επιστροφή στο προ του 2002 αυστηρό καθεστώς των ποσοστώσεων στην εισδοχή μεταναστών.
Η ελβετική βιομηχανία ανησυχεί για τις επιπτώσεις στην οικονομία και τη λειτουργία των επιχειρήσεων στη χώρα, όπου εδρεύουν «γίγαντες» όπως οι Roche, Novartis, UBS, Nestlé, και η κυβέρνηση βρίσκεται στη δυσχερή θέση να πρέπει να νομοθετήσει επί της έκβασης του δημοψηφίσματος παρόλο που η ίδια είναι κάθετα αντίθετη.
Στις Βρυξέλλες επικρατεί βαθιά απογοήτευση για την ελβετική ψήφο που έρχεται τώρα να υποχρεώσει την ΕΕ να αναθεωρήσει την ειδική σχέση της με την Ελβετία -όπου το ποσοστό των υπηκόων από γειτονικές χώρες, όπως η Ιταλία και η Γερμανία, φτάνει το 23% του συνολικού πληθυσμού.
Η Κομισιόν και Ευρωπαίοι υπουργοί Εξωτερικών προειδοποιούν εν χορώ ότι το «φρένο» στη μετανάστευση μπορεί να κοστίσει στην Ελβετία την προνομιακή της πρόσβαση στην εσωτερική αγορά, διαμηνύοντας ότι δεν μπορεί επιλέγει α λα καρτ το επίπεδο συνεργασίας της με την Ένωση.
Η συμφωνία για την ελεύθερη κυκλοφορία προσώπων, εκ των θεμελιωδών αρχών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, εντάσσεται σε πακέτο επτά διμερών συμφωνιών που ισχύουν στο σύνολό τους ή καταρρέουν όλες μαζί, υπογραμμίζουν -συνοψίζοντας περίπου το μήνυμά τους προς τη Βέρνη στο «όλα ή τίποτα».
Η επισήμως ουδέτερη Ελβετία, χώρα των οκτώ εκατομμυρίων κατοίκων περικυκλωμένη από κράτη-μέλη της ΕΕ, δεν ανήκει στην Ένωση. Ωστόσο, από το 1999 και έπειτα έχει θέσει σταδιακά σε ισχύ συνολικά επτά διμερείς συμφωνίες που ρυθμίζουν τομείς όπως η κυκλοφορία προσώπων, η αγροτική οικονομία, το εμπορικό πλαίσιο και η έρευνα.
Ακόμη και ο παραδοσιακά ισχυρότατος τραπεζικός τομέας έχει ωφεληθεί αρκετά από την σχέση με τους «28», παρά την δυσφορία ευρωπαϊκών κυβερνήσεων για την «εχεμύθεια» των ελβετικών ιδρυμάτων.
Η αντιπρόεδρος της Κομισιόν και επίτροπος Δικαιοσύνης και Θεμελιωδών Δικαιωμάτων Βίβιαν Ρέντινγκ ήταν σαφής: «Η ενιαία αγορά δεν είναι ελβετικό τυρί -δεν μπορείς να έχεις κοινή αγορά με τρύπες» είπε μιλώντας στους Financial Times.
Η Ελβετία δεν μπορεί να θέλει να επωφελείται από τα πλεονεκτήματα των ελεύθερων εμπορικών συναλλαγών με την ΕΕ χωρίς να αποδέχεται την ελευθερία της μετακίνησης, σημείωσε η Ρέντινγκ. «Δεν είναι δυνατό. Είτε δέχεστε τα πάντα είτε απορρίπτετε τα πάντα» διεμήνυσε.
Στο ίδιο πλαίσιο, ο πρόεδρος του Ευρωκοινοβουλίου Μάρτιν Σούλτς εξέφρασε λύπη για την ελβετική ψήφο, λέγοντας ότι η ΕΕ πιθανώς θα πρέπει να επαναδιαπραγματευτεί τη συμφωνία με την Ελβετία. Όμως προειδοποίησε ότι θα είναι δύσκολο να διαχωριστεί η ελευθερία της κυκλοφορίας από άλλες ελευθερίες της κοινής αγοράς, όπως οι υπηρεσίες.
«Εναπόκειται στην ελβετική κυβέρνηση να αποφασίσει εάν θέλει να αναστείλει τις συμφωνίες μαζί μας ή όχι» δήλωσε ο Μάρτιν Σουλτς λίγη ώρα αφότου η Ευρωπαϊκή Επιτροπή υπογράμμιζε ότι μπροστά στα νέα δεδομένα πρόκειται να επανεξεταστεί το σύνολο των σχέσεων της ΕΕ με την Ελβετία.
Η αντίδραση του Βερολίνου ήταν έντονη με τον Γερμανό υπουργό Οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε να δηλώνει ότι ή έκβαση του δημοψηφίσματος θα προκαλέσει «πλήθος δυσκολιών για την Ελβετία», και τον υπουργό Εξωτερικών Φρανκ-Βάλτερ Στάινμαγερ να συμπληρώνει πως «η Ελβετία προκάλεσε ζημία στον εαυτό της με αυτό το αποτέλεσμα».
Ο εκπρόσωπος της γερμανικής καγκελαρίας Στέφεν Ζάιμπερτ επισήμανε πως «εξαρτάται τώρα από τους Ελβετούς πώς θα διαχειριστούν το αποτέλεσμα», λέγοντας πως η γερμανική κυβέρνηση θα περιμένει την αντίδραση της Βέρνης πριν αποφασίσει οποιαδήποτε νομική ενέργεια. Ο ίδιος ξεκαθάρισε πως η ελεύθερη κυκλοφορία των εργαζομένων αποτελεί μία από τις θεμελιώδεις αρχές της ΕΕ και δεν πρόκειται να εγκαταλειφθεί.
Στις Βρυξέλλες συνεδριάζει τη Δευτέρα το Συμβούλιο Γενικών Υποθέσεων και από τις δηλώσεις που έκαναν οι επικεφαλής διπλωματίας κατά την προσέλευσή τους είναι εμφανές πως το ελβετικό ζήτημα ανεβαίνει ψηλά στην ατζέντα.
Για «άσχημα νέα τόσο για την ΕΕ, όσο και την Ελβετία» έκανε λόγο ο επικεφαλής της γαλλικής διπλωματίας Λοράν Φαμπιούς, επαναλαμβάνοντας με τη σειρά του πως η Ευρωπαϊκή Ένωση πρόκειται να εξετάσει τις σχέσεις της με την Βέρνη υπό το φως των νέων δεδομένων.
Οι ίδιος υπογράμμισε πως οι συμφωνίες του 1990 της ΕΕ με την Ελβετία περιέχουν μία «διάταξη-γκιλοτίνα» που σημαίνει πως εάν ένα στοιχείο αμφισβητηθεί «τότε όλα καταρρέουν».
«Θα υπάρξουν συνέπειες, είναι σαφές» είπε επίσης ο υπουργός Εξωτερικών του Λουξεμβούργου Γιαν Ασελμπορν. «Δεν μπορείς να έχεις προνομιακή πρόσβαση στην ευρωπαϊκή εσωτερική αγορά από τη μία πλευρά και από την άλλη να διαλύεις την ελεύθερη κυκλοφορία» τόνισε.
«Ένα από τα επιτεύγματα της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι η ελεύθερη κυκλοφορία και αυτό δεν μπορεί να μετριαστεί. Εάν η Ελβετία δεν το τιμήσει αυτό, μπορεί εύκολα να χάσει την εύκολη πρόσβασή της στη μεγαλύτερη αγορά παγκοσμίως» προειδοποίησε.
Η ελβετική ψήφος ενέχει όμως ταυτόχρονα τον κίνδυνο να τροφοδοτήσει τις ήδη εντεινόμενες ξενοφοβικές τάσεις σε ευρωπαϊκά κράτη, και μάλιστα σε απόσταση τριών μηνών από τις ευρωεκλογές.
Ο υπουργός Εξωτερικών της Αυστρίας Σεμπάστιαν Κουρτς προειδοποίησε για την πολιτική επίδραση από το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος στο χώρο πολλών ακροδεξιών και εθνικιστικών κομμάτων στην Ευρώπη, τα όπως, όπως επισήμανε, ήδη πανηγυρίζουν και το παραποιούν.
Ο ίδιος δεν είναι σίγουρος, όπως σημείωσε, «αν θα πρέπει να χαίρεται ο Στράχε [σ.σ. ο αρχηγός του ακροδεξιού εθνικιστικού Κόμματος των Ελευθέρων, του μεγαλύτερου κόμματος της αυστριακής αντιπολίτευσης), που ίσως στο μέλλον Αυστριακοί πολίτες δεν θα μπορούν να ζουν και να εργάζονται στην Ελβετία».
Στη Βρετανία τώρα, όπου η συντηρητική κυβέρνηση επιδιώκει τον περιορισμό της ελεύθερης κυκλοφορίας έχοντας έρθει σε σύγκρουση με την Κομισιόν, εκπρόσωπος του πρωθυπουργού Ντέιβιντ Κάμερον σχολίασε πως το αποτέλεσμα του ελβετικού δημοψηφίσματος καταδεικνύει «την αυξανόμενη ανησυχία όσον αφορά τις επιπτώσεις της ελεύθερης μετακίνησης» στην ΕΕ.
Με φόντο το δικαίωμα εργασίας στην ΕΕ που απέκτησαν από 1ης Ιανουαρίου οι πολίτες Ρουμανίας και Βουλγαρίας, ο Ντέιβιντ Κάμερον έχει εισηγηθεί την περιστολή της ελεύθερης μετακίνησης, στο πλαίσιο της προσπάθειας επαναδιαπραγμάτευσης της σχέσης της Βρετανίας με την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Η παραμονή ή μη της Βρετανίας στην ΕΕ θα τεθεί και σε δημοψήφισμα για το οποίο έχει δεσμευτεί ο Κάμερον εφόσον επανεκλεγεί στις κάλπες του 2015.
Ευαγγελία Μπίφη in.gr
ΠΡΕΖΑ TV
11-2-2014
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου