Ο πρώην γενικός διευθυντής εξοπλισμών, Ευάγγελος Βασιλάκος, στην απολογία του, πριν από το Πάσχα, στον ανακριτή Κωνσταντίνο Σαργιώτη, που εξετάζει τη ζημιά που υπέστη το Δημόσιο από τη σύμβαση ηλεκτρονικού πολέμου (27Α/2001, για 18 παρεμβολείς και 11 κέντρα ακροάσεως με τα ανταλλακτικά τους), επέρριψε ευθύνες στην πολιτική ηγεσία του υπουργείου την περίοδο Αυγούστου – Οκτωβρίου 2007.
Ο κ. Βασιλάκος αναφέρει στην απολογία του, σύμφωνα με πληροφορίες, ότι έπειτα από συνεννόηση με τον τότε γενικό γραμματέα της κυβέρνησης, καθηγητή Καρρά, έκανε εισήγηση, με τη μορφή υπηρεσιακού εγγράφου (ΦΕΕ), το οποίο απωλέσθη από τον τότε υπουργό, Ευ. Μεϊμαράκη. Ο κ. Βασιλάκος είχε προτείνει να τροποποιηθεί η σύμβαση για τον ηλεκτρονικό πόλεμο -που κόστισε στο Δημόσιο 72 εκατομμύρια ευρώ, χωρίς ποτέ να παραδοθεί, με προκαταβολή 50% επί της αξίας της σύμβασης- δίνοντας την δυνατότητα μιας ακόμα δοκιμής, έπειτα από άλλες δύο που είχαν προηγηθεί και με ταυτόχρονη κήρυξη του μειοδότη -αν αποτύγχανε η δοκιμή- ως έκπτωτου.
Μόνο με καθυστέρηση
Στο ερώτημα του ανακριτή γιατί δεν κηρύχθηκε ο προμηθευτής (σ.σ.: δηλαδή η εταιρεία Sonak του κ. Θ. Λιακουνάκου) έκπτωτη, ο κ. Βασιλάκος, που είναι κατηγορούμενος για απιστία, απήντησε ότι μόνο αν καθυστερούσε να παραδώσει τα υλικά, σύμφωνα με τη σύμβαση, θα μπορούσε να κηρυχθεί έκπτωτος.
«Αρμόδιος να κηρυχθεί έκπτωτος ένας προμηθευτής σε μία σύμβαση είναι ο εκάστοτε υπουργός Αμυνας, κατόπιν εισήγησης της ΓΔΑΕΕ...», αναφέρει. Στο σημείο αυτό, πάντως, συμπλήρωσε ότι «για να κηρυχθεί ο συγκεκριμένος προμηθευτής έκπτωτος θα έπρεπε να υπάρχει πρωτόκολλο απόρριψης ενός κέντρου ακροάσεων και ενός (ηλεκτρονικού) παρεμβολέα, που θα έπρεπε να έχει εκδοθεί από το ΓΕΣ...». Τέτοιο πρωτόκολλο δεν είχε ωστόσο εκδοθεί. Ο πρώην γενικός διευθυντής εξοπλισμών επίσης λέει ότι ο κ. Λιακουνάκος, εκ μέρους του προμηθευτή, αντιμετώπιζε τους δημόσιους υπαλλήλους ως «υπαλλήλους του».
Μετά την αδυναμία του Δημοσίου να κηρύξει τον προμηθευτή έκπτωτο, αυτός προσέφυγε στη διαιτησία, την οποία και κέρδισε, με αποτέλεσμα να υποχρεωθεί το Δημόσιο να καταβάλει αποζημίωση 6,3 εκατομμυρίων ευρώ. Σύμφωνα με το κατηγορητήριο – για απιστία και ηθική αυτουργία σε απιστία κατά των εκπροσώπων του προμηθευτή- το Δημόσιο υποχρεώθηκε ακόμα να καταβάλλει 7.500.000 ευρώ για να αντικαταστήσει 15 τεθωρακισμένα οχήματα, τα οποία παραχωρήθηκαν στην εταιρεία για να εγκαταστήσει σε αυτά συστήματα παρεμβολής. Συνολικά, δηλαδή, επιβαρύνθηκε με 48 εκατομμύρια ευρώ σε μια σύμβαση 72 εκατομμυρίων, για ένα έργο που δεν παραδόθηκε.
Ωστόσο, στο υπόμνημά του ο εκπρόσωπος της Sonak, Ηλίας Αρκουμανέας, αναφέρει ότι η εταιρεία προσφέρθηκε να ολοκληρώσει το έργο, ενώ θα μπορούσε να προχωρήσει στην εκτέλεση της επωφελούς γι’ αυτήν διαιτητικής απόφασης.
Ο διαγωνισμός αυτός διενεργήθηκε για δεύτερη φορά, καθώς ο πρώτος δεν ολοκληρώθηκε ποτέ, επειδή κρίθηκε αναγκαίο από το ΓΕΣ να παρέχεται η δυνατότητα για παρεμβολή σε συστήματα αναπηδούσης συχνότητας που είχαν οι Τούρκοι.
Στο σημείο αυτό, θα πρέπει να διευκρινισθεί ότι οι εταιρείες που συμμετείχαν στον πρώτο διαγωνισμό δεν πήραν μέρος στον δεύτερο, στον οποίο το «παρών» έδωσαν η ελληνική Sonak και η EADS.
«Παιδί του»
O πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της SONAK, Ηλίας Αρκουμανέας, που είχε αφιερώσει τη ζωή του στον ηλεκτρονικό πόλεμο και θεωρούσε τη σύμβαση «παιδί του», επικαλέσθηκε, για να αποδείξει την αξία του συγκεκριμένου συστήματος, ότι η Saab ενδιαφέρθηκε να το αγοράσει. Ο κ. Αρκουμανέας αναφέρει ακόμα στον υπόμνημά του ότι το σύστημα της εταιρείας του θα είχε μοναδικό χρήστη τον ελληνικό στρατό, συνεπώς θα ήταν «άγνωστο» στον αντίπαλο. Η SONAK που είχε ιδρυθεί το 1988, δραστηριοποιείται από το 1997 στον ηλεκτρονικό πόλεμο.
Στο απολογητικό υπόμνημα στην προκαταρκτική εξέταση του κ. Λιακουνάκου, αναφέρεται ότι ένας από τους λόγους που αποφάσισε να αναπτυχθεί στον ηλεκτρονικό πόλεμο η εταιρεία ήταν ότι οι ξένοι όμιλοι (π.χ. των ΗΠΑ), δεν πωλούσαν συστήματα ηλεκτρονικού πολέμου παρά μόνο στις δικές τους ένοπλες δυνάμεις. Η σχετική σύμβαση προέβλεπε ότι θα παρέδιδε αρχικά δύο συστήματα, έναν παρεμβολέα και ένα κέντρο ακρόασης, που αποκαλούνταν «οδηγός μερίδα».
Αφού οι δύο πλευρές προχωρούσαν στην κατάρτιση προγράμματος δοκιμών θα δοκιμάζονταν τα δύο πρώτα συστήματα, σε ασκήσεις πεδίου. Στη διαιτησία αποδείχθηκε ότι αυτή η διαδικασία δεν είχε ορισθεί πριν από τις δοκιμές, με ευθύνη του Δημοσίου.
Πολλές τεχνικές αμφισβητήσεις
Η πρώτη δοκιμή έγινε στη Λάρισα το καλοκαίρι του 2004. Κατά τη διάρκειά της παρουσιάστηκαν προβλήματα στους ενισχυτές του παρεμβολέα. Αυτοί αντιμετωπίστηκαν και έξι μήνες αργότερα έγινε η δεύτερη δοκιμή και πάλι στη Λάρισα. Η επιτροπή δοκιμών, μετά από αυτή, υποστήριξε ότι ο παρεμβολέας παρουσίαζε αποκλίσεις από τα κριτήρια αξιολόγησης της σύμβασης, ισχυρισμό που η Sonak απορρίπτει. Ετσι αποφασίσθηκε να γίνει και τρίτη δοκιμή στο Λιτόχωρο, το φθινόπωρο του 2005. Παρά το γεγονός ότι η Sonak θεωρεί αποκλειστικά υπεύθυνο τον κ. Βασιλάκο για το ναυάγιο της σύμβασης, τα υπομνήματά της δείχνουν ότι το ΓΕΣ αντιμετώπιζε με καχυποψία το εγχείρημα και κατά το 2004 - 2005, οπότε Βασιλάκος δεν υπήρχε. Αναφέρει μάλιστα χαρακτηριστικά ο κ. Λιακουνάκος στο υπόμνημά του ότι υπήρχε μονομερής ερμηνεία των συμβατικών όρων και ότι «η αντισυμβατική, αρνητική και απόλυτη θέση ορισμένων εκπροσώπων του ΓΕΣ αποτέλεσε κατεξοχήν, την αιτία της ανώμαλης εξέλιξης της εκτέλεσης της σύμβασης». Ετσι και στην τρίτη δοκιμή στο πεδίο προέκυψαν αμφισβητήσεις σε σοβαρά τεχνικά θέματα, με αποτέλεσμα να συγκροτηθεί στη συνέχεια επιτροπή για να βρει τι πρέπει να γίνει, αλλά και αυτή τελικά να διαλυθεί. Ακολούθησαν η διαιτησία και οι εισαγγελείς...
TΑΣΟΣ ΤΕΛΛΟΓΛΟΥ
http://www.kathimerini.gr/
ΠΡΕΖΑ TV
27-4-2014
Ο κ. Βασιλάκος αναφέρει στην απολογία του, σύμφωνα με πληροφορίες, ότι έπειτα από συνεννόηση με τον τότε γενικό γραμματέα της κυβέρνησης, καθηγητή Καρρά, έκανε εισήγηση, με τη μορφή υπηρεσιακού εγγράφου (ΦΕΕ), το οποίο απωλέσθη από τον τότε υπουργό, Ευ. Μεϊμαράκη. Ο κ. Βασιλάκος είχε προτείνει να τροποποιηθεί η σύμβαση για τον ηλεκτρονικό πόλεμο -που κόστισε στο Δημόσιο 72 εκατομμύρια ευρώ, χωρίς ποτέ να παραδοθεί, με προκαταβολή 50% επί της αξίας της σύμβασης- δίνοντας την δυνατότητα μιας ακόμα δοκιμής, έπειτα από άλλες δύο που είχαν προηγηθεί και με ταυτόχρονη κήρυξη του μειοδότη -αν αποτύγχανε η δοκιμή- ως έκπτωτου.
Μόνο με καθυστέρηση
Στο ερώτημα του ανακριτή γιατί δεν κηρύχθηκε ο προμηθευτής (σ.σ.: δηλαδή η εταιρεία Sonak του κ. Θ. Λιακουνάκου) έκπτωτη, ο κ. Βασιλάκος, που είναι κατηγορούμενος για απιστία, απήντησε ότι μόνο αν καθυστερούσε να παραδώσει τα υλικά, σύμφωνα με τη σύμβαση, θα μπορούσε να κηρυχθεί έκπτωτος.
«Αρμόδιος να κηρυχθεί έκπτωτος ένας προμηθευτής σε μία σύμβαση είναι ο εκάστοτε υπουργός Αμυνας, κατόπιν εισήγησης της ΓΔΑΕΕ...», αναφέρει. Στο σημείο αυτό, πάντως, συμπλήρωσε ότι «για να κηρυχθεί ο συγκεκριμένος προμηθευτής έκπτωτος θα έπρεπε να υπάρχει πρωτόκολλο απόρριψης ενός κέντρου ακροάσεων και ενός (ηλεκτρονικού) παρεμβολέα, που θα έπρεπε να έχει εκδοθεί από το ΓΕΣ...». Τέτοιο πρωτόκολλο δεν είχε ωστόσο εκδοθεί. Ο πρώην γενικός διευθυντής εξοπλισμών επίσης λέει ότι ο κ. Λιακουνάκος, εκ μέρους του προμηθευτή, αντιμετώπιζε τους δημόσιους υπαλλήλους ως «υπαλλήλους του».
Μετά την αδυναμία του Δημοσίου να κηρύξει τον προμηθευτή έκπτωτο, αυτός προσέφυγε στη διαιτησία, την οποία και κέρδισε, με αποτέλεσμα να υποχρεωθεί το Δημόσιο να καταβάλει αποζημίωση 6,3 εκατομμυρίων ευρώ. Σύμφωνα με το κατηγορητήριο – για απιστία και ηθική αυτουργία σε απιστία κατά των εκπροσώπων του προμηθευτή- το Δημόσιο υποχρεώθηκε ακόμα να καταβάλλει 7.500.000 ευρώ για να αντικαταστήσει 15 τεθωρακισμένα οχήματα, τα οποία παραχωρήθηκαν στην εταιρεία για να εγκαταστήσει σε αυτά συστήματα παρεμβολής. Συνολικά, δηλαδή, επιβαρύνθηκε με 48 εκατομμύρια ευρώ σε μια σύμβαση 72 εκατομμυρίων, για ένα έργο που δεν παραδόθηκε.
Ωστόσο, στο υπόμνημά του ο εκπρόσωπος της Sonak, Ηλίας Αρκουμανέας, αναφέρει ότι η εταιρεία προσφέρθηκε να ολοκληρώσει το έργο, ενώ θα μπορούσε να προχωρήσει στην εκτέλεση της επωφελούς γι’ αυτήν διαιτητικής απόφασης.
Ο διαγωνισμός αυτός διενεργήθηκε για δεύτερη φορά, καθώς ο πρώτος δεν ολοκληρώθηκε ποτέ, επειδή κρίθηκε αναγκαίο από το ΓΕΣ να παρέχεται η δυνατότητα για παρεμβολή σε συστήματα αναπηδούσης συχνότητας που είχαν οι Τούρκοι.
Στο σημείο αυτό, θα πρέπει να διευκρινισθεί ότι οι εταιρείες που συμμετείχαν στον πρώτο διαγωνισμό δεν πήραν μέρος στον δεύτερο, στον οποίο το «παρών» έδωσαν η ελληνική Sonak και η EADS.
«Παιδί του»
O πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της SONAK, Ηλίας Αρκουμανέας, που είχε αφιερώσει τη ζωή του στον ηλεκτρονικό πόλεμο και θεωρούσε τη σύμβαση «παιδί του», επικαλέσθηκε, για να αποδείξει την αξία του συγκεκριμένου συστήματος, ότι η Saab ενδιαφέρθηκε να το αγοράσει. Ο κ. Αρκουμανέας αναφέρει ακόμα στον υπόμνημά του ότι το σύστημα της εταιρείας του θα είχε μοναδικό χρήστη τον ελληνικό στρατό, συνεπώς θα ήταν «άγνωστο» στον αντίπαλο. Η SONAK που είχε ιδρυθεί το 1988, δραστηριοποιείται από το 1997 στον ηλεκτρονικό πόλεμο.
Στο απολογητικό υπόμνημα στην προκαταρκτική εξέταση του κ. Λιακουνάκου, αναφέρεται ότι ένας από τους λόγους που αποφάσισε να αναπτυχθεί στον ηλεκτρονικό πόλεμο η εταιρεία ήταν ότι οι ξένοι όμιλοι (π.χ. των ΗΠΑ), δεν πωλούσαν συστήματα ηλεκτρονικού πολέμου παρά μόνο στις δικές τους ένοπλες δυνάμεις. Η σχετική σύμβαση προέβλεπε ότι θα παρέδιδε αρχικά δύο συστήματα, έναν παρεμβολέα και ένα κέντρο ακρόασης, που αποκαλούνταν «οδηγός μερίδα».
Αφού οι δύο πλευρές προχωρούσαν στην κατάρτιση προγράμματος δοκιμών θα δοκιμάζονταν τα δύο πρώτα συστήματα, σε ασκήσεις πεδίου. Στη διαιτησία αποδείχθηκε ότι αυτή η διαδικασία δεν είχε ορισθεί πριν από τις δοκιμές, με ευθύνη του Δημοσίου.
Πολλές τεχνικές αμφισβητήσεις
Η πρώτη δοκιμή έγινε στη Λάρισα το καλοκαίρι του 2004. Κατά τη διάρκειά της παρουσιάστηκαν προβλήματα στους ενισχυτές του παρεμβολέα. Αυτοί αντιμετωπίστηκαν και έξι μήνες αργότερα έγινε η δεύτερη δοκιμή και πάλι στη Λάρισα. Η επιτροπή δοκιμών, μετά από αυτή, υποστήριξε ότι ο παρεμβολέας παρουσίαζε αποκλίσεις από τα κριτήρια αξιολόγησης της σύμβασης, ισχυρισμό που η Sonak απορρίπτει. Ετσι αποφασίσθηκε να γίνει και τρίτη δοκιμή στο Λιτόχωρο, το φθινόπωρο του 2005. Παρά το γεγονός ότι η Sonak θεωρεί αποκλειστικά υπεύθυνο τον κ. Βασιλάκο για το ναυάγιο της σύμβασης, τα υπομνήματά της δείχνουν ότι το ΓΕΣ αντιμετώπιζε με καχυποψία το εγχείρημα και κατά το 2004 - 2005, οπότε Βασιλάκος δεν υπήρχε. Αναφέρει μάλιστα χαρακτηριστικά ο κ. Λιακουνάκος στο υπόμνημά του ότι υπήρχε μονομερής ερμηνεία των συμβατικών όρων και ότι «η αντισυμβατική, αρνητική και απόλυτη θέση ορισμένων εκπροσώπων του ΓΕΣ αποτέλεσε κατεξοχήν, την αιτία της ανώμαλης εξέλιξης της εκτέλεσης της σύμβασης». Ετσι και στην τρίτη δοκιμή στο πεδίο προέκυψαν αμφισβητήσεις σε σοβαρά τεχνικά θέματα, με αποτέλεσμα να συγκροτηθεί στη συνέχεια επιτροπή για να βρει τι πρέπει να γίνει, αλλά και αυτή τελικά να διαλυθεί. Ακολούθησαν η διαιτησία και οι εισαγγελείς...
TΑΣΟΣ ΤΕΛΛΟΓΛΟΥ
http://www.kathimerini.gr/
ΠΡΕΖΑ TV
27-4-2014
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου