Παραλείψεις και ανεπαρκείς τραπεζικές διαδικασίες στην καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες. Ύποπτοι τραπεζικοί λογαριασμοί, που διατηρούσαν απόγονοι νονών της νύχτας με βεβαρημένο ποινικό μητρώο, με κεφάλαια που πιθανώς προέρχονταν από «μη νόμιμες πηγές». Εμπλοκή 94 πολιτικών ή «πολιτικά εκτεθειμένων προσώπων». Μια βαρειά χρηματική καμπάνα και μια εκπτωτική αποδοχή προστίμου. Καλώς ήρθατε στον μαγικό κόσμο του χρήματος, όπου τα όρια μεταξύ πολιτικών, τραπεζών, νόμιμου και παράνομου, είναι δυσδιάκριτα. Δεν γνωρίζουμε αν επρόκειτο για μια νέα λίστα Λαγκάρντ. Αλλά το πρόβλημα είναι πως ούτε η ελληνική πολιτεία γνωρίζει…
Η είδηση αναφέρει ότι Βρετανική Αρχή Χρηματοπιστωτικών Υπηρεσιών (Financial Services Authority – FSA) επέβαλλε τον Μάρτιο του 2013 πρόστιμο-μαμούθ, ύψους 6 εκ. στερλινών, στην τράπεζα EFG (βασικός μέτοχος της οποίας ήταν τότε ένας από τους πλουσιότερους Έλληνες, ο Σπύρος Λάτσης) για την «παράλειψη της να επιτύχει και να διατηρήσει κανόνες αποτελεσματικής καταπολέμησης της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και ελέγχους σε πελάτες υψηλού κινδύνου». Η τράπεζα δέχτηκε την επιβολή του προστίμου και τα αποτελέσματα της έρευνας, σπεύδοντας μάλιστα να καταφύγει σε συμβιβασμό, αποδεχόμενη μάλιστα να πληρώσει άρον άρον το ποσό, κερδίζοντας με αυτό τον τρόπο ένα κούρεμα της τάξης του 30%. Τελικά κατέβαλε ως πρόστιμο το ποσό των 4.2 εκατ. στερλινών και πέτυχε να κλείσει την υπόθεση προτού πάρει διαστάσεις και κυρίως προτού γίνει γνωστή στην Ελλάδα.
Η EFG Private Bank Ltd δραστηριοποιείται στην Αγγλία και είναι θυγατρική εταιρία Ιδιωτικής Τραπεζικής της EFGI Group, που εδρεύει την Ελβετία και συγκαταλέγεται ανάμεσα στους μεγαλύτερους ιδιωτικούς τραπεζικούς ομίλους παγκοσμίως. Πρόκειται ουσιαστικά για τον τραπεζικό βραχίονα της Eurobank, η οποία στο διάστημα στο οποίο έγινε η έρευνα -από το 2007 μέχρι το 2011- ανήκε στον όμιλο Λάτση (η μεταβίβαση του 44,70% των κοινών μετοχών της Eurobank που κατείχε ο όμιλος EFG σε εννέα νεότερα μέλη της οικογένειας Λάτση έγινε τον Ιούλιο του 2012). Η EFG παρέχει υπηρεσίες private banking και γενικότερης διαχείρισης πλούτου σε μερικά από τα πιο μεγάλα πορτοφόλια του πλανήτη.
Με βάση την έρευνα της FSA προέκυψε ότι η EFG απέτυχε να λάβει τα απαραίτητα μέτρα για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης χρημάτων από παράνομες δραστηριότητες, κοινώς «ξέπλυμα χρήματος» (AML policies) όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται στο πόρισμα των βρετανικών αρχών, το οποίο σημειώνει επίσης την αδυναμία της τράπεζας να προβεί σε ενέργειες για την «καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες (anti – money laundering)». Η FSA διαπίστωσε κατά τον έλεγχο σωρεία παραλήψεων και ελλιπών ελέγχων του πιστωτικού ιδρύματος. Οι παραβάσεις ήταν ιδιαιτέρως σοβαρές και είχαν διάρκεια περισσότερο από τρία χρόνια, όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται στην ιστοσελίδα της βρετανικής χρηματοπιστωτικής αρχής.
Στο τέλος του 2011, περίπου 400 από τους 3.342 λογαριασμούς πελατών της EFG θεωρούνταν «υψηλού κινδύνου» για «ξέπλυμα μαύρου χρήματος» καθώς και για κίνδυνο «φήμης» (reputational risk)! Μάλιστα οι 94 εξ αυτών αφορούσαν «πολιτικά εκτεθειμένα πρόσωπα» (P.E.P: politically exposed persons)! Ουσιαστικά, αυτό σημαίνει πως πρόκειται για τραπεζικούς λογαριασμούς που διατηρούσαν είτε πολιτικοί, είτε συγγενείς τους, είτε στενοί συνεργάτες τους, άνθρωποι, δηλαδή που έχουν με τον έναν ή με τον άλλον τρόπο άμεση συνεργασία με πολιτικά πρόσωπα και σε κάθε περίπτωση κινούνται στον χώρο της πολιτικής.
Στο πλαίσιο ελέγχων που διεξήχθησαν από την FSA για τη διαχείριση του κινδύνου «ξεπλύματος χρήματος» σε περιπτώσεις υψηλού κινδύνου, η δειγματοληπτική έρευνα που πραγματοποιήθηκε στην EFG έδειξε πως οι 17 από τους 36 φακέλους πελατών που εξετάστηκαν για την περίοδο μεταξύ Δεκεμβρίου 2007 και Ιανουαρίου 2011 ήταν «υψηλού ρίσκου ξεπλύματος», χωρίς να έχουν εφαρμοσθεί οι εκ των κανονιστικού πλαισίου επιβεβλημένοι μηχανισμοί και διαδικασίες για τη διαχείριση και την εξάμβλυνση αυτού του κινδύνου. Ταυτόχρονα διαπιστώθηκαν σοβαρότατες παραλείψεις στα αρχεία που οφείλουν να διατηρούν οι τράπεζες, ώστε να καταγράφουν τις κινήσεις των λογαριασμών αυτής της κατηγορίας πελατών τους.
Από τους 17 ύποπτους φακέλους πελατών, η FSA ανακάλυψε έπειτα από τις έρευνές της ότι για τους 13 υπήρχαν ισχυρισμοί για πιθανή εγκληματική δραστηριότητα σχετιζόμενη με απάτη ή διαφθορά. Στο σχετικό κείμενο του πορίσματος μάλιστα αναφέρεται και περίπτωση ενός πελάτη που «κληρονόμησε χρήματα από τον πατέρα του, ο οποίος όμως είχε αντιμετωπίσει κατηγορίες για σχέση με το οργανωμένο έγκλημα, για ξέπλυμα χρήματος και για φόνο». Παρόλα αυτά, σημειώνεται, ότι η τράπεζα απεδέχθη τους συγκεκριμένους πελάτες δίχως επαρκή αιτιολόγηση για την ανεδαφικότητα των κατηγοριών ή και την ανυπαρξία πολιτικών κινήτρων, ενώ παράλληλα δεν υπήρξε τεκμηρίωση αναφορικά με το πώς η Διοίκηση προέβαινε ακόμα και σε άρση περιορισμών συναλλαγών σε περιπτώσεις όπου αυτοί είχαν επιβληθεί από την Επιτροπή Συμμόρφωσης.
Με πιο απλά λόγια, η EFG μένει αναμφίβολα εκτεθειμένη από το πόρισμα της έρευνας, αφού παρουσιάζεται ως μια τραπεζική «μπουτίκ» που δεν προβαίνει στις απαραίτητες νόμιμες ενέργειες και σε αρκετές των περιπτώσεων δεν συμμορφώνεται σύμφωνα με την νομοθεσία. Η δημόσια επίπληξη στις δηλώσεις της επικεφαλής του τμήματος ελέγχων της FCA (Financial Conduct Authority) Τρέισι Μακ Ντέρμοντ καταδεικνύει τη σοβαρότητα των κατηγοριών και τις σοβαρές σκιές που άφησε η υπόθεση.
«Οι πολιτικές ελέγχου της EFG φαίνονταν καλές στη θεωρία, αλλά στην πράξη αποδείχθηκε ότι απέτυχαν να διασφαλίσουν την αντιμετώπιση των κινδύνων ξεπλύματος χρήματος. Αυτές οι αστοχίες δικαιολογούν την επιβολή ενός βαρέως προστίμου από την FCA. Το χρήμα στην Αγγλία πρέπει να παραμείνει καθαρό», ήταν η χαρακτηριστική δήλωση της Τρέισι Μακ Ντέρμοντ στην ιστοσελίδα της FCA.
Φαίνεται ωστόσο ότι η σοβαρότητα των κατηγοριών, το πρόστιμο μαμούθ που επιβλήθηκε στην EFG, αλλά και η σωρεία των παραβιάσεων, δεν εξέπληξε πολλούς στη χώρα μας. Σχεδόν κανείς δεν ασχολήθηκε, ούτε καν από δημοσιογραφικής πλευράς, παρότι πρόκειται για μια είδηση που έχει αναρτηθεί στην ιστοσελίδα της FCA από τον περασμένο Απρίλιο. Το θέμα όμως φαίνεται ότι δεν απασχόλησε ούτε την ελληνική πολιτεία. Σε μια εποχή που ήταν ακόμη νωπές οι πολιτικές διαμάχες για την περιβόητη λίστα Λαγκάρντ που σχεδόν μονοπώλησε την ειδησεογραφία για μήνες, δεν βρέθηκε ούτε ένα πολιτικό στέλεχος να ασχοληθεί με το θέμα. Ρωτάμε λοιπόν:
Πρώτον: Στο πλαίσιο της καλής λειτουργίας και του κοινού μετώπου καταπολέμησης του μαύρου χρήματος και της διαφθοράς -που διακηρύσσει η ΕΕ- ενημερώθηκε ή όχι η Τράπεζα της Ελλάδος από την κεντρική τράπεζα της Αγγλίας;
Δεύτερον: Αν έχει ενημερωθεί επίσημα ή ανεπίσημα, ενδιαφέρθηκε κανείς να δώσει μια συνέχεια στο ζήτημα και να εξετάσει την υπόθεση από την σκοπιά της εμπλοκής και ελλήνων πολιτών στην υπόθεση;
Ένας κοινός νους που θα διαβάσει όλα τα παραπάνω, όπου γίνεται λόγος για εμπλοκή 94 πολιτικών προσώπων, δεν μπορεί παρά να σκεφτεί το αυτονόητο: Ότι πρόκειται για μια πραγματική λίστα 94 «πραγματικών προσώπων» που θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί για να βρεθούν σημαντικά στοιχεία για ενδεχόμενες παραβατικές συμπεριφορές δικών μας πολιτικών. Ήταν και οι 94 Άγγλοι, Γάλλοι, Πορτογάλοι κτλ; Δεν υπήρχε κανένας έλληνας πολιτικός στη λίστα, όταν το 59% των πελατών της τράπεζας εδρεύουν εκτός Αγγλίας; Το γνωρίζουν αυτό οι ελληνικές αρχές; Ρώτησαν; Τους απάντησαν; Έμαθαν;
Πάντως Έλληνες πολιτικοί αλλά και άνθρωποι του τραπεζικού χώρου με τους οποίους ήρθε σε επαφή το UNFOLLOW, έσπευσαν να μας ξεκαθαρίσουν: «Από τη στιγμή που το πόρισμα της Βρετανικής Αρχής Χρηματοπιστωτικών Υπηρεσιών κάνει λόγο για «λαθρεμπόριο» και «ξέπλυμα μαύρου χρήματος», η Τράπεζα της Αγγλίας, βάσει των διεθνών αλλά και των ευρωπαϊκών συνθηκών, έπρεπε να ενημερώσει την Τράπεζα της Ελλάδας και αυτή με την σειρά την κυβέρνηση και πρωτίστως τις ηγεσίες των υπουργείων Δικαιοσύνης και Οικονομικών». Αυτή η διαδικασία εξάλλου, ακολουθήθηκε πάνω-κάτω και στην υπόθεση της περιβόητης «λίστας Λάγκαρντ» άσχετα αν… ξεχάστηκε στα συρτάρια των υπουργών Οικονομικών Γιώργου Παπακωνσταντίνου και Ευάγγελου Βενιζέλου.
Το UNFOLLOW επιχείρησε να κάνει μέσα στα πλαίσια που του παρέχει ο νόμος ότι ήταν δυνατόν για να πάρει τη λίστα στα χέρια του, ωστόσο σε κάθε προσπάθειά μας πέσαμε πάνω στο τραπεζικό απόρρητο. Σε μια ευνομούμενη χώρα τον λόγο από εδώ και πέρα -και μετά την παρουσίαση των συγκεκριμένων στοιχείων- θα έχει η δικαιοσύνη και οι διωκτικές αρχές για να διαπιστωθεί αν υπάρχει «ελληνική φωτιά» κάτω από τον καπνό της τιμωρίας της EFG.
http://unfollow.com.gr/
ΠΡΕΖΑ TV
24-1-2015
Η είδηση αναφέρει ότι Βρετανική Αρχή Χρηματοπιστωτικών Υπηρεσιών (Financial Services Authority – FSA) επέβαλλε τον Μάρτιο του 2013 πρόστιμο-μαμούθ, ύψους 6 εκ. στερλινών, στην τράπεζα EFG (βασικός μέτοχος της οποίας ήταν τότε ένας από τους πλουσιότερους Έλληνες, ο Σπύρος Λάτσης) για την «παράλειψη της να επιτύχει και να διατηρήσει κανόνες αποτελεσματικής καταπολέμησης της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και ελέγχους σε πελάτες υψηλού κινδύνου». Η τράπεζα δέχτηκε την επιβολή του προστίμου και τα αποτελέσματα της έρευνας, σπεύδοντας μάλιστα να καταφύγει σε συμβιβασμό, αποδεχόμενη μάλιστα να πληρώσει άρον άρον το ποσό, κερδίζοντας με αυτό τον τρόπο ένα κούρεμα της τάξης του 30%. Τελικά κατέβαλε ως πρόστιμο το ποσό των 4.2 εκατ. στερλινών και πέτυχε να κλείσει την υπόθεση προτού πάρει διαστάσεις και κυρίως προτού γίνει γνωστή στην Ελλάδα.
Η EFG Private Bank Ltd δραστηριοποιείται στην Αγγλία και είναι θυγατρική εταιρία Ιδιωτικής Τραπεζικής της EFGI Group, που εδρεύει την Ελβετία και συγκαταλέγεται ανάμεσα στους μεγαλύτερους ιδιωτικούς τραπεζικούς ομίλους παγκοσμίως. Πρόκειται ουσιαστικά για τον τραπεζικό βραχίονα της Eurobank, η οποία στο διάστημα στο οποίο έγινε η έρευνα -από το 2007 μέχρι το 2011- ανήκε στον όμιλο Λάτση (η μεταβίβαση του 44,70% των κοινών μετοχών της Eurobank που κατείχε ο όμιλος EFG σε εννέα νεότερα μέλη της οικογένειας Λάτση έγινε τον Ιούλιο του 2012). Η EFG παρέχει υπηρεσίες private banking και γενικότερης διαχείρισης πλούτου σε μερικά από τα πιο μεγάλα πορτοφόλια του πλανήτη.
Με βάση την έρευνα της FSA προέκυψε ότι η EFG απέτυχε να λάβει τα απαραίτητα μέτρα για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης χρημάτων από παράνομες δραστηριότητες, κοινώς «ξέπλυμα χρήματος» (AML policies) όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται στο πόρισμα των βρετανικών αρχών, το οποίο σημειώνει επίσης την αδυναμία της τράπεζας να προβεί σε ενέργειες για την «καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες (anti – money laundering)». Η FSA διαπίστωσε κατά τον έλεγχο σωρεία παραλήψεων και ελλιπών ελέγχων του πιστωτικού ιδρύματος. Οι παραβάσεις ήταν ιδιαιτέρως σοβαρές και είχαν διάρκεια περισσότερο από τρία χρόνια, όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται στην ιστοσελίδα της βρετανικής χρηματοπιστωτικής αρχής.
Στο τέλος του 2011, περίπου 400 από τους 3.342 λογαριασμούς πελατών της EFG θεωρούνταν «υψηλού κινδύνου» για «ξέπλυμα μαύρου χρήματος» καθώς και για κίνδυνο «φήμης» (reputational risk)! Μάλιστα οι 94 εξ αυτών αφορούσαν «πολιτικά εκτεθειμένα πρόσωπα» (P.E.P: politically exposed persons)! Ουσιαστικά, αυτό σημαίνει πως πρόκειται για τραπεζικούς λογαριασμούς που διατηρούσαν είτε πολιτικοί, είτε συγγενείς τους, είτε στενοί συνεργάτες τους, άνθρωποι, δηλαδή που έχουν με τον έναν ή με τον άλλον τρόπο άμεση συνεργασία με πολιτικά πρόσωπα και σε κάθε περίπτωση κινούνται στον χώρο της πολιτικής.
Στο πλαίσιο ελέγχων που διεξήχθησαν από την FSA για τη διαχείριση του κινδύνου «ξεπλύματος χρήματος» σε περιπτώσεις υψηλού κινδύνου, η δειγματοληπτική έρευνα που πραγματοποιήθηκε στην EFG έδειξε πως οι 17 από τους 36 φακέλους πελατών που εξετάστηκαν για την περίοδο μεταξύ Δεκεμβρίου 2007 και Ιανουαρίου 2011 ήταν «υψηλού ρίσκου ξεπλύματος», χωρίς να έχουν εφαρμοσθεί οι εκ των κανονιστικού πλαισίου επιβεβλημένοι μηχανισμοί και διαδικασίες για τη διαχείριση και την εξάμβλυνση αυτού του κινδύνου. Ταυτόχρονα διαπιστώθηκαν σοβαρότατες παραλείψεις στα αρχεία που οφείλουν να διατηρούν οι τράπεζες, ώστε να καταγράφουν τις κινήσεις των λογαριασμών αυτής της κατηγορίας πελατών τους.
Από τους 17 ύποπτους φακέλους πελατών, η FSA ανακάλυψε έπειτα από τις έρευνές της ότι για τους 13 υπήρχαν ισχυρισμοί για πιθανή εγκληματική δραστηριότητα σχετιζόμενη με απάτη ή διαφθορά. Στο σχετικό κείμενο του πορίσματος μάλιστα αναφέρεται και περίπτωση ενός πελάτη που «κληρονόμησε χρήματα από τον πατέρα του, ο οποίος όμως είχε αντιμετωπίσει κατηγορίες για σχέση με το οργανωμένο έγκλημα, για ξέπλυμα χρήματος και για φόνο». Παρόλα αυτά, σημειώνεται, ότι η τράπεζα απεδέχθη τους συγκεκριμένους πελάτες δίχως επαρκή αιτιολόγηση για την ανεδαφικότητα των κατηγοριών ή και την ανυπαρξία πολιτικών κινήτρων, ενώ παράλληλα δεν υπήρξε τεκμηρίωση αναφορικά με το πώς η Διοίκηση προέβαινε ακόμα και σε άρση περιορισμών συναλλαγών σε περιπτώσεις όπου αυτοί είχαν επιβληθεί από την Επιτροπή Συμμόρφωσης.
Με πιο απλά λόγια, η EFG μένει αναμφίβολα εκτεθειμένη από το πόρισμα της έρευνας, αφού παρουσιάζεται ως μια τραπεζική «μπουτίκ» που δεν προβαίνει στις απαραίτητες νόμιμες ενέργειες και σε αρκετές των περιπτώσεων δεν συμμορφώνεται σύμφωνα με την νομοθεσία. Η δημόσια επίπληξη στις δηλώσεις της επικεφαλής του τμήματος ελέγχων της FCA (Financial Conduct Authority) Τρέισι Μακ Ντέρμοντ καταδεικνύει τη σοβαρότητα των κατηγοριών και τις σοβαρές σκιές που άφησε η υπόθεση.
«Οι πολιτικές ελέγχου της EFG φαίνονταν καλές στη θεωρία, αλλά στην πράξη αποδείχθηκε ότι απέτυχαν να διασφαλίσουν την αντιμετώπιση των κινδύνων ξεπλύματος χρήματος. Αυτές οι αστοχίες δικαιολογούν την επιβολή ενός βαρέως προστίμου από την FCA. Το χρήμα στην Αγγλία πρέπει να παραμείνει καθαρό», ήταν η χαρακτηριστική δήλωση της Τρέισι Μακ Ντέρμοντ στην ιστοσελίδα της FCA.
Φαίνεται ωστόσο ότι η σοβαρότητα των κατηγοριών, το πρόστιμο μαμούθ που επιβλήθηκε στην EFG, αλλά και η σωρεία των παραβιάσεων, δεν εξέπληξε πολλούς στη χώρα μας. Σχεδόν κανείς δεν ασχολήθηκε, ούτε καν από δημοσιογραφικής πλευράς, παρότι πρόκειται για μια είδηση που έχει αναρτηθεί στην ιστοσελίδα της FCA από τον περασμένο Απρίλιο. Το θέμα όμως φαίνεται ότι δεν απασχόλησε ούτε την ελληνική πολιτεία. Σε μια εποχή που ήταν ακόμη νωπές οι πολιτικές διαμάχες για την περιβόητη λίστα Λαγκάρντ που σχεδόν μονοπώλησε την ειδησεογραφία για μήνες, δεν βρέθηκε ούτε ένα πολιτικό στέλεχος να ασχοληθεί με το θέμα. Ρωτάμε λοιπόν:
Πρώτον: Στο πλαίσιο της καλής λειτουργίας και του κοινού μετώπου καταπολέμησης του μαύρου χρήματος και της διαφθοράς -που διακηρύσσει η ΕΕ- ενημερώθηκε ή όχι η Τράπεζα της Ελλάδος από την κεντρική τράπεζα της Αγγλίας;
Δεύτερον: Αν έχει ενημερωθεί επίσημα ή ανεπίσημα, ενδιαφέρθηκε κανείς να δώσει μια συνέχεια στο ζήτημα και να εξετάσει την υπόθεση από την σκοπιά της εμπλοκής και ελλήνων πολιτών στην υπόθεση;
Ένας κοινός νους που θα διαβάσει όλα τα παραπάνω, όπου γίνεται λόγος για εμπλοκή 94 πολιτικών προσώπων, δεν μπορεί παρά να σκεφτεί το αυτονόητο: Ότι πρόκειται για μια πραγματική λίστα 94 «πραγματικών προσώπων» που θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί για να βρεθούν σημαντικά στοιχεία για ενδεχόμενες παραβατικές συμπεριφορές δικών μας πολιτικών. Ήταν και οι 94 Άγγλοι, Γάλλοι, Πορτογάλοι κτλ; Δεν υπήρχε κανένας έλληνας πολιτικός στη λίστα, όταν το 59% των πελατών της τράπεζας εδρεύουν εκτός Αγγλίας; Το γνωρίζουν αυτό οι ελληνικές αρχές; Ρώτησαν; Τους απάντησαν; Έμαθαν;
Πάντως Έλληνες πολιτικοί αλλά και άνθρωποι του τραπεζικού χώρου με τους οποίους ήρθε σε επαφή το UNFOLLOW, έσπευσαν να μας ξεκαθαρίσουν: «Από τη στιγμή που το πόρισμα της Βρετανικής Αρχής Χρηματοπιστωτικών Υπηρεσιών κάνει λόγο για «λαθρεμπόριο» και «ξέπλυμα μαύρου χρήματος», η Τράπεζα της Αγγλίας, βάσει των διεθνών αλλά και των ευρωπαϊκών συνθηκών, έπρεπε να ενημερώσει την Τράπεζα της Ελλάδας και αυτή με την σειρά την κυβέρνηση και πρωτίστως τις ηγεσίες των υπουργείων Δικαιοσύνης και Οικονομικών». Αυτή η διαδικασία εξάλλου, ακολουθήθηκε πάνω-κάτω και στην υπόθεση της περιβόητης «λίστας Λάγκαρντ» άσχετα αν… ξεχάστηκε στα συρτάρια των υπουργών Οικονομικών Γιώργου Παπακωνσταντίνου και Ευάγγελου Βενιζέλου.
Το UNFOLLOW επιχείρησε να κάνει μέσα στα πλαίσια που του παρέχει ο νόμος ότι ήταν δυνατόν για να πάρει τη λίστα στα χέρια του, ωστόσο σε κάθε προσπάθειά μας πέσαμε πάνω στο τραπεζικό απόρρητο. Σε μια ευνομούμενη χώρα τον λόγο από εδώ και πέρα -και μετά την παρουσίαση των συγκεκριμένων στοιχείων- θα έχει η δικαιοσύνη και οι διωκτικές αρχές για να διαπιστωθεί αν υπάρχει «ελληνική φωτιά» κάτω από τον καπνό της τιμωρίας της EFG.
http://unfollow.com.gr/
ΠΡΕΖΑ TV
24-1-2015
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου