Στη σημερινή εποχή τελικά τίποτα δεν μπορεί να θεωρηθεί καθοριστικής σημασίαςΣ. Αμέσως μετά την όποια πολιτική νίκη, ακολουθούν νέα άγχη και εκπλήξεις. Ο Ματέο Ρέντσι, όπως όλα δείχνουν, θα καταφέρει τη Δευτέρα να εξασφαλίσει την οριστική έγκριση του εκλογικού νόμου.
Το ρεπορτάζ του Θόδωρου Ανδρεάδη Συγγελάκη για την Εφημερίδα των Συντακτών:
Παρά τις αντιδράσεις της αριστερής πτέρυγας των Δημοκρατικών, η Βουλή της Ρώμης έδωσε μέσα σε δύο ημέρες τρεις ψήφους εμπιστοσύνης στην ιταλική κυβέρνηση.
Ο Ρέντσι πανηγύρισε και υπογράμμισε για ακόμη μια φορά ότι «αυτή είναι η περίοδος του θάρρους, είναι η κυβέρνηση του θάρρους και όχι όσων μένουν αγκιστρωμένοι στην καρέκλα τους».
Με τον νέο εκλογικό νόμο προβλέπεται μπόνους εδρών για το κόμμα που θα καταφέρνει να ξεπερνά το 40% των ψήφων ή, σε διαφορετική περίπτωση, δεύτερος γύρος με τη συμμετοχή των πρώτων δύο κομμάτων.
Παράλληλα, το όριο για την είσοδο στη Βουλή τίθεται στο 3% των ψήφων, ενώ οι επικεφαλής των ψηφοδελτίων θα επιλέγονται από τα κόμματα και θα εκλέγονται αυτόματα.
Η κύρια κριτική πολλών πολιτικολόγων είναι ότι με την εκλογική αυτή μεταρρύθμιση -που ο Ρέντσι θέλησε να ονομάσει Italicum- θα υπάρξει υπερσυγκέντρωση εξουσιών στα χέρια του αρχηγού του πρώτου κόμματος, χωρίς παράλληλα να λαμβάνεται υπόψη η αρχή της αντιπροσώπευσης των πολιτών, στην οποία έχει αναφερθεί με έμφαση και το Συνταγματικό Δικαστήριο της Ιταλίας.
Η εσωκομματική αντιπολίτευση κατηγορεί τον Ιταλό πρωθυπουργό και πρώην δήμαρχο της Φλωρεντίας ότι επέλεξε την προσφυγή στην ψήφο εμπιστοσύνης για να ταπεινώσει τους «αντάρτες» και να δείξει ότι ουσιαστικά έχει ήδη εξασφαλίσει το δικαίωμα να αποφασίζει και να διατάσσει.
Την ίδια ώρα, γίνονται όλο και εντονότερες οι φήμες που θέλουν ένα μέρος των βουλευτών της Φόρτσα Ιτάλια, με επικεφαλής τον πρώην στενό συνεργάτη του Μπερλουσκόνι, Ντένις Βερντίνι, έτοιμο να προσχωρήσει ή να στηρίξει στο Κοινοβούλιο το Δημοκρατικό Κόμμα και την κυβέρνηση. Κάτι που θα προκαλούσε ακόμη μια μετριοπαθέστερη στροφή του Ρέντσι και των υπουργών του.
Οπως είπαμε, όμως, στη σημερινή εποχή κανενός είδους πολιτική νίκη δεν μπορεί να εγγυηθεί ήρεμη πορεία για μια σχετικά μακρά χρονική περίοδο: λίγες ώρες μετά την παροχή της πρώτης ψήφου εμπιστοσύνης, το ιταλικό Ινστιτούτο Στατιστικής Istat έκανε γνωστό ότι τον περασμένο Φεβρουάριο η ανεργία άγγιξε και πάλι το 13% και ότι εκείνη των νέων μέχρι 25 ετών έφτασε στο 43,1%.
Ψυχρολουσία για τον επικεφαλής της κυβέρνησης της Ρώμης, ο οποίος πριν από τρεις μήνες είχε εξασφαλίσει την έγκριση -με ακόμη μία ψήφο εμπιστοσύνης- της μεταρρύθμισης του εργασιακού.
Η κύρια φιλοσοφία της μεταρρύθμισης αυτής είναι ότι η απασχόληση θα αυξηθεί χάρη στην επέκταση των συμβάσεων αορίστου χρόνου, αλλά και στη μεγαλύτερη ευχέρεια των εργοδοτών να προχωρούν σε απολύσεις, καταβάλλοντας απλώς χρηματική αποζημίωση.
Ομως τα πρώτα στοιχεία του στατιστικού ινστιτούτου δείχνουν ότι η λογική αυτή δεν φέρνει αποτελέσματα και το συνδικάτο Cgil, το μεγαλύτερο της χώρας, σχολίασε άμεσα ότι «αποδεικνύεται πως με το να αυξάνεις τη δυνατότητα να εκβιάζεις τους εργαζομένους δεν ενισχύεται η απασχόληση».
Και σαν να μην έφτανε στον Ματέο ο πρώτος πονοκέφαλος, προστέθηκε και δεύτερος, ακόμη ισχυρότερος: το Συνταγματικό Δικαστήριο αποφάνθηκε ότι το «πάγωμα» της αναπροσαρμογής των συντάξεων για μια διετία, που είχε αποφασίσει η κυβέρνηση Μόντι το 2011, είναι αντισυνταγματικό.
Το μέτρο αφορούσε τους πολίτες με συντάξεις από 1.400 ευρώ και πάνω και το ιταλικό κράτος καλείται τώρα να τους επιστρέψει 4,8 δισεκατομμύρια ευρώ.
«Θα μελετήσουμε σε βάθος την απόφαση και θα βρούμε μια λύση» διαρρέεται από το κυβερνητικό μέγαρο της Ρώμης, αλλά το σοκ είναι μεγάλο, διότι αναθεωρείται πιθανώς η συνολική δαπάνη για τις συντάξεις.
Ο ενθουσιασμός του Ρέντσι για τον εκλογικό νόμο μετατράπηκε αμέσως σε σκεπτικισμό και απογοήτευση…
πηγή: Εφημερίδα των Συντακτών
ΠΡΕΖΑ TV
3-5-2015
Το ρεπορτάζ του Θόδωρου Ανδρεάδη Συγγελάκη για την Εφημερίδα των Συντακτών:
Παρά τις αντιδράσεις της αριστερής πτέρυγας των Δημοκρατικών, η Βουλή της Ρώμης έδωσε μέσα σε δύο ημέρες τρεις ψήφους εμπιστοσύνης στην ιταλική κυβέρνηση.
Ο Ρέντσι πανηγύρισε και υπογράμμισε για ακόμη μια φορά ότι «αυτή είναι η περίοδος του θάρρους, είναι η κυβέρνηση του θάρρους και όχι όσων μένουν αγκιστρωμένοι στην καρέκλα τους».
Με τον νέο εκλογικό νόμο προβλέπεται μπόνους εδρών για το κόμμα που θα καταφέρνει να ξεπερνά το 40% των ψήφων ή, σε διαφορετική περίπτωση, δεύτερος γύρος με τη συμμετοχή των πρώτων δύο κομμάτων.
Παράλληλα, το όριο για την είσοδο στη Βουλή τίθεται στο 3% των ψήφων, ενώ οι επικεφαλής των ψηφοδελτίων θα επιλέγονται από τα κόμματα και θα εκλέγονται αυτόματα.
Η κύρια κριτική πολλών πολιτικολόγων είναι ότι με την εκλογική αυτή μεταρρύθμιση -που ο Ρέντσι θέλησε να ονομάσει Italicum- θα υπάρξει υπερσυγκέντρωση εξουσιών στα χέρια του αρχηγού του πρώτου κόμματος, χωρίς παράλληλα να λαμβάνεται υπόψη η αρχή της αντιπροσώπευσης των πολιτών, στην οποία έχει αναφερθεί με έμφαση και το Συνταγματικό Δικαστήριο της Ιταλίας.
Η εσωκομματική αντιπολίτευση κατηγορεί τον Ιταλό πρωθυπουργό και πρώην δήμαρχο της Φλωρεντίας ότι επέλεξε την προσφυγή στην ψήφο εμπιστοσύνης για να ταπεινώσει τους «αντάρτες» και να δείξει ότι ουσιαστικά έχει ήδη εξασφαλίσει το δικαίωμα να αποφασίζει και να διατάσσει.
Την ίδια ώρα, γίνονται όλο και εντονότερες οι φήμες που θέλουν ένα μέρος των βουλευτών της Φόρτσα Ιτάλια, με επικεφαλής τον πρώην στενό συνεργάτη του Μπερλουσκόνι, Ντένις Βερντίνι, έτοιμο να προσχωρήσει ή να στηρίξει στο Κοινοβούλιο το Δημοκρατικό Κόμμα και την κυβέρνηση. Κάτι που θα προκαλούσε ακόμη μια μετριοπαθέστερη στροφή του Ρέντσι και των υπουργών του.
Οπως είπαμε, όμως, στη σημερινή εποχή κανενός είδους πολιτική νίκη δεν μπορεί να εγγυηθεί ήρεμη πορεία για μια σχετικά μακρά χρονική περίοδο: λίγες ώρες μετά την παροχή της πρώτης ψήφου εμπιστοσύνης, το ιταλικό Ινστιτούτο Στατιστικής Istat έκανε γνωστό ότι τον περασμένο Φεβρουάριο η ανεργία άγγιξε και πάλι το 13% και ότι εκείνη των νέων μέχρι 25 ετών έφτασε στο 43,1%.
Ψυχρολουσία για τον επικεφαλής της κυβέρνησης της Ρώμης, ο οποίος πριν από τρεις μήνες είχε εξασφαλίσει την έγκριση -με ακόμη μία ψήφο εμπιστοσύνης- της μεταρρύθμισης του εργασιακού.
Η κύρια φιλοσοφία της μεταρρύθμισης αυτής είναι ότι η απασχόληση θα αυξηθεί χάρη στην επέκταση των συμβάσεων αορίστου χρόνου, αλλά και στη μεγαλύτερη ευχέρεια των εργοδοτών να προχωρούν σε απολύσεις, καταβάλλοντας απλώς χρηματική αποζημίωση.
Ομως τα πρώτα στοιχεία του στατιστικού ινστιτούτου δείχνουν ότι η λογική αυτή δεν φέρνει αποτελέσματα και το συνδικάτο Cgil, το μεγαλύτερο της χώρας, σχολίασε άμεσα ότι «αποδεικνύεται πως με το να αυξάνεις τη δυνατότητα να εκβιάζεις τους εργαζομένους δεν ενισχύεται η απασχόληση».
Και σαν να μην έφτανε στον Ματέο ο πρώτος πονοκέφαλος, προστέθηκε και δεύτερος, ακόμη ισχυρότερος: το Συνταγματικό Δικαστήριο αποφάνθηκε ότι το «πάγωμα» της αναπροσαρμογής των συντάξεων για μια διετία, που είχε αποφασίσει η κυβέρνηση Μόντι το 2011, είναι αντισυνταγματικό.
Το μέτρο αφορούσε τους πολίτες με συντάξεις από 1.400 ευρώ και πάνω και το ιταλικό κράτος καλείται τώρα να τους επιστρέψει 4,8 δισεκατομμύρια ευρώ.
«Θα μελετήσουμε σε βάθος την απόφαση και θα βρούμε μια λύση» διαρρέεται από το κυβερνητικό μέγαρο της Ρώμης, αλλά το σοκ είναι μεγάλο, διότι αναθεωρείται πιθανώς η συνολική δαπάνη για τις συντάξεις.
Ο ενθουσιασμός του Ρέντσι για τον εκλογικό νόμο μετατράπηκε αμέσως σε σκεπτικισμό και απογοήτευση…
πηγή: Εφημερίδα των Συντακτών
ΠΡΕΖΑ TV
3-5-2015
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου