Δευτέρα, Φεβρουαρίου 06, 2017

ΒΟΥΛΓΑΡΙΑ: Ο ΠΑΡΑΔΕΙΣΟΣ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΑΦΜ ΚΑΙ ΤΩΝ OFFSHORE ΣΕ ΓΝΩΣΗ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΝ

Πόσες είναι πραγματικά οι ελληνικές εταιρείες που ανθούν στη γείτονα χώρα εκμεταλλευόμενες το ευνοϊκότερο φορολογικό καθεστώς και άλλα προνόμια;

Πότε και γιατί ξεκίνησε η... εξαγωγή; Τι άλλαξε στα χρόνια της κρίσης και πού βρίσκεται σήμερα η κατάσταση;

Η «Εφ.Συν.» ερεύνησε την εξέλιξη του φαινομένου, μίλησε με επιχειρηματίες που δραστηριοποιούνται μεταξύ Ελλάδας και Βουλγαρίας, ενώ παράλληλα παρουσιάζει αναλυτικά τα συμπεράσματα διδακτορικής μελέτης του Ελληνα ερευνητή του Πανεπιστημίου του Μπρίστολ, Νίκου Καπιτσίνη, που αναιρούν τμήματα της κυρίαρχης αφήγησης για το φαινόμενο... βουλγαροποίησης των ελληνικών εταιρειών.
Στην κοιλάδα του ποταμού Στρυμόνα, στους πρόποδες των βουλγαρικών βουνών Ρίλα και Πιρίν, 100 χιλιόμετρα νότια από τη Σόφια, βρίσκεται μια πόλη 75.000 κατοίκων, το Μπλαγκόεβγκραντ.

Πρωτεύουσα του ομώνυμου νομού, στον οποίο μεταξύ άλλων βρίσκεται το κοσμοπολίτικο Μπάνσκο.

Αυτή η «αδελφοποιημένη» με τις Σέρρες πόλη, που στα βουλγαρικά σημαίνει «καλοσυνάτη», κοντά στα σύνορα με την ΠΓΔΜ, αποτελεί την τελευταία δεκαετία αγαπημένο προορισμό Ελλήνων επιχειρηματιών και μικρομεσαίων επιχειρήσεων.


Δεν πάνε για σκι όπως στο Μπάνσκο. Το 46% των ελληνικών επιχειρήσεων που έχουν μετακομίσει στη γείτονα μετά την κρίση του 2008 έχουν την έδρα τους στην περιφέρεια του Μπλαγκόεβγκραντ.

Σε μια απλή αναζήτηση στο διαδίκτυο, εντοπίζονται 78.100 καταχωρίσεις στο λήμμα «ίδρυση εταιρείας στη Βουλγαρία».




Η μεταφορά της ελληνικής επιχειρηματικότητας ειδικά στη Βουλγαρία προϋπάρχει της επιδείνωσης της οικονομίας των τελευταίων χρόνων και εντοπίζεται ως μαζικό φαινόμενο ήδη από τα τέλη της δεκαετίας του 1990.

Το Μπλαγκόεβγκραντ, δύο ώρες από τη Θεσσαλονίκη, συγκέντρωνε πριν από το 2007 ήδη το 55% των ελληνικών συμφερόντων επιχειρήσεων.

Αυτό που συμβαίνει όμως τους τελευταίους μήνες στις μεγαλύτερες πόλεις της Ελλάδας δεν έχει προηγούμενο.

Ορκωτοί λογιστές, ειδικοί «βουλγαρολόγοι» φοροτεχνικοί, δικηγόροι με ειδίκευση στο είδος παραδίδουν εντατικά σεμινάρια συμβουλευτικής για επιχειρήσεις και ελεύθερους επαγγελματίες που σκοπεύουν να ανοίξουν ή να επεκτείνουν την επιχείρησή τους στη Βουλγαρία και δευτερευόντως στην Κύπρο.

Τα σεμινάρια αυτά κοστίζουν 150-200 ευρώ ημερησίως και υπόσχονται εγγυημένη επιτυχία και διευκόλυνση της επιχειρηματικότητας.

«Γρήγορα, εύκολα, άψογα», «δωρεάν έδρα, Ελληνες δικηγόροι» είναι μερικά από τα σλόγκαν των διαφημιζομένων σε έναν κλάδο που μοιάζει και αυτός πλέον κορεσμένος.

Μόνο στο λήμμα «σεμινάρια ίδρυσης εταιρείας στη Βουλγαρία» εντοπίζονται διαδικτυακά 41.100 διακριτές καταχωρίσεις.

Μόνο μέσα στο 2016 περισσότερες από 5.000 επιχειρήσεις άνοιξαν ΑΦΜ στη Βουλγαρία προκειμένου να έχουν τραπεζικούς λογαριασμούς και να προσπελάσουν τους περιορισμούς των capital controls.

Συνολικά υπολογίζεται πως πάνω από 20.000 ΑΦΜ ελληνικών συμφερόντων υπάρχουν στη γείτονα χώρα, όμως στην πραγματικότητα, βάσει των στοιχείων που παρουσιάζουμε σήμερα, ο πραγματικός αριθμός των ελληνικών επιχειρήσεων, αν και δύσκολο να προσδιοριστεί επακριβώς, δεν ξεπερνά τις 3.000, οι περισσότερες μικρομεσαίες.

Ο αντίστοιχος αριθμός το 2006 εκτιμάται σε 1.000. Είναι τόσο μεγάλη η ζήτηση για έναρξη ελληνικών επιχειρήσεων, που οι φοροτεχνικές εταιρείες οι οποίες ασχολούνται μόνο με αυτό το θέμα έχουν αυξηθεί κατακόρυφα τα τελευταία χρόνια στη Βουλγαρία, ενώ ο ανταγωνισμός μεταξύ τους είναι σκληρός και συχνά αθέμιτος.

Η μελέτη

Η «Εφ.Συν.» παρουσιάζει αναλυτικά τα συμπεράσματα διδακτορικής μελέτης του Ελληνα ερευνητή του Πανεπιστημίου του Μπρίστολ, Νίκου Καπιτσίνη, που αναιρούν τμήματα της κυρίαρχης αφήγησης για το φαινόμενο.

Επιπλέον, συναντήσαμε λογιστές, επιχειρηματίες και ελεύθερους επαγγελματίες που είτε έχουν μεταφέρει την έδρα τους στη Βουλγαρία είτε προσανατολίζονται να το πράξουν άμεσα, ειδικά μετά την ψήφιση του νέου ασφαλιστικού νομοσχεδίου.

«Παράδειγμα εξωστρέφειας οι ελληνικές επιχειρήσεις στη Βουλγαρία, οι οποίες έφυγαν και αποφάσισαν να επενδύσουν εκτός Ελλάδας, αυξάνοντας με αυτόν τον τρόπο τη δική τους δυναμική», δήλωσε τον περασμένο Νοέμβριο από τη Σόφια ο Κυριάκος Μητσοτάκης.

Τι είδους επιχειρήσεις όμως είναι αυτές, ποιοι είναι και τι πέτυχαν στ’ αλήθεια, ποιοι ήταν οι ουσιαστικοί λόγοι της μετάβασης στη γείτονα χώρα και πόσο ευνοημένη είναι η βουλγαρική οικονομία που για κάποιους αποτελεί παράδειγμα προς μίμηση;

Γιατί άραγε οι κυβερνήσεις των τελευταίων χρόνων που διατείνονται ότι «κυνηγούν» τη φοροδιαφυγή και τις «τριγωνικές συναλλαγές α λα βουλγαρικά», ταυτόχρονα εξωθούν Ελληνες φορολογουμένους να «επιχειρήσουν» στη βαλκανική οδό;

Η λάθος συνταγή των Μνημονίων

«Στόχος μας είναι ο εντοπισμός των επίπλαστων καταστάσεων, που ορισμένοι φορολογούμενοι δημιουργούν, εκμεταλλευόμενοι κατά τρόπο καταχρηστικό τις ελευθερίες που παρέχει το δίκαιο της Ε.Ε., αλλά και να εφαρμόσουμε τη φορολογική νομοθεσία, η οποία περιλαμβάνει προβλέψεις ακριβώς για την αντιμετώπιση τέτοιων καταχρηστικών πρακτικών».

Του Γιώργου Πιτσιλή*

Από τα ευρήματα της πρωτότυπης διδακτορικής εργασίας του ερευνητή Νίκου Καπιτσίνη, σε πολιτικό επίπεδο επιβεβαιώνεται με ποσοτικά στοιχεία «η λανθασμένη προσήλωση των ελληνικών κυβερνήσεων (σ.σ. και των δανειστών) στη μείωση του εργατικού κόστους.

Αποδεικνύεται πως η περικοπή του εργατικού κόστους όχι μόνο δεν προσελκύει επενδύσεις, αλλά χιλιάδες επιχειρήσεις έχουν αποχωρήσει από την Ελλάδα εξαιτίας της μείωσης της κερδοφορίας τους.

Θεωρείται δεδομένο πως οι επιχειρηματίες θα εξακολουθήσουν να μεταφέρουν τις εταιρείες τους όσο θα συνεχίζονται οι πολιτικές λιτότητας και περικοπών που εφαρμόζονται τα τελευταία έξι έτη.

Η μείωση του εργατικού κόστους έχει επιφέρει μεγάλη πτώση της εσωτερικής ζήτησης, η οποία προστέθηκε στη δυσκολία εξωτερικής χρηματοδότησης, την κατάρρευση της εμπιστοσύνης και την αύξηση της φορολογίας, του κόστους ενέργειας και της μη ευελιξίας του κράτους, συνθέτοντας ένα εξαιρετικά δυσμενές οικονομικό και θεσμικό περιβάλλον», υπογραμμίζεται στη μελέτη του Πανεπιστημίου του Μπρίστολ.

Η έρευνα για τις ελληνικές επιχειρήσεις στη Βουλγαρία χωρίζεται σε δύο χρονικές περιόδους, η πρώτη αναφέρεται στην περίοδο 1991-2007 και η δεύτερη από το 2008 μέχρι σήμερα.

Βουλγαρία, μια παλιά αγάπη

Τράπεζες, ασφαλιστικές και κατασκευαστικές εταιρείες από τα μέσα της δεκαετίας του 1990 αποφάσισαν να επεκταθούν στην αγορά της Βουλγαρίας.

Η βιομηχανία, και κυρίως η κλωστοϋφαντουργία, υπήρξε ο κυρίαρχος κλάδος που μετακινήθηκε στην περίοδο πριν από το 2007.

Το μεγαλύτερο ποσοστό των ελληνικών βιομηχανικών εταιρειών που είχαν εγκατασταθεί στη Βουλγαρία πριν από το 2007 σταδιακά αποχώρησε από τη βουλγαρική επικράτεια προς πιο κερδοφόρες περιφέρειες στις αναπτυσσόμενες οικονομίες της Ασίας, ειδικά μετά το 2007 και το ξέσπασμα της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης.

Εν αντιθέσει, οι εταιρείες που δραστηριοποιούνται στον κλάδο του εμπορίου, των κατασκευών και των υπηρεσιών παροχής καταλύματος και εστίασης έχουν αυξηθεί σημαντικά.

Η αύξηση των εταιρειών του τελευταίου κλάδου μπορεί να εξηγηθεί, εν μέρει, και από τη ροπή των Ελλήνων επιχειρηματιών να εκμεταλλευτούν τον μεγάλο αριθμό Ελλήνων (φοιτητών και άλλων επιχειρηματιών) στη Βουλγαρία, προσφέροντας τέτοιου είδους υπηρεσίες.

Για παράδειγμα, επιχειρηματίας διατηρούσε συνεργείο επισκευής οχημάτων στη Β. Ελλάδα μέχρι το 2014, όταν αποφάσισε να δραστηριοποιηθεί στην πόλη Πετρίτσι στον τομέα της εστίασης.

Ο ίδιος δήλωσε ότι «άνοιξα εστιατόριο εδώ, αφού στην πόλη υπάρχουν πολλοί Ελληνες επιχειρηματίες».

Ωστόσο, η συγκεκριμένη επιχείρηση έκλεισε ύστερα από έξι μήνες, διότι η ζήτηση δεν ήταν στα απαραίτητα επίπεδα, ενώ εμφανίστηκαν πολλά απρόοπτα έξοδα για την εταιρεία.

ΕΛΛΑΔΑ
Βουλγαρία: Ο παράδεισος των ελληνικών ΑΦΜ
voulgaria-blagoevgrad.jpg
Μπλαγκόεβγκραντ Βουλγαρίας
06.02.2017, 15:33 | Ετικέτες:  Βουλγαρία, επιχειρήσεις, Εφορία, φόροι, Ελλάδα
Συντάκτης: Κώστας Ζαφειρόπουλος
Πόσες είναι πραγματικά οι ελληνικές εταιρείες που ανθούν στη γείτονα χώρα εκμεταλλευόμενες το ευνοϊκότερο φορολογικό καθεστώς και άλλα προνόμια;

Πότε και γιατί ξεκίνησε η... εξαγωγή; Τι άλλαξε στα χρόνια της κρίσης και πού βρίσκεται σήμερα η κατάσταση;

Η «Εφ.Συν.» ερεύνησε την εξέλιξη του φαινομένου, μίλησε με επιχειρηματίες που δραστηριοποιούνται μεταξύ Ελλάδας και Βουλγαρίας, ενώ παράλληλα παρουσιάζει αναλυτικά τα συμπεράσματα διδακτορικής μελέτης του Ελληνα ερευνητή του Πανεπιστημίου του Μπρίστολ, Νίκου Καπιτσίνη, που αναιρούν τμήματα της κυρίαρχης αφήγησης για το φαινόμενο... βουλγαροποίησης των ελληνικών εταιρειών.

Χάρτης Βουλγαρίας
Στην κοιλάδα του ποταμού Στρυμόνα, στους πρόποδες των βουλγαρικών βουνών Ρίλα και Πιρίν, 100 χιλιόμετρα νότια από τη Σόφια, βρίσκεται μια πόλη 75.000 κατοίκων, το Μπλαγκόεβγκραντ.

Πρωτεύουσα του ομώνυμου νομού, στον οποίο μεταξύ άλλων βρίσκεται το κοσμοπολίτικο Μπάνσκο.

Αυτή η «αδελφοποιημένη» με τις Σέρρες πόλη, που στα βουλγαρικά σημαίνει «καλοσυνάτη», κοντά στα σύνορα με την ΠΓΔΜ, αποτελεί την τελευταία δεκαετία αγαπημένο προορισμό Ελλήνων επιχειρηματιών και μικρομεσαίων επιχειρήσεων.

Δεν πάνε για σκι όπως στο Μπάνσκο. Το 46% των ελληνικών επιχειρήσεων που έχουν μετακομίσει στη γείτονα μετά την κρίση του 2008 έχουν την έδρα τους στην περιφέρεια του Μπλαγκόεβγκραντ.

Σε μια απλή αναζήτηση στο διαδίκτυο, εντοπίζονται 78.100 καταχωρίσεις στο λήμμα «ίδρυση εταιρείας στη Βουλγαρία».

Η μεταφορά της ελληνικής επιχειρηματικότητας ειδικά στη Βουλγαρία προϋπάρχει της επιδείνωσης της οικονομίας των τελευταίων χρόνων και εντοπίζεται ως μαζικό φαινόμενο ήδη από τα τέλη της δεκαετίας του 1990.

Το Μπλαγκόεβγκραντ, δύο ώρες από τη Θεσσαλονίκη, συγκέντρωνε πριν από το 2007 ήδη το 55% των ελληνικών συμφερόντων επιχειρήσεων.

Αυτό που συμβαίνει όμως τους τελευταίους μήνες στις μεγαλύτερες πόλεις της Ελλάδας δεν έχει προηγούμενο.

Ορκωτοί λογιστές, ειδικοί «βουλγαρολόγοι» φοροτεχνικοί, δικηγόροι με ειδίκευση στο είδος παραδίδουν εντατικά σεμινάρια συμβουλευτικής για επιχειρήσεις και ελεύθερους επαγγελματίες που σκοπεύουν να ανοίξουν ή να επεκτείνουν την επιχείρησή τους στη Βουλγαρία και δευτερευόντως στην Κύπρο.

Τα σεμινάρια αυτά κοστίζουν 150-200 ευρώ ημερησίως και υπόσχονται εγγυημένη επιτυχία και διευκόλυνση της επιχειρηματικότητας.

«Γρήγορα, εύκολα, άψογα», «δωρεάν έδρα, Ελληνες δικηγόροι» είναι μερικά από τα σλόγκαν των διαφημιζομένων σε έναν κλάδο που μοιάζει και αυτός πλέον κορεσμένος.

Μόνο στο λήμμα «σεμινάρια ίδρυσης εταιρείας στη Βουλγαρία» εντοπίζονται διαδικτυακά 41.100 διακριτές καταχωρίσεις.

Μόνο μέσα στο 2016 περισσότερες από 5.000 επιχειρήσεις άνοιξαν ΑΦΜ στη Βουλγαρία προκειμένου να έχουν τραπεζικούς λογαριασμούς και να προσπελάσουν τους περιορισμούς των capital controls.

Συνολικά υπολογίζεται πως πάνω από 20.000 ΑΦΜ ελληνικών συμφερόντων υπάρχουν στη γείτονα χώρα, όμως στην πραγματικότητα, βάσει των στοιχείων που παρουσιάζουμε σήμερα, ο πραγματικός αριθμός των ελληνικών επιχειρήσεων, αν και δύσκολο να προσδιοριστεί επακριβώς, δεν ξεπερνά τις 3.000, οι περισσότερες μικρομεσαίες.

Ο αντίστοιχος αριθμός το 2006 εκτιμάται σε 1.000. Είναι τόσο μεγάλη η ζήτηση για έναρξη ελληνικών επιχειρήσεων, που οι φοροτεχνικές εταιρείες οι οποίες ασχολούνται μόνο με αυτό το θέμα έχουν αυξηθεί κατακόρυφα τα τελευταία χρόνια στη Βουλγαρία, ενώ ο ανταγωνισμός μεταξύ τους είναι σκληρός και συχνά αθέμιτος.

Η μελέτη

Η «Εφ.Συν.» παρουσιάζει αναλυτικά τα συμπεράσματα διδακτορικής μελέτης του Ελληνα ερευνητή του Πανεπιστημίου του Μπρίστολ, Νίκου Καπιτσίνη, που αναιρούν τμήματα της κυρίαρχης αφήγησης για το φαινόμενο.

Επιπλέον, συναντήσαμε λογιστές, επιχειρηματίες και ελεύθερους επαγγελματίες που είτε έχουν μεταφέρει την έδρα τους στη Βουλγαρία είτε προσανατολίζονται να το πράξουν άμεσα, ειδικά μετά την ψήφιση του νέου ασφαλιστικού νομοσχεδίου.

«Παράδειγμα εξωστρέφειας οι ελληνικές επιχειρήσεις στη Βουλγαρία, οι οποίες έφυγαν και αποφάσισαν να επενδύσουν εκτός Ελλάδας, αυξάνοντας με αυτόν τον τρόπο τη δική τους δυναμική», δήλωσε τον περασμένο Νοέμβριο από τη Σόφια ο Κυριάκος Μητσοτάκης.

Τι είδους επιχειρήσεις όμως είναι αυτές, ποιοι είναι και τι πέτυχαν στ’ αλήθεια, ποιοι ήταν οι ουσιαστικοί λόγοι της μετάβασης στη γείτονα χώρα και πόσο ευνοημένη είναι η βουλγαρική οικονομία που για κάποιους αποτελεί παράδειγμα προς μίμηση;

Γιατί άραγε οι κυβερνήσεις των τελευταίων χρόνων που διατείνονται ότι «κυνηγούν» τη φοροδιαφυγή και τις «τριγωνικές συναλλαγές α λα βουλγαρικά», ταυτόχρονα εξωθούν Ελληνες φορολογουμένους να «επιχειρήσουν» στη βαλκανική οδό;

Η λάθος συνταγή των Μνημονίων

«Στόχος μας είναι ο εντοπισμός των επίπλαστων καταστάσεων, που ορισμένοι φορολογούμενοι δημιουργούν, εκμεταλλευόμενοι κατά τρόπο καταχρηστικό τις ελευθερίες που παρέχει το δίκαιο της Ε.Ε., αλλά και να εφαρμόσουμε τη φορολογική νομοθεσία, η οποία περιλαμβάνει προβλέψεις ακριβώς για την αντιμετώπιση τέτοιων καταχρηστικών πρακτικών».

Του Γιώργου Πιτσιλή*

Από τα ευρήματα της πρωτότυπης διδακτορικής εργασίας του ερευνητή Νίκου Καπιτσίνη, σε πολιτικό επίπεδο επιβεβαιώνεται με ποσοτικά στοιχεία «η λανθασμένη προσήλωση των ελληνικών κυβερνήσεων (σ.σ. και των δανειστών) στη μείωση του εργατικού κόστους.

Αποδεικνύεται πως η περικοπή του εργατικού κόστους όχι μόνο δεν προσελκύει επενδύσεις, αλλά χιλιάδες επιχειρήσεις έχουν αποχωρήσει από την Ελλάδα εξαιτίας της μείωσης της κερδοφορίας τους.

Θεωρείται δεδομένο πως οι επιχειρηματίες θα εξακολουθήσουν να μεταφέρουν τις εταιρείες τους όσο θα συνεχίζονται οι πολιτικές λιτότητας και περικοπών που εφαρμόζονται τα τελευταία έξι έτη.

Η μείωση του εργατικού κόστους έχει επιφέρει μεγάλη πτώση της εσωτερικής ζήτησης, η οποία προστέθηκε στη δυσκολία εξωτερικής χρηματοδότησης, την κατάρρευση της εμπιστοσύνης και την αύξηση της φορολογίας, του κόστους ενέργειας και της μη ευελιξίας του κράτους, συνθέτοντας ένα εξαιρετικά δυσμενές οικονομικό και θεσμικό περιβάλλον», υπογραμμίζεται στη μελέτη του Πανεπιστημίου του Μπρίστολ.

Η έρευνα για τις ελληνικές επιχειρήσεις στη Βουλγαρία χωρίζεται σε δύο χρονικές περιόδους, η πρώτη αναφέρεται στην περίοδο 1991-2007 και η δεύτερη από το 2008 μέχρι σήμερα.

Βουλγαρία, μια παλιά αγάπη

Τράπεζες, ασφαλιστικές και κατασκευαστικές εταιρείες από τα μέσα της δεκαετίας του 1990 αποφάσισαν να επεκταθούν στην αγορά της Βουλγαρίας.

Η βιομηχανία, και κυρίως η κλωστοϋφαντουργία, υπήρξε ο κυρίαρχος κλάδος που μετακινήθηκε στην περίοδο πριν από το 2007.

Το μεγαλύτερο ποσοστό των ελληνικών βιομηχανικών εταιρειών που είχαν εγκατασταθεί στη Βουλγαρία πριν από το 2007 σταδιακά αποχώρησε από τη βουλγαρική επικράτεια προς πιο κερδοφόρες περιφέρειες στις αναπτυσσόμενες οικονομίες της Ασίας, ειδικά μετά το 2007 και το ξέσπασμα της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης.

Εν αντιθέσει, οι εταιρείες που δραστηριοποιούνται στον κλάδο του εμπορίου, των κατασκευών και των υπηρεσιών παροχής καταλύματος και εστίασης έχουν αυξηθεί σημαντικά.

Η αύξηση των εταιρειών του τελευταίου κλάδου μπορεί να εξηγηθεί, εν μέρει, και από τη ροπή των Ελλήνων επιχειρηματιών να εκμεταλλευτούν τον μεγάλο αριθμό Ελλήνων (φοιτητών και άλλων επιχειρηματιών) στη Βουλγαρία, προσφέροντας τέτοιου είδους υπηρεσίες.

Για παράδειγμα, επιχειρηματίας διατηρούσε συνεργείο επισκευής οχημάτων στη Β. Ελλάδα μέχρι το 2014, όταν αποφάσισε να δραστηριοποιηθεί στην πόλη Πετρίτσι στον τομέα της εστίασης.

Ο ίδιος δήλωσε ότι «άνοιξα εστιατόριο εδώ, αφού στην πόλη υπάρχουν πολλοί Ελληνες επιχειρηματίες».

Ωστόσο, η συγκεκριμένη επιχείρηση έκλεισε ύστερα από έξι μήνες, διότι η ζήτηση δεν ήταν στα απαραίτητα επίπεδα, ενώ εμφανίστηκαν πολλά απρόοπτα έξοδα για την εταιρεία.


Αφηγήσεις επιχειρηματιών

► «Η αδυναμία να χρησιμοποιήσω τις μεταχρονολογημένες επιταγές στην Ελλάδα κατέληξε σε απλήρωτες συναλλαγές και μεγαλύτερη πτώση των ταμειακών διαθεσίμων. Αυτό ήταν ένα σημαντικό στοιχείο για την απόφαση μεταφοράς. Στη Βουλγαρία βλέπω το χρήμα».

► «Αποφάσισα να μεταφέρω την επιχείρησή μου στη Βουλγαρία λόγω, μεταξύ άλλων, της υψηλής διαθεσιμότητας και της χαμηλής τιμής των πρώτων υλών».

► Αλλος επιχειρηματίας μετέφερε το 2013 στη Σόφια το παραγωγικό κομμάτι της εταιρείας του που κατασκευάζει θερμοσίφωνες.

Οπως εξηγεί ο ίδιος, «υποχρεώθηκα να μεταφέρω την εταιρεία μου και να αλλάξω τον τρόπο ζωής μου για να διατηρήσω την επιχείρησή μου ανοιχτή».

Υπήρξε άλλος επιχειρηματίας που μεταπήδησε από τον κλάδο παροχής καταλύματος στη Χαλκιδική στον κλάδο παροχής υπηρεσιών εστίασης στη Βουλγαρία, αφού η επιχείρηση στην Ελλάδα ήταν πολύ κοντά στη χρεοκoπία.

«‘‘Και πού βρήκατε τα λεφτά για τη μετακίνηση;’’, τους ρωτούσα. Μου έλεγαν πως ο εξοπλισμός ήταν μικρός, άρα το έξοδα πολύ χαμηλά, πως το κόστος ίδρυσης στη Βουλγαρία είναι μικρό, ενώ η γραφειοκρατία πολύ χαμηλή, αλλά αργότερα παραδέχονταν πως είχαν κάποια κεφάλαια στην άκρη», εξηγεί ο Ν. Καπιτσίνης.

*διοικητής Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων

Κίνητρα μετακίνησης

Η Βουλγαρία εξακολουθεί να προσελκύει ξένες επιχειρήσεις παρά την πολιτική αστάθεια των τελευταίων χρόνων (πέντε εκλογικές αναμετρήσεις από το 2009, εναλλαγή κυβερνήσεων και 10 ψήφους εμπιστοσύνης στη Βουλή).

Ούτε όμως και η δεδομένη διαφθορά της γείτονος αποτελεί ανασταλτικό παράγοντα για τις επιχειρήσεις.

Στα ερωτηματολόγια στα οποία απάντησαν 176 επιχειρηματίες, υπήρχαν πολλές απαντήσεις που έδειχναν την κυνική αποδοχή της θεσμικής διαφθοράς από πλευράς τους, την οποία πολλοί δικαιολογούσαν «εξαιτίας των χαμηλών μισθών Βουλγαρίας».

Εκτός του πλεονεκτήματος της γειτνίασης, η σταθερή φορολογία, ανεξαρτήτως κυβερνήσεων, ο χαμηλότερος φορολογικός συντελεστής και το χαμηλότερο εργατικό κόστος σε όλη την Ε.Ε. από το 2007, η ελάχιστη γραφειοκρατία και οι ηλεκτρονικές συναλλαγές με το κράτος διαδραμάτισαν σημαντικό ρόλο για την επιλογή των επιχειρηματιών.

Καθοριστικός παράγοντας όμως αναδεικνύεται και η έλλειψη ανταγωνισμού στη Βουλγαρία για τις σχετικά αδύναμες ελληνικές επιχειρήσεις, οι οποίες πιο δύσκολα θα άντεχαν σε δυνατότερες δυτικές χώρες.

Βάσει της σχετικής βιβλιογραφίας, προκύπτει πως οι ελληνικές μικρομεσαίες επιχειρήσεις ιστορικά, ακόμη και σε περιόδους μακροοικονομικής μεγέθυνσης, έχουν μικρά περιθώρια κέρδους και χαμηλά επίπεδα παραγωγικότητας και δημιουργικότητας, ενώ είναι έντονα εξαρτημένες από τον τραπεζικό δανεισμό.

Σύμφωνα με σχετικές έρευνες οικονομικών γεωγράφων και κοινωνιολόγων (Castells, Λαμπριανίδης, Harvey), οι επιχειρηματίες μεταφέρουν τις επιχειρήσεις τους αποσκοπώντας στη μείωση του λειτουργικού και παραγωγικού κόστους, τη βελτίωση της ποιότητας των παραγόμενων προϊόντων και προσφερόμενων υπηρεσιών και την επέκταση αγορών.

Αυτές οι μετακινήσεις θεωρούνται ευκαιριακές, υπό την έννοια ότι οι ιδιοκτήτες των εταιρειών προσεγγίζουν τη μετακίνηση ως ευκαιρία για υψηλότερα κέρδη.

Μόνο το 15% των ελληνικών επιχειρήσεων στη Βουλγαρία μετακινήθηκε με κυρίαρχο κίνητρο την αύξηση του περιθωρίου κέρδους.

Πρόκειται για δυνατές επιχειρήσεις, που απασχολούν πάνω από 100 άτομα συνήθως και οι οποίες θα μεταφέρονταν και πριν από την οικονομική κρίση.

Ομως πάνω από το 60% των ελληνικών επιχειρήσεων που μεταφέρθηκαν στη Βουλγαρία τα τελευταία χρόνια το έπραξαν με μοναδικό κίνητρο την επιβίωσή τους.

Εταιρείες-σφραγίδες

Στα μέσα του 2014, 14.000 ελληνικές επιχειρήσεις ήταν εγγεγραμμένες στο βουλγαρικό μητρώο επιχειρήσεων (Commercial Registar, 2015), αριθμός που εκτινάχθηκε μέσα σε δύο χρόνια.

Ο Νίκος Καπιτσίνης μελέτησε στοιχεία από 11.500 από αυτές τις εταιρείες, καταλήγοντας πως τα περισσότερα δεδομένα δεν ανταποκρίνονταν στην πραγματικότητα.

Από το σύνολο των 11.500 επιχειρήσεων που είχε από μια λίστα του το 2014, παρατηρήθηκε το εξής φαινόμενο σχετικά με τις 10.000 από αυτές: Ανά ομάδες των 200, οι 6.000 είχαν τα ίδια στοιχεία επικοινωνίας, ενώ 4.000 εταιρείες δεν είχαν καθόλου στοιχεία επικοινωνίας.

Οι υπόλοιπες 1.500 επιχειρήσεις δεν μπόρεσαν να εντοπιστούν, διότι κατά την επίσκεψη του ερευνητή στις πόλεις Πετρίτσι και Σαντάνσκι διαπιστώθηκε ότι οι διευθύνσεις τους, όπως αυτές ήταν δηλωμένες στη λίστα, δεν αντιστοιχούσαν σε ελληνικές επιχειρήσεις, αλλά αντίθετα σε κατοικίες.

Στη Βουλγαρία δεν υπάρχει επίσημη λίστα εταιρειών ελληνικών συμφερόντων, ενώ δεν υφίσταται και η υποχρέωση των επιχειρήσεων να εντάσσονται στα βουλγαρικά επιμελητήρια.

Οι τυχοδιώκτες: από βενζινάς ξενοδόχος και από αγρότης πωλητής ψυγείων

«Μόνοι τους μου έλεγαν διάφοροι ότι εμείς είμαστε τυχοδιώκτες, τι ψάχνεις;

Ενας που παρουσιαζόταν ως γεωργός στην Ελλάδα, στη Βουλγαρία ασχολείται με κατασκευές σε κήπους και ταυτόχρονα έγινε πωλητής ψυγείων.

Αλλος είχε βενζινάδικο στην Ελλάδα, το έκλεισε και άνοιξε εκεί ξενοδοχείο.

Πολλοί δελεάστηκαν, πήγαν στη Βουλγαρία, αλλά δεν έκαναν καμία εσωτερική αλλαγή στον τρόπο λειτουργίας της επιχείρησής τους, αντιμετώπισαν προβλήματα και στο τέλος έκλεισαν.

Μέσα σε 15 μήνες από την πρώτη μου επίσκεψη, μία στις τέσσερις ελληνικές επιχειρήσεις είχε κλείσει.

Από την άλλη, υπήρξαν και παραδείγματα θετικά, που τριπλασίασαν τον αριθμό των εργαζομένων τους.

Ενας άλλος λόγος που πολλές επιχειρήσεις κλείνουν είναι ότι παρά τη μετακίνησή τους και τη μείωση του κόστους, συνέχισαν να απευθύνονται στο ελληνικό κοινό, που δεν έχει πια την ίδια αγοραστική δύναμη.

Τελικά ο πραγματικός αριθμός των ενεργών ελληνικών επιχειρήσεων στη Βουλγαρία δεν ανεβαίνει, αλλά μάλλον μένει σταθερός».

Σταμάτης Θεοδωρόπουλος,

πρόεδρος Ελληνικού Επιχειρηματικού Συμβουλίου Βουλγαρίας

◼ «Δεν πρέπει να είναι πάνω από 1.600 συνολικά οι επιχειρήσεις εδώ. Εγώ, για παράδειγμα, έχω 2-3 εταιρείες, όταν αγόρασα το σπίτι μου δεν μου επιτρεπόταν ως αλλοδαπός να έχω ιδιοκτησία επί της γης στη Βουλγαρία. Εκανα λοιπόν μια προσωπική εταιρεία για το σπίτι. Η εταιρεία μου δεν έχει κάνει καμία άλλη πράξη από το 2006 που τη δημιούργησα.

◼ Μπορεί να υπάρχουν π.χ. επιχειρήσεις με 300.000 ετήσιο τζίρο που κάνουν τριγωνικές συναλλαγές με την Κίνα, βγάζουν τιμολόγια και δεν έχουν έναν εργαζόμενο. Να τους πιάσουν όλους αυτούς με τις τριγωνικές συναλλαγές, τα εικονικά τιμολόγια, τις εταιρείες-σφραγίδες και τις πινακίδες, δεν μπορεί να νιώθουμε καθημερινά υπόλογοι γι’ αυτούς όλοι οι υπόλοιποι επιχειρηματίες που είμαστε εδώ.

◼ To 2015 και το 2016 με τα capital controls γινόταν χαμός, άνοιγαν πάνω από 4.000 νέοι ΑΦΜ τον χρόνο.

◼ Δεν είναι φυσιολογική αυτή η κατάσταση, είναι άδικο για την Ελλάδα να υπάρχουν χώρες με τόσο προνομιακό φορολογικό καθεστώς, πρέπει να μπουν πάνω και κάτω όρια στους φορολογικούς συντελεστές σε όλες τις ευρωπαϊκές χώρες».

Μεγάλη διαρροή από την Αττική

Αναζητώντας τους λόγους και τους τρόπους που διάφοροι επαγγελματίες αναζητούν την πραγματική αλλά και την εικονική μετανάστευση

Οι περισσότερες επιχειρήσεις στην προ κρίσης περίοδο μετακινήθηκαν από τις ελληνικές περιφέρειες που συνορεύουν ή βρίσκονται κοντά στα σύνορα με τη Βουλγαρία (78%) προς τη συνοριακή περιφέρεια του Μπλαγκόεβγκραντ (52%) και κυρίως στις πόλεις Πετρίτσι, Σαντάνσκι, Μαρικοστίνοβο και Μπλαγκόεβγκραντ.

Ο σκοπός των επιχειρηματιών ήταν να εκμεταλλευτούν τη γεωγραφική γειτνίαση.

Αντιθέτως, στη μετά την κρίση περίοδο, αυξητικές τάσεις γνωρίζει το ποσοστό των επιχειρήσεων που μετακινούνται από την Αθήνα, η οποία ως η μητροπολιτική περιφέρεια της Ελλάδας αντιμετωπίζει τις μεγαλύτερες επιπτώσεις της κρίσης, ενώ το ποσοστό των επιχειρήσεων οι οποίες ήταν εγκατεστημένες στις ελληνικές περιφέρειες που συνορεύουν ή βρίσκονται κοντά στα σύνορα με τη Βουλγαρία μειώνεται (66%).


Προνόμια και παγίδες

◽ 5% φορολογικός συντελεστής για τη διανομή μερισμάτων.

◽ Οι ενδοκοινοτικές συναλλαγές απαλλάσσονται του ΦΠΑ σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Οδηγία EU 2006/112/EC.

◽ Η Βουλγαρία έχει υπογράψει συμβάσεις «περί αποφυγής διπλής φορολογίας» με περισσότερες από 60 χώρες (συμπεριλαμβανομένης και της Ελλάδας).

◽ 2,5% της αξίας ενός ακινήτου είναι περίπου ο φόρος για τη μεταβίβασή του.

◽ Το βουλγαρικό νόμισμα είναι συνδεδεμένο με το ευρώ με σταθερή ισοτιμία.

◽ Υπάρχει μεγάλη δυνατότητα επιλογής βιομηχανικών χώρων, εμπορικών κέντρων και εκτάσεων σε ανταγωνιστικές τιμές και με απλές διαδικασίες μεταβίβασης ή μίσθωσης.

◽ Εργατικό δυναμικό με χαμηλό μισθό και συνολικό κόστος (250 ευρώ ο κατώτατος μισθός, περίπου 450-500 ευρώ ο μέσος μισθός).

◽ Αγορά οχημάτων στο όνομα της εταιρείας, σε ιδιαίτερα χαμηλές τιμές, με πολύ χαμηλή φορολογική επιβάρυνση και χαμηλότατο κόστος κατοχής και συντήρησης.

◽ 200-350 ευρώ ο μέσος όρος των ενοικίων για τα γραφεία. Το μέσο ενοίκιο για αποθήκες είναι περίπου 2-4 ευρώ ανά τετραγωνικό μέτρο.

◽ 150-600 ευρώ το ενοίκιο για διαμερίσματα (τα πιο ακριβά βρίσκονται στη Σόφια).

◽ 20% φόρος για τιμολόγια εντός Ε.Ε.

◽ 70 ευρώ τον μήνα για ασφάλιση (αν δεν υπάρχει ασφάλιση σε άλλη χώρα εντός Ε.Ε.).

Χάνει η Ελλάδα, δεν κερδίζει πάντα η Βουλγαρία

«Η επίπτωση της μετακίνησης των ελληνικών επιχειρήσεων στη βουλγαρική οικονομία δεν έχει σχέση με όσα αναφέρονται δημοσίως σχετικά με τα θετικά οφέλη για τη Βουλγαρία.

Αυτό που διαπίστωσα είναι πως περισσότερο χάνει η Ελλάδα και λιγότερο κερδίζει η βουλγαρική οικονομία.

Εκτός από τον τεράστιο αριθμό εικονικών επιχειρήσεων, διαπιστώνεται πως το υψηλά αμειβόμενο προσωπικό αυτών των επιχειρήσεων εκεί είναι Ελληνες που πηγαινοέρχονται στην Ελλάδα.

Επιπλέον οι πρώτες ύλες πολλών επιχειρήσεων εισάγονται στη Βουλγαρία από το εξωτερικό, ενώ πολλοί Ελληνες επιχειρηματίες δεν πουλούν καν στη Βουλγαρία τα προϊόντα τους.

Αυτές οι παρατηρήσεις δεν υποδηλώνουν ότι δεν υπάρχει όφελος, αλλά σε καμία περίπτωση δεν επιβεβαιώνεται ανάλογη αύξηση των θέσεων εργασίας, συνεισφοράς στο ΑΕΠ και στους ρυθμούς ανάπτυξης», τονίζει στην «Εφ. Συν.» ο καθηγητής Νίκος Καπιτσίνης

«Το ασφαλιστικό Κατρούγκαλου ήταν για μένα η χαριστική βολή»


Ευρώ- ΦΠΑ
Ο Μανώλης Β. είναι ελεύθερος επαγγελματίας, που εργάζεται εξ αποστάσεως τα τελευταία χρόνια με έδρα στην Ελλάδα ως προγραμματιστής σε εταιρεία στην Αγγλία.

Το ετήσιο εισόδημά του (μπλοκ παροχής υπηρεσιών), το οποίο δηλώνει κανονικά στην Ελλάδα όπου υποβάλλει φορολογική δήλωση, ξεπερνάει τα 30.000 ευρώ.

Τα τελευταία χρόνια, λόγω της αύξησης των φόρων εισοδήματος, οι λογιστές τον συμβούλευαν να υποβάλει τη φορολογική του δήλωση στην Αγγλία.

Δεν το έπραξε τόσο για λόγους συνείδησης όσο και για λόγους νομιμότητας καθώς θα έπρεπε να δηλώνει μόνιμη διεύθυνση κατοικίας στο Ην. Βασίλειο.

«Με τις αλλαγές στο ασφαλιστικό και τη σύνδεση των εισφορών με το εισόδημά του, το κράτος πλέον θα πάρει για το 2016 το 60% του συνολικού μου εισοδήματος (μέσω φόρων και εισφορών) και μεσοσταθμικά θα δίνω το 55% τα επόμενα χρόνια», εξηγεί ο Μανώλης στην «Εφ.Συν.».

«Εχω πάει σε τρεις διαφορετικούς λογιστές και φοροτεχνικούς και όλοι πλέον μου λένε πως παρότι δεν μας βολεύει, δεν έχεις κανέναν λόγο πια να παραμένεις φορολογικά στην Ελλάδα. Ολοι μου προτείνουν Βουλγαρία και δευτερευόντως Κύπρο», εξηγεί ο ίδιος, προσθέτοντας πως για να έχει όφελος μια τέτοια λύση, θα πρέπει ο ίδιος να μη δηλώνει στην ελληνική Εφορία το εισόδημα από τα μερίσματα που θα «κόβει» στον ίδιο η ατομική εταιρεία του στη Βουλγαρία.

«Εξαναγκάζομαι να πάω σε μια λύση ουσιαστικά παράνομη, θα χρειαστεί να πηγαινοέρχομαι μεταφέροντας χρήματα, θα δυσκολευτώ στο μέλλον να προβώ σε κάποια μεγάλη αγορά, όπως ένα αυτοκίνητο, λόγω και του πλαστικού χρήματος, ενώ θα έχω πάντα τον φόβο πιθανών διακρατικών ελέγχων καθώς και την περίπτωση επιβολής capital controls στη Βουλγαρία. Η εναλλακτική μου όμως ποια είναι; Αν μείνω εδώ, δεν έχει νόημα να δουλεύω αυτές τις ώρες».

Βαλκανιζατέρ

Ο ελεύθερος επαγγελματίας που ανοίγει επιχείρηση στη Βουλγαρία (ή αλλού) έχει δύο επιλογές: η μία, να μεταφέρει τη φορολογική του έδρα στη Βουλγαρία δηλώνοντας μόνιμος κάτοικος εξωτερικού.

Αυτό συνεπάγεται ότι πρέπει να αποδείξει (αν τον ελέγξουν...) ότι ζει εκεί τουλάχιστον το μισό έτος.

Σε αυτή την περίπτωση φορολογείται κανονικά στη Βουλγαρία και όχι στην Ελλάδα (αν δεν έχει άλλη πηγή εισοδήματος εδώ, π.χ. από ενοίκια).

Ετσι απαλλάσσεται μεν από τη φορολόγηση στην Ελλάδα και έχει δύο προβλήματα: πρώτον, τι θα κάνει με την ασφαλιστική του κάλυψη εδώ (παροχές υγείας) και δεύτερον, και κυριότερο, πώς θα μεταφέρει τα χρήματά του στην Ελλάδα.

Ως προς το τελευταίο, η μία λύση είναι να τα μεταφέρει με... βαλίτσες σιγά σιγά.

Η εκτεταμένη χρήση του πλαστικού χρήματος και το ανώτατο όριο συναλλαγών με μετρητά θα τον δυσκολέψουν, αλλά ως συνήθως «λύσεις υπάρχουν».

Η άλλη λύση είναι μέσω τραπεζικών εμβασμάτων, με τον κίνδυνο κάποια στιγμή τα ίχνη των συναλλαγών να ανάψουν «κόκκινο λαμπάκι» σε τράπεζες και Εφορία.

Μια «καλή» μέση λύση

Λουκέτο σε επιχείρηση λόγω πτώχευσης
Ο ελεύθερος επαγγελματίας επιλέγει να διατηρήσει φορολογική έδρα στην Ελλάδα και στη Βουλγαρία, όπου έχει την ατομική του επιχείρηση που του κόβει μέρισμα.

Φορολογείται κανονικά στο ξένο κράτος (με χαμηλούς συντελεστές), φορολογείται και στην Ελλάδα, όπου ζει και έχει τις ασφαλιστικές του καλύψεις.

Τι κάνει; Η εταιρεία του στη Βουλγαρία τού κόβει έναν μισθό (έστω το 1/10 του πραγματικού), αυτός δηλώνεται κανονικά στην ελληνική Εφορία, για τον οποίο φορολογείται εδώ με χαμηλούς συντελεστές.

Αυτομάτως και οι ασφαλιστικές του εισφορές είναι χαμηλές γιατί συνδέονται με το χαμηλό εισόδημα.

Στη Βουλγαρία η ατομική εταιρεία τού κόβει μέρισμα (π.χ. τα 9/10 του πραγματικού εισοδήματος).

Αυτά τα χρήματα, αν θέλει να είναι νόμιμος με τους Βούλγαρους, τα δηλώνει κανονικά και φορολογείται χαμηλά.

Αν θέλει να αισχροκερδήσει δεν τα δηλώνει καν. Στην ελληνική φορολογική δήλωση, δεν δηλώνει εισόδημα εξωτερικού, κάτι φυσικά παράνομο.

Αν το δήλωνε θα έπρεπε να φορολογηθεί για τη διαφορά φορολόγησης μεταξύ των δύο χωρών, άρα όλο αυτό δεν θα είχε κανένα νόημα.

Οπότε με έναν σμπάρο δυο τρυγόνια, και βέβαια δύο λογιστές, απαραίτητοι για όλο αυτό.

Το τέλειο ξέπλυμα

Υπάρχουν και πιο αποτελεσματικοί τρόποι να μεταφέρεις στην Ελλάδα τα αποκρυφθέντα εισοδήματα.

Μια καλή κομπίνα είναι η αγορά ενός ακινήτου. Αγοράζεις λοιπόν ένα σπίτι, π.χ. στη Σόφια, ως φυσικό πρόσωπο και μετά το «πουλάς» σε υψηλότερη τιμή φυσικά στην εταιρεία σου.

Ετσι πλέον νομιμοποιείς όλα τα χρήματα από τα μερίσματα που είχες και ενδεχομένως εκμεταλλεύεσαι τη διαφορά φορολογικών συντελεστών μεταξύ του κράτους σου και της Βουλγαρίας ως προς τον φόρο στις αγοραπωλησίες.

Φυσικά οι εταιρείες, οι ισχυροί επιχειρηματίες και οι εφοπλιστές στην Ελλάδα και διεθνώς δεν «ανακάλυψαν τώρα την Αμερική», το παράδειγμα του City του Λονδίνου αποδεικνύει του λόγου το αληθές.

Μια από τις λίστες φοροδιαφυγής που έχουν στα χέρια τους οικονομικοί εισαγγελείς αφορά δεκάδες ελληνικά ονόματα που «επένδυσαν» με αυτόν τον τρόπο στο City.

Βουλγαρικές πινακίδες και βουλγαρικά κινητά

Τουλάχιστον οι μισές εικονικές εταιρείες στη Βουλγαρία υπολογίζεται ότι γίνονται για την αγορά αυτοκινήτων, συνήθως υψηλού κυβισμού, από Ελληνες που προσπαθούν να γλιτώσουν από τα υψηλά τέλη κυκλοφορίας, τα τεκμήρια αλλά και τον φόρο πολυτελούς διαβίωσης.

Σύμφωνα με τη νομοθεσία, το πρώτο εξάμηνο το αυτοκίνητο δεν μπορεί να βγει από τη βουλγαρική επικράτεια.

Ωστόσο, η γειτονική χώρα ανήκει στην Ε.Ε. και στα σύνορα σπάνια γίνεται ο τυπικός έλεγχος.

Πολλοί μάλιστα πληρώνουν ένα νοίκι πολύ χαμηλό στη Βουλγαρία ώστε στους ελέγχους στα σύνορα να δείχνουν αποδεικτικά ότι μένουν μόνιμα στη Βουλγαρία.

Με αυτόν τον τρόπο πληρούν μία από τις βασικές προϋποθέσεις (μόνιμη κατοικία στο εξωτερικό) για να κυκλοφορεί νόμιμα Ι.Χ. με ξένες πινακίδες.

Σε αυτή την περίπτωση ένα δίκτυο ανθρώπων στη γειτονική χώρα έχει ήδη φροντίσει για τη δημιουργία ενός εικονικού προφίλ μόνιμου κατοίκου Βουλγαρίας.

Σχετικά πιο πρόσφατο «κόλπο» περιλαμβάνει τη μεταβίβαση του οχήματος σε εταιρεία ενοικίασης αυτοκινήτων της Βουλγαρίας και με κάποιο ιδιωτικό συμφωνητικό ο Ελληνας ιδιοκτήτης του οχήματος διασφαλίζει την κατοχή της «κυριότητας» του αυτοκινήτου το οποίο όμως στα χαρτιά δεν του ανήκει.

Ο Εθνικός Τελωνειακός Κώδικας, βάσει ενός νόμου του 1988 (επί υπουργίας Γιώργου Πέτσου), προβλέπει βαριές κυρώσεις και πρόστιμα, τα οποία για παράνομα κοινοτικά επιβατικά οχήματα (π.χ. Βουλγαρίας) κυμαίνονται από 2.500 έως 10.000 ευρώ.

Οι νέες αυξήσεις των τελών κινητής τηλεφωνίας μαζί με την επικείμενη κατάργηση της περιαγωγής από το 2017 πανευρωπαϊκά μπορεί να οδηγήσουν τους καταναλωτές σε φτηνότερες συνδέσεις από τις γειτονικές χώρες.

Δηλαδή μπορεί να υπάρξει δυνατότητα, με την κατάργηση της περιαγωγής, κάποιος να αγοράσει σύνδεση από άλλη χώρα, όπως τη Βουλγαρία, και να κάνει όλες του τις κλήσεις μέσω περιαγωγής χωρίς επιπλέον χρέωση.

Ενα τέτοιο ενδεχόμενο αναμένεται να πλήξει τόσο τις εταιρείες εντός Ελλάδας όσο και τα δημόσια έσοδα.

Το επιχείρημα «Μειώστε τους φόρους» και τα μερίσματα

Η φυγή των ελληνικών επιχειρήσεων στη Βουλγαρία επαναφέρει συνεχώς το επιχείρημα περί μείωσης των φόρων στις επιχειρήσεις, οι οποίες ασφυκτιούν.

Τόσο η μελέτη του Πανεπιστημίου του Μπρίστολ όσο και αρκετές ανάλογες (ΙΝΕ ΓΣΕΕ, ΟΟΣΑ κ.ά.) αντικρούουν εν μέρει το επιχείρημα.

Μια σχετικά άγνωστη πτυχή της ιστορίας μάς πάει πίσω στην κυβέρνηση Καραμανλή.

Υπήρξε μια σύντομη χρονική περίοδος στην οποία ο φόρος στα μερίσματα των επιχειρήσεων ήταν επί της ουσίας μηδενικός.

Κράτησε λίγο, αλλά ήταν το απαραίτητο «πράσινο φως», το κλείσιμο του ματιού στην επιχειρηματική ελίτ να διανείμει μερίσματα εκείνη την περίοδο αποφεύγοντας να φορολογηθεί με υψηλότερους συντελεστές.

Πριν από λίγες μέρες ο πρόεδρος της Ν.Δ. Κυριάκος Μητσοτάκης δεσμεύτηκε για «μείωση και του φόρου στα μερίσματα στο 5% από το 15% που είναι σήμερα».

Κώστας Ζαφειρόπουλος
http://www.efsyn.gr/

ΠΡΕΖΑ TV
6-2-2017

Δεν υπάρχουν σχόλια: