Στις χρηματοπιστωτικές αγορές, η έναρξη του 2013 υπήρξε μία μελέτη των άκρων. Η αισιοδοξία των επενδυτών ήταν υψηλή και η μεταβλητότητα των μετοχών χαμηλή, υποδεικνύοντας μια αίσθηση έλλειψης κινδύνου. Ταυτόχρονα, οι αγορές συναλλάγματος ήταν σε έξαψη και τα μέσα μαζικής ενημέρωσης εξακολουθούσαν να χρησιμοποιούν την λέξη «κρίση» σε κάθε δεύτερη πρόταση.Αυτές οι αντιφατικές διαπιστώσεις θέτουν το ερώτημα: έχουν πράγματι εξαλειφθεί επαρκώς οι κίνδυνοι ή οι επενδυτές έχουν εφησυχάσει από το «νανούρισμα» των κεντρικών τραπεζών;
Το 2011 και το 2012, οι παγκόσμιες κεντρικές τράπεζες, περιόρισαν αισθητά τους κινδύνους μιας συστημικής κατάρρευσης. Οι πιο επιθετικές από αυτές κατάφεραν να βοηθήσουν στη δημιουργία ανάπτυξης ως ένα βαθμό.
Προσφάτως, έχουν παρουσιάσει τόσο μεγάλη επιτυχία σε αυτό, ώστε ένας αθώος παρατηρητής μπορεί να πιστέψει ότι όλα βαίνουν καλώς στον κόσμο. Οι επενδυτές μετοχών, έχουν προφανώς, ακούσει για αρκετό καιρό τον σαγηνευτικό ήχο των πιεστηρίων των κεντρικών τραπεζών, ξεχνώντας σε μεγάλο βαθμό τον κίνδυνο.
Και είναι κατανοητό, καθώς οι κεντρικές τράπεζες έχουν, όχι μόνο φέρει σταθερότητα, αλλά και έχουν ωθήσει τα επιτόκια σε εξαιρετικά χαμηλά επίπεδα, σχεδόν εξωθώντας τους επενδυτές σε κατηγορίες κεφαλαίου με υψηλότερες δυνητικές αποδόσεις.
«Ευτυχώς» έχουμε τα μέσα ενημέρωσης για να μας υπενθυμίζουν ότι η Ευρώπη εξακολουθεί να βρίσκεται σε κρίση. Για τα ΜΜΕ η καλή είδηση δεν αποτελεί καν είδηση, όπως έχω παρατηρήσει όλα αυτά τα χρόνια, που τα άρθρα μου υποβάλλονται προς δημοσίευση.
Άρθρα με εν γένει αρνητικό ύφος έτυχαν μεγαλύτερης αποδοχής από τα Ευρωπαϊκά ΜΜΕ, σε σχέση με εκείνα που εξέφρασαν μια πιο αισιόδοξη άποψη για τον κόσμο. Αυτή η προτίμηση για την ανάδειξη του δράματος αποτελεί έναν από τους παράγοντες που υποσκάπτουν την εμπιστοσύνη των καταναλωτών.
Κεντρικές Τράπεζες
Ωστόσο, οι επενδυτές φαίνονται να επηρεάζονται λιγότερο. Κατά την τρέχουσα περίοδο, εστιάζουν, πέρα από αυτά που συμβαίνουν στην Ευρώπη, στο ποια είναι συνολικά η κινητήριος δύναμη της παγκόσμιας οικονομίας, ένα πεδίο δράσης όπου οι πράξεις των κεντρικών τραπεζών παραμένουν κεφαλαιώδους σημασίας.
Τον Ιανουάριο ήταν εμφανές το πόσο καθοριστικές είναι αυτές οι πράξεις. Μετά την επιτυχή προσπάθεια της σταθεροποίησης της οικονομίας κατά τα προηγούμενα έτη, η ανάπτυξη επιστρέφει ξανά στο προσκήνιο. Και οι υψηλότερες εξαγωγές μέσω μιας ανταγωνιστικής υποτίμησης των νομισμάτων θεωρείται ως η πιο άμεση οδός για την επίτευξη αυτής της ανάπτυξης. Τον Ιανουάριο το Ιαπωνικό Γιέν διολίσθησε σχεδόν κατά 9% έναντι του Ευρώ!
Η Στερλίνα υποτιμήθηκε κατά 6% και το ολάριο των Ηνωμένων Πολιτειών κατά 3% Αυτό οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στο ότι οι κεντρικές τράπεζες αυτών των χωρών (αναμένεται να) εκτυπώσουν χρήματα πιο σύντομα από την ΕΚΤ.
Για την Ιαπωνία αυτό αποτελεί μια σημαντική ρήξη με το παρελθόν, σε μια ύστατη προσπάθεια να ξεφύγει από την αποπληθωριστική δίνη που έχει στοιχειώσει την γηράσκουσα αυτή χώρα για τόσο καιρό. Για τις ΗΠΑ και το Ηνωμένο Βασίλειο είναι απλώς “business as usual”.
Η αντίθετη πλευρά αυτών των διεργασιών, είναι ότι η ΕΚΤ, η κεντρική τράπεζα η οποία έχει επεκτείνει τον ισολογισμό της με χαμηλότερους ρυθμούς από ότι άλλες, δεν καλύπτει απλώς μια περιοχή που εξακολουθεί να αγωνίζεται για την επίτευξη ανάπτυξης αλλά έχει και να διαχειρισθεί ένα νόμισμα το οποίο διατρέχει τον κίνδυνο να γίνει πολύ «σκληρό»
Εάν διατηρηθεί η σημερινή τάση, η ΕΚΤ πιθανόν να αναγκαστεί να μειώσει περαιτέρω τα επιτόκια και /ή να προβεί σε μια λιγότερο συντηρητική χρήση των πιεστηρίων της.
Γράφει ο Ad van Tiggelen (Senior Investment Specialist, ING Investment Management)
http://www.enet.gr
ΠΡΕΖΑ TV
18-2-2013
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου