Της ΝΤΙΝΑΣ ΚΑΡΑΤΖΙΟΥ
Οπως τονίζεται, η διαδικασία της καταστροφής των χημικών στην καρδιά της Μεσογείου, ανάμεσα στην Κρήτη και τη Σικελία, ενέχει σοβαρό κίνδυνο να οδηγήσει στην απελευθέρωση τόνων τοξικών αποβλήτων .
Σε μία προσπάθεια να πιέσουν την Ευρωπαϊκή Ενωση, τον ΟΗΕ αλλά και τις κυβερνήσεις των χωρών της Μεσογείου, 17 καθηγητές πανεπιστημιακών ιδρυμάτων και 20 περιβαλλοντικές οργανώσεις-φορείς 14 ευρωπαϊκών χωρών ζητούν να ακυρωθεί η εν πλω καταστροφή του χημικού οπλοστασίου της Συρίας και να αναζητηθεί άμεσα, ασφαλής εναλλακτική λύση σε χερσαίες εγκαταστάσεις, στις οποίες, όπως εξηγούν, η παρακολούθηση ενδεχόμενης ρύπανσης θα είναι εφικτή και ο κίνδυνος θα είναι ελεγχόμενος.
Στο κείμενο που συνυπογράφουν, το οποίο συντάχτηκε με πρωτοβουλία του Ινστιτούτου Θαλάσσιας Προστασίας «Αρχιπέλαγος», αποσαφηνίζεται για ποιους λόγους πρέπει να αποφευχθεί πάση θυσία ο συγκεκριμένος τρόπος καταστροφής και ταυτόχρονα παρατίθενται χρήσιμες πληροφορίες, άγνωστες εν πολλοίς έως σήμερα, καθώς ειδικά στην Ελλάδα για το συγκεκριμένο ζήτημα τα αρμόδια υπουργεία (Περιβάλλοντος, Εξωτερικών, Εθνικής Αμυνας) τηρούν σιγή ιχθύος.
Οπως τονίζεται λοιπόν, η διαδικασία της καταστροφής των χημικών στην καρδιά της Μεσογείου, ανάμεσα στην Κρήτη και τη Σικελία, ενέχει σοβαρό κίνδυνο να οδηγήσει στην απελευθέρωση τόνων τοξικών αποβλήτων, αποτελώντας μία σημαντική απειλή προς το περιβάλλον και τη δημόσια υγεία.
Εξηγούν, επίσης, ότι δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι χώρες όπως η Γαλλία, η Γερμανία, η Νορβηγία, το Βέλγιο και η Αλβανία -οι οποίες διαθέτουν εγκαταστάσεις για την αντιμετώπιση τέτοιων επικίνδυνων αποβλήτων- έχουν ήδη αρνηθεί την καταστροφή των χημικών όπλων εντός των συνόρων τους, επικαλούμενες «έλλειψη υποδομών». Και σήμερα, υπογραμμίζουν, κρίνεται ως ασφαλής επιλογή η καταστροφή εν πλω, σε διεθνή ύδατα, όπου ο έλεγχος είναι ουσιαστικά ανέφικτος.
Αναφέρεται, επίσης, ότι η Ε.Ε. συμμετέχει στη χρηματοδότηση της επιχείρησης, γεγονός το οποίο δεν έγινε ευρέως γνωστό, από τότε που δημοσιοποιήθηκε η εν λόγω «επιχείρηση» καταστροφής των χημικών. Υπό αυτή τη λογική, τόσο οι οργανώσεις όσο και οι επιστήμονες που συμμετέχουν στην πρωτοβουλία αυτή, ζητούν να παρέμβουν άμεσα μαζί με τον ΟΗΕ ούτως ώστε να ανερευθεί μία ασφαλής μέθοδος καταστροφής στην ξηρά, καθώς «η καταστροφή άκρως επικίνδυνων χημικών όπλων με τη χρήση τεχνολογίας, η οποία δεν έχει χρησιμοποιηθεί ποτέ πριν σε τέτοιο εύρος, θα πρέπει να επανεξεταστεί προς αποφυγήν κινδύνου δηλητηρίασης της Μεσογείου».
Οι επιστήμονες δηλώνουν εξαιρετικά ανήσυχοι, παρά τις διαβεβαιώσεις που υπάρχουν για την ασφάλεια της μεθόδου καταστροφής από τον ΟΗΕ και τον Οργανισμό για την Απαγόρευση των Χημικών Οπλων (OPCW). Κι αυτό γιατί «πρόκειται για μία περίπλοκη διαδικασία καταστροφής που λαμβάνει χώρα πιλοτικά σε ασταθείς θαλάσσιες συνθήκες».
Η μέθοδος και ο εξοπλισμός που θα χρησιμοποιηθεί είναι η Field Deployable Hydrolysis System, η οποία έχει αναπτυχθεί μόνο κατά το τελευταίο έτος, και χρησιμοποιεί μία πληθώρα χημικών παραγόντων για την εξουδετέρωση των όπλων. Παράγει μεγάλες ποσότητες υγρών τοξικών αποβλήτων, γνωστές ως εκροές.
Η μέθοδος και ο εξοπλισμός που εγκαθίστανται στο πολεμικό πλοίο των ΗΠΑ MV Cape Ray έχουν δοκιμαστεί μόνο μία φορά εν πλω, και για την εξουδετέρωση μίας μικρής ποσότητας χημικών όπλων. Αυτό ξεπερνάται κατά πολύ από το μέγεθος του συριακού οπλοστασίου προς καταστροφή, το οποίο είναι πάνω από 700 τόνους όπλων. Επειτα, το MV Cape Ray είχε σχεδιαστεί αρχικά για τη μεταφορά τροφίμων και εξοπλισμού, πριν από 36 χρόνια, ενώ συνήθως ένα στρατιωτικό σκάφος πρέπει να παροπλίζεται έπειτα από 30 χρόνια. Επίσης, δεν είναι στεγανό, και χτισμένο με ένα μόνο κύτος, γεγονός που το καθιστά ακατάλληλο για μία τέτοια επιχείρηση υψηλού κινδύνου λόγω αυξημένης πιθανότητας ατυχήματος. Οι συνέπειες από την ενδεχόμενη απόρριψη (ακούσια ή εσκεμμένη) από στερεά ή υγρά απόβλητα που παράγονται κατά τη διάρκεια της διαδικασίας προκαλούν επίσης μεγάλη ανησυχία, ιδιαίτερα λόγω του κινδύνου διασποράς μέσα στη Μεσόγειο, μέσω ισχυρών θαλάσσιων ρευμάτων.
Οπως δήλωσε ο δρ Ε. Γιδαράκος, καθηγητής του Εργαστηρίου Διαχείρισης Τοξικών και Επικίνδυνων Αποβλήτων του Πολυτεχνείου Κρήτης, «δεν είναι δυνατό τη στιγμή που απαιτείται εκπόνηση περιβαλλοντικής μελέτης και δημόσια διαβούλευση για την κατασκευή ενός απλού βιολογικού καθαρισμού, τέτοιου είδους και κλίμακας διαδικασίες επεξεργασίας επικίνδυνων αποβλήτων να παραμένουν ασαφείς και να γνωστοποιούνται σε κράτη και αρμόδιους φορείς μέσω δημοσιευμάτων του Τύπου».
«Οχι τυχαία»
Τέλος, η πρωτοβουλία επιστημόνων και φορέων που ζητάει τη χερσαία καταστροφή των χημικών, θέτει δύο καίρια ερωτημάτα τόσο για την επιλογή της τοποθεσίας όσο και τη διαδικασία:
Γιατί πρέπει το πλοίο που μεταφέρει τα όπλα να ταξιδέψει πάνω από 1.000 μίλια από τη Συρία προς την Ιταλία, σε μία περιοχή όπου η παρακολούθηση είναι σχεδόν ανέφικτη, αντί να παραμείνει σε διεθνή ύδατα ανοικτά της Συρίας; Γιατί η δραστηριότητα να λαμβάνει χώρα σε μία από τις βαθύτερες θαλάσσιες τάφρους της Μεσογείου, μία επιβαρυμένη περιοχή με ισχυρά θαλάσσια ρεύματα και ένα ιστορικό παράνομης απόρριψης τοξικών και πυρηνικών αποβλήτων, στην οποία δεν υπάρχει δυνατότητα εξακρίβωσης περιβαλλοντικών επιπτώσεων που ενδέχεται να προκύψουν; Οι απαντήσεις που δίνουν οι ίδιοι, μάλλον δεν αφήνουν περιθώρια εφησυχασμού:
«Η επιλογή του τόπου δεν έγινε τυχαία. Το γεγονός ότι πολλές χώρες της Μεσογείου αντιμετωπίζουν σήμερα σοβαρή οικονομική κρίση και πολιτική αστάθεια, κάμπτει την αντίδραση και την εγρήγορση των πολιτών. Ο OPCW, υπεύθυνος οργανισμός για τη διεργασία, εκμεταλλεύεται αυτές τις συνθήκες και θέτει τον κίνδυνο της μετατροπής της Μεσογείου σε μία περιοχή απόρριψης επικίνδυνων αποβλήτων. Αυτό είναι απαράδεκτο και πρέπει να καταδικαστεί αυστηρά από τη διεθνή κοινότητα».
Σε κάθε περίπτωση, τα χρονικά περιθώρια είναι ασφυκτικά, «καθώς η καταστροφή μπορεί να ξεκινήσει οποιαδήποτε ημέρα».
http://www.enet.gr/
ΠΡΕΖΑ TV
20-2-2014
Οπως τονίζεται, η διαδικασία της καταστροφής των χημικών στην καρδιά της Μεσογείου, ανάμεσα στην Κρήτη και τη Σικελία, ενέχει σοβαρό κίνδυνο να οδηγήσει στην απελευθέρωση τόνων τοξικών αποβλήτων .
Σε μία προσπάθεια να πιέσουν την Ευρωπαϊκή Ενωση, τον ΟΗΕ αλλά και τις κυβερνήσεις των χωρών της Μεσογείου, 17 καθηγητές πανεπιστημιακών ιδρυμάτων και 20 περιβαλλοντικές οργανώσεις-φορείς 14 ευρωπαϊκών χωρών ζητούν να ακυρωθεί η εν πλω καταστροφή του χημικού οπλοστασίου της Συρίας και να αναζητηθεί άμεσα, ασφαλής εναλλακτική λύση σε χερσαίες εγκαταστάσεις, στις οποίες, όπως εξηγούν, η παρακολούθηση ενδεχόμενης ρύπανσης θα είναι εφικτή και ο κίνδυνος θα είναι ελεγχόμενος.
Στο κείμενο που συνυπογράφουν, το οποίο συντάχτηκε με πρωτοβουλία του Ινστιτούτου Θαλάσσιας Προστασίας «Αρχιπέλαγος», αποσαφηνίζεται για ποιους λόγους πρέπει να αποφευχθεί πάση θυσία ο συγκεκριμένος τρόπος καταστροφής και ταυτόχρονα παρατίθενται χρήσιμες πληροφορίες, άγνωστες εν πολλοίς έως σήμερα, καθώς ειδικά στην Ελλάδα για το συγκεκριμένο ζήτημα τα αρμόδια υπουργεία (Περιβάλλοντος, Εξωτερικών, Εθνικής Αμυνας) τηρούν σιγή ιχθύος.
Οπως τονίζεται λοιπόν, η διαδικασία της καταστροφής των χημικών στην καρδιά της Μεσογείου, ανάμεσα στην Κρήτη και τη Σικελία, ενέχει σοβαρό κίνδυνο να οδηγήσει στην απελευθέρωση τόνων τοξικών αποβλήτων, αποτελώντας μία σημαντική απειλή προς το περιβάλλον και τη δημόσια υγεία.
Εξηγούν, επίσης, ότι δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι χώρες όπως η Γαλλία, η Γερμανία, η Νορβηγία, το Βέλγιο και η Αλβανία -οι οποίες διαθέτουν εγκαταστάσεις για την αντιμετώπιση τέτοιων επικίνδυνων αποβλήτων- έχουν ήδη αρνηθεί την καταστροφή των χημικών όπλων εντός των συνόρων τους, επικαλούμενες «έλλειψη υποδομών». Και σήμερα, υπογραμμίζουν, κρίνεται ως ασφαλής επιλογή η καταστροφή εν πλω, σε διεθνή ύδατα, όπου ο έλεγχος είναι ουσιαστικά ανέφικτος.
Αναφέρεται, επίσης, ότι η Ε.Ε. συμμετέχει στη χρηματοδότηση της επιχείρησης, γεγονός το οποίο δεν έγινε ευρέως γνωστό, από τότε που δημοσιοποιήθηκε η εν λόγω «επιχείρηση» καταστροφής των χημικών. Υπό αυτή τη λογική, τόσο οι οργανώσεις όσο και οι επιστήμονες που συμμετέχουν στην πρωτοβουλία αυτή, ζητούν να παρέμβουν άμεσα μαζί με τον ΟΗΕ ούτως ώστε να ανερευθεί μία ασφαλής μέθοδος καταστροφής στην ξηρά, καθώς «η καταστροφή άκρως επικίνδυνων χημικών όπλων με τη χρήση τεχνολογίας, η οποία δεν έχει χρησιμοποιηθεί ποτέ πριν σε τέτοιο εύρος, θα πρέπει να επανεξεταστεί προς αποφυγήν κινδύνου δηλητηρίασης της Μεσογείου».
Οι επιστήμονες δηλώνουν εξαιρετικά ανήσυχοι, παρά τις διαβεβαιώσεις που υπάρχουν για την ασφάλεια της μεθόδου καταστροφής από τον ΟΗΕ και τον Οργανισμό για την Απαγόρευση των Χημικών Οπλων (OPCW). Κι αυτό γιατί «πρόκειται για μία περίπλοκη διαδικασία καταστροφής που λαμβάνει χώρα πιλοτικά σε ασταθείς θαλάσσιες συνθήκες».
Η μέθοδος και ο εξοπλισμός που θα χρησιμοποιηθεί είναι η Field Deployable Hydrolysis System, η οποία έχει αναπτυχθεί μόνο κατά το τελευταίο έτος, και χρησιμοποιεί μία πληθώρα χημικών παραγόντων για την εξουδετέρωση των όπλων. Παράγει μεγάλες ποσότητες υγρών τοξικών αποβλήτων, γνωστές ως εκροές.
Η μέθοδος και ο εξοπλισμός που εγκαθίστανται στο πολεμικό πλοίο των ΗΠΑ MV Cape Ray έχουν δοκιμαστεί μόνο μία φορά εν πλω, και για την εξουδετέρωση μίας μικρής ποσότητας χημικών όπλων. Αυτό ξεπερνάται κατά πολύ από το μέγεθος του συριακού οπλοστασίου προς καταστροφή, το οποίο είναι πάνω από 700 τόνους όπλων. Επειτα, το MV Cape Ray είχε σχεδιαστεί αρχικά για τη μεταφορά τροφίμων και εξοπλισμού, πριν από 36 χρόνια, ενώ συνήθως ένα στρατιωτικό σκάφος πρέπει να παροπλίζεται έπειτα από 30 χρόνια. Επίσης, δεν είναι στεγανό, και χτισμένο με ένα μόνο κύτος, γεγονός που το καθιστά ακατάλληλο για μία τέτοια επιχείρηση υψηλού κινδύνου λόγω αυξημένης πιθανότητας ατυχήματος. Οι συνέπειες από την ενδεχόμενη απόρριψη (ακούσια ή εσκεμμένη) από στερεά ή υγρά απόβλητα που παράγονται κατά τη διάρκεια της διαδικασίας προκαλούν επίσης μεγάλη ανησυχία, ιδιαίτερα λόγω του κινδύνου διασποράς μέσα στη Μεσόγειο, μέσω ισχυρών θαλάσσιων ρευμάτων.
Οπως δήλωσε ο δρ Ε. Γιδαράκος, καθηγητής του Εργαστηρίου Διαχείρισης Τοξικών και Επικίνδυνων Αποβλήτων του Πολυτεχνείου Κρήτης, «δεν είναι δυνατό τη στιγμή που απαιτείται εκπόνηση περιβαλλοντικής μελέτης και δημόσια διαβούλευση για την κατασκευή ενός απλού βιολογικού καθαρισμού, τέτοιου είδους και κλίμακας διαδικασίες επεξεργασίας επικίνδυνων αποβλήτων να παραμένουν ασαφείς και να γνωστοποιούνται σε κράτη και αρμόδιους φορείς μέσω δημοσιευμάτων του Τύπου».
«Οχι τυχαία»
Τέλος, η πρωτοβουλία επιστημόνων και φορέων που ζητάει τη χερσαία καταστροφή των χημικών, θέτει δύο καίρια ερωτημάτα τόσο για την επιλογή της τοποθεσίας όσο και τη διαδικασία:
Γιατί πρέπει το πλοίο που μεταφέρει τα όπλα να ταξιδέψει πάνω από 1.000 μίλια από τη Συρία προς την Ιταλία, σε μία περιοχή όπου η παρακολούθηση είναι σχεδόν ανέφικτη, αντί να παραμείνει σε διεθνή ύδατα ανοικτά της Συρίας; Γιατί η δραστηριότητα να λαμβάνει χώρα σε μία από τις βαθύτερες θαλάσσιες τάφρους της Μεσογείου, μία επιβαρυμένη περιοχή με ισχυρά θαλάσσια ρεύματα και ένα ιστορικό παράνομης απόρριψης τοξικών και πυρηνικών αποβλήτων, στην οποία δεν υπάρχει δυνατότητα εξακρίβωσης περιβαλλοντικών επιπτώσεων που ενδέχεται να προκύψουν; Οι απαντήσεις που δίνουν οι ίδιοι, μάλλον δεν αφήνουν περιθώρια εφησυχασμού:
«Η επιλογή του τόπου δεν έγινε τυχαία. Το γεγονός ότι πολλές χώρες της Μεσογείου αντιμετωπίζουν σήμερα σοβαρή οικονομική κρίση και πολιτική αστάθεια, κάμπτει την αντίδραση και την εγρήγορση των πολιτών. Ο OPCW, υπεύθυνος οργανισμός για τη διεργασία, εκμεταλλεύεται αυτές τις συνθήκες και θέτει τον κίνδυνο της μετατροπής της Μεσογείου σε μία περιοχή απόρριψης επικίνδυνων αποβλήτων. Αυτό είναι απαράδεκτο και πρέπει να καταδικαστεί αυστηρά από τη διεθνή κοινότητα».
Σε κάθε περίπτωση, τα χρονικά περιθώρια είναι ασφυκτικά, «καθώς η καταστροφή μπορεί να ξεκινήσει οποιαδήποτε ημέρα».
http://www.enet.gr/
ΠΡΕΖΑ TV
20-2-2014
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου