Με μεγάλη επιτυχία πραγματοποιήθηκε, την Παρασκευή 11 Ιούλη, στην αίθουσα του ΤΕΕ, η Ημερίδα Εργασίας της Πανεπιστημονικής Μηχανικών, με κεντρικό θέμα «Χρήσεις Γης για Ποιον; Το παράδειγμα του νέου ΡΣΑ». Στο σημερινό φύλλο, παραθέτουμε χαρακτηριστικά αποσπάσματα από εισηγήσεις της ημερίδας.
Στην εισήγησή του, ο Γρηγόρης Λιονής, μέλος του Τμήματος Οικονομίας της ΚΕ του ΚΚΕ, μέλος της Αντιπροσωπείας του ΤΕΕ, αναφέρθηκε αρχικά στους γενικούς στόχους της άρχουσας τάξης:
«Οι βασικοί άξονες που διαρθρώνουν το αναπτυξιακό σχέδιο της άρχουσας τάξης για την Ελλάδα περιστρέφονται γύρω από την αξιοποίηση της γεωστρατηγικής θέσης της χώρας για την ανάδειξή της σε κόμβο μεταφοράς Ενέργειας και εμπορευμάτων, την ναυτιλία, τον κλάδο της εφοδιαστικής, τον τουρισμό, την εκμετάλλευση εγχώριων ορυκτών πόρων, την αγροτική παραγωγή με εξαγωγικό χαρακτήρα, καθώς και άλλες συνοδευτικές μ' αυτές οικονομικές δραστηριότητες, ενώ και ορισμένοι παραδοσιακοί κλάδοι θα συνεχίσουν να διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο. Αυτό το σχέδιο ανάπτυξης δεν είναι αυθαίρετο. Βασίζεται πάνω στα δεδομένα της ελληνικής καπιταλιστικής οικονομίας, στη γεωγραφική θέση της χώρας, στο γενικό καταμερισμό της παραγωγής στην Ελλάδα όπως έχει ήδη εξελιχθεί τα προηγούμενα χρόνια, στο πλαίσιο της ανισόμετρης αλληλεξάρτησης και της διεθνοποιημένης καπιταλιστικής παραγωγής και της ένταξης της χώρας στην ΕΕ».
Συνεχίζοντας την παρέμβασή του, ο ομιλητής σημείωσε:
«Ο σχεδιασμός της άρχουσας τάξης για την καπιταλιστική ανάπτυξη της Αττικής αποτελεί εξειδίκευση αυτού του γενικού σχεδιασμού για το σύνολο της χώρας. Στο πλαίσιο αυτό, η Αττική διατηρεί και αναβαθμίζει το ρόλο της ως οικονομικού και διοικητικού κέντρου.
Η Αττική προορίζεται να αποτελέσει τον κατεξοχήν κόμβο συνδυασμένης μεταφοράς εμπορευμάτων και διαχείρισής τους και το βασικό ναυτιλιακό κέντρο. Η επιλογή αυτή αφορά κυρίως το γεγονός ότι ο Πειραιάς αποτελεί, με πολύ μεγάλο προβάδισμα, το μεγαλύτερο λιμάνι της χώρας και ένα από τα μεγαλύτερα της Μεσογείου. Γύρω από κάθε λιμάνι αναπτύσσεται ένα ολόκληρο σύμπλεγμα εξειδικευμένων σχετικών δραστηριοτήτων (ναυτιλιακό cluster) που αφορά υποστηρικτικές οικονομικές δραστηριότητες, δραστηριότητες επισκευής, δραστηριότητες ανεφοδιασμού, δραστηριότητες broking κ.λπ. Η περιφέρεια Αττικής, και ειδικά ο Πειραιάς, αποτελούν εξειδικευμένη περιοχή σε τέτοιες δραστηριότητες. Επίσης, η Αττική συνδέεται οδικά και σιδηροδρομικά με την υπόλοιπη Ευρώπη, ενώ σε τοπικό επίπεδο, βρίσκεται στην «τομή» των δύο βασικών αξόνων ανάπτυξης του ελληνικού χώρου (Πάτρα - Αθήνα και Αθήνα - Θεσσαλονίκη).
Η ανάπτυξη των συνδυασμένων μεταφορών και των δραστηριοτήτων αποθήκευσης εμπορευμάτων που την ακολουθούν θα οδηγήσει στην εμφάνιση δραστηριοτήτων τελικής συναρμολόγησης βιομηχανικών εμπορευμάτων, που θα δίνουν στα εμπορεύματα ευρωπαϊκή πιστοποίηση (Madein EU). Αυτό ενδιαφέρει ιδιαίτερα την Κίνα, γιατί έτσι αντιμετωπίζει πολιτικές προστατευτισμού της ΕΕ.
Προκρίνεται επίσης και η περαιτέρω ανάδειξη της Αττικής ως τουριστικού προορισμού πολυτελείας. Στο πλαίσιο αυτό προωθούνται σύγχρονες ξενοδοχειακές εγκαταστάσεις πολυτελείας, λιμάνια για σκάφη πολυτελείας, πολιτιστικές επενδύσεις κ.λπ. Την ίδια στιγμή, προωθείται και τουρισμός όχι απλά αναψυχής, ιδίως ιατρικός και εκπαιδευτικός τουρισμός.
Δίπλα σ' αυτές τις βασικές δραστηριότητες, προδιαγράφονται νέα επενδυτικά πεδία για το μεγάλο κεφάλαιο, τόσο για την άμεση υποστήριξη του προαναφερθέντος γενικού σχεδιασμού, όσο και για την ανάγκη κάλυψης διάφορων καταναλωτικών αναγκών».
Οι συνέπειες του αστικού σχεδίου
Αναφερόμενος στις αντιλαϊκές επιπτώσεις του αστικού σχεδίου και στην κρατική πολιτική, ο ομιλητής σημείωσε:
«Ο προαναφερθείς αστικός σχεδιασμός αποτελεί τη βάση της χωροταξικής πολιτικής του νέου Ρυθμιστικού Σχεδίου Αθήνας. Οι περιοχές και οι χρήσεις γης στις οποίες επικεντρώνεται η ανάπτυξη το επόμενο διάστημα αποτυπώνουν τις συγκεκριμένες κλαδικές προτεραιότητες.
Η υλοποίηση και η εφαρμογή του θα έχει ως αποτέλεσμα την επιτάχυνση της καπιταλιστικής ανάπτυξης στην περιοχή της Αττικής, μιας ανάπτυξης που προϋποθέτει αύξηση του βαθμού εκμετάλλευσης, εφαρμογή αντιλαϊκών αναδιαρθρώσεων, μιας ανάπτυξης αναπόσπαστα δεμένης με τη σχετική εξαθλίωση της εργατικής τάξης, και των λαϊκών στρωμάτων της Αττικής γενικότερα. Το αστικό σχέδιο δεν στοχεύει στην ικανοποίηση των οξυμένων και διευρυνόμενων λαϊκών αναγκών. Η σχεδιαζόμενη με γνώμονα το ποσοστό κέρδους, θα οδηγήσει σε ένταση της ανισόμετρης ανάπτυξης, ανάμεσα σε κλάδους και περιοχές της Αττικής και της χώρας, ενώ οδηγεί αντικειμενικά σε διόγκωση μιας σειράς παρασιτικών δραστηριοτήτων, κοινωνικά άχρηστων απ' τη σκοπιά της μελλοντικής σοσιαλιστικής οργάνωσης. Μια σειρά από αναγκαία έργα, απαραίτητα για τις λαϊκές ανάγκες δεν προωθούνται με κριτήριο το ποσοστό κέρδους. Ταυτόχρονα, σε συνθήκες καπιταλισμού, η ανάδειξη της Αττικής σε τουριστικό προορισμό πολυτελείας, σημαίνει ότι προωθείται η αξιοποίηση των τελευταίων μεγάλων ελεύθερων χώρων της Αττικής για να κατασκευαστούν πολυτελείς τουριστικές υποδομές και εγκαταστάσεις για τη διακίνηση εμπορευμάτων, στερώντας χώρους που μπορούν και πρέπει να αξιοποιηθούν για την κάλυψη των συγχρόνων λαϊκών αναγκών. Για τα λαϊκά στρώματα της Αττικής η εν λόγω εξέλιξη ισοδυναμεί με σταδιακή εξώθησή τους από το θαλάσσιο μέτωπο.
Την ίδια στιγμή, οι αλλαγές στη «χωρική πολιτική» που προωθούνται στοχεύουν επίσης στη μεγαλύτερη κερδοφορία για τους ομίλους, μέσα από τη διασφάλιση νέων επενδυτικών πεδίων, την άρση περιορισμών στη χρήση γης προς όφελος του μεγάλου κεφαλαίου, την επιτάχυνση της συγκέντρωσης γης και τεχνικών έργων, την προώθηση των ιδιωτικοποιήσεων.
Η συγκεκριμένη χωρική πολιτική για το μεγάλο κεφάλαιο δεν είναι τέκνο της κρίσης, των μνημονίων και της τρόικας, όπως θέλουν να την εμφανίσουν ορισμένες πολιτικές δυνάμεις, όπως ο ΣΥΡΙΖΑ. Αντίθετα, η πολιτική αυτή προωθείται διαχρονικά, τόσο στην κρίση όσο και στην ανάπτυξη, σε ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ενωση, αφού απαντά στην ανάγκη των μονοπωλιακών ομίλων για θωράκιση της ανταγωνιστικότητάς τους, για ανακοπή της πτωτικής τάσης του ποσοστού κέρδους.
Από την άποψη αυτή, το νομοσχέδιο για τον αιγιαλό, που θα κατατεθεί το αμέσως επόμενο διάστημα στη Βουλή είναι χαρακτηριστικό. Το νομοσχέδιο δεν πέφτει απ' τον ουρανό, αλλά αποτελεί τελευταίο κρίκο μιας ολόκληρης σειράς παλαιότερων σχετικών νομοθετικών παρεμβάσεων που προέβλεπαν παραχώρηση χρήσης του αιγιαλού, διευρύνοντας κάθε φορά τα σχετικά δικαιώματα προς όφελος του μεγάλου κεφαλαίου, στη βάση των οποίων σήμερα, μεγάλο τμήμα των παραλιών της Αττικής είναι ιδιωτικοποιημένο. Κομβικά σ' αυτήν την πορεία αξιοποίησης των αιγιαλών και της παράκτιας γης προς όφελος του κεφαλαίου είναι ο νόμος 2791/2001, ο ν. 3105/2003, διάφοροι σχετικοί νόμου ΠΑΣΟΚ/ΝΔ για τον Αιγιαλό, το Ειδικό Χωροταξικό για τον Τουρισμό του 2009, το Γενικό Χωροταξικό του 2008, το ΕΣΠΑ και μια σειρά άλλων νομοθετημάτων».
Οργάνωση της λαϊκής αντεπίθεσης
Κλείνοντας, ο Γρηγόρης Λιονής αναφέρθηκε στη μοναδική ρεαλιστική διέξοδο, απ' τη σκοπιά των λαϊκών αναγκών: «Η καπιταλιστική ιδιοκτησία στη γη και στα συγκεντρωμένα μέσα παραγωγής, η ανάπτυξη της παραγωγής με κριτήριο το ποσοστό κέρδους, κοντολογίς η οικονομική και πολιτική κυριαρχία των μονοπωλίων, παράγουν τον αντιλαϊκό χωροταξικό σχεδιασμό που προωθεί σήμερα η κυβέρνηση. Η ανάγκη των μονοπωλίων για θωράκιση της κερδοφορίας τους «παράγει" την αντιλαϊκή πολιτική, απαιτεί μέτρα φθηνής εργατικής δύναμης και μέτρα διευκόλυνσης των επενδυτικών σχεδίων των μονοπωλιακών ομίλων.
Γι' αυτό και η απάντηση του κινήματος δεν μπορεί να δοθεί με αποσπασματικές μάχες που περιορίζονται στην καταψήφιση κάποιων νομοσχεδίων, που συσκοτίζουν τον πραγματικό αντίπαλο, την άρχουσα τάξη και την ΕΕ που τη στηρίζει, όπως υποστηρίζει ο ΣΥΡΙΖΑ.
Μια τέτοια αντιπαράθεση αποδέχεται στην πράξη τη σημερινή κατάσταση όπου οι λαϊκές ανάγκες θυσιάζονται στο βωμό της επιχειρηματικής δράσης του μεγάλου κεφαλαίου, συσκοτίζει τις αιτίες της εφαρμοζόμενης πολιτικής, συμβάλλει την καλλιέργεια μειωμένων απαιτήσεων και έχει, ως τελικό στόχο, τη συστράτευση των λαϊκών δυνάμεων πίσω από το ένα ή το άλλο αστικό μπλοκ.
Αντίθετα, η απάντηση του κινήματος πρέπει να σημαδεύει τον πραγματικό αντίπαλο, την άρχουσα τάξη και την πολιτική της.
Με αφετηρία την πάλη για την πλήρη κατάργηση του συνολικού αντιλαϊκού νομοθετικού πλαισίου για τις χρήσεις γης, των ευρωπαϊκών οδηγιών που προωθούν χρήσεις γης προς όφελος των ομίλων, στους αιγιαλούς, στα δάση, στους ελεύθερους χώρους, στη χωροταξία, στα μεγάλα έργα, την πάλη για την κατάργηση της επιχειρηματικής δράσης του μεγάλου κεφαλαίου στους ελεύθερους χώρους, μονόδρομος για το λαϊκό κίνημα είναι η συγκέντρωση δυνάμεων για την αποφασιστική σύγκρουση με την εξουσία της άρχουσας τάξης και την ΕΕ που τη στηρίζει.
Τελικά, ο χωροταξικός σχεδιασμός προς όφελος του λαού απαιτεί έναν ριζικά διαφορετικό δρόμο ανάπτυξης, όπου η γη και τα συγκεντρωμένα μέσα παραγωγής θα αποτελούν κοινωνική ιδιοκτησία και η παραγωγή θα αναπτύσσεται με κεντρικό επιστημονικό σχεδιασμό και εργατικό έλεγχο, απαιτεί εργατική εξουσία που θα αποδεσμεύσει τη χώρα απ' την ΕΕ και το ΝΑΤΟ».
Το παράδειγμα της Νέας Φιλαδέλφειας
Η Δανάη Γκούμα, δημοτική σύμβουλος Νέας Φιλαδέλφειας - Χαλκηδόνας, μέλος της Αντιπροσωπείας του ΣΑΔΑΣ (Πανελλαδικός Σύλλογος Αρχιτεκτόνων), στην εισήγησή της για τις χρήσεις γης στη Νέα Φιλαδέλφεια, σημείωσε: «Η προνομιακή θέση της πόλης, η εξυπηρέτηση της από ΜΜΜ και η πληθώρα χώρων διαθέσιμων για να φιλοξενήσουν επενδυτικά σχέδια των κατασκευαστικών ομίλων, την καθιστούν προνομιακό πεδίο για να ενταχθεί, με ενεργό τρόπο, στα γενικότερα σχέδια αναμόρφωσης της περιοχής της Αττικής.
Η περιοχή εντάσσεται οργανικά στο γενικό στόχο του μεγάλου κεφαλαίου για ενίσχυση των χαρακτηριστικών του Μητροπολιτικού συγκροτήματος Αθήνας-Πειραιά ως διαμετακομιστικό και οικονομικό - διοικητικό κέντρο. Σ' αυτό το πλαίσιο, η ευρύτερη περιοχή της Νέας Ιωνίας -Ν. Φιλαδέλφειας προκρίνεται να αναπτυχθεί ως «διαδημοτικό κέντρο ευρείας ακτινοβολίας», στο οποίο θα συγκεντρωθούν κυρίως μια σειρά δραστηριότητες της εσωτερικής αγοράς, χωρίς να αποκλείεται φυσικά και η ανάπτυξη χρήσεων που να αφορούν το ευρύτερο ρόλο της Αττικής.
Για την ευρύτερη αυτήν περιοχή προβλέπεται εκτεταμένη ανάπτυξη χρήσεων επιτελικής διοίκησης, χρηματοπιστωτικές, γραφείων και εδρών επιχειρήσεων, εμπορίου, τουρισμού, ψυχαγωγίας, εκπαίδευσης και πολιτισμού και ανάπτυξη σχετικών υποδομών που να υποστηρίζουν αυτές τις χρήσεις.
Σ' αυτό το γενικό πλαίσιο εντάσσονται και οι μελλοντικές εξελίξεις στην πόλη της Νέας Φιλαδέλφειας. Ουσιαστικά, προβλέπεται πως στη Νέα Φιλαδέλφεια οριοθετείται και αναπτύσσεται ένα εμπορικό σύμπλεγμα το οποίο θα περιλαμβάνει δομές τουρισμού, πολιτισμού και αθλητισμού.
Αυτό το γενικό πλαίσιο ανάπτυξης της ευρύτερης περιοχής αποτυπώνεται στις σχεδιαζόμενες αλλαγές στις χρήσεις γης που προωθούνται αυτό το διάστημα.
-Οι χρήσεις γης στον άξονα της εθνικής οδού περιλαμβάνουν μια σειρά εμπορικές και βιομηχανικές δραστηριότητες.
- Το άλσος της Νέας Φιλαδέλφειας αποχαρακτηρίζεται από αναδασωτέα έκταση και χαρακτηρίζεται ως Αστικό Μητροπολιτικό Πάρκο Νέας Φιλαδέλφειας και προωθείται η σταδιακή εκχώρησή του σε επιχειρηματικά συμφέροντα.
-Σ' αυτό το πλαίσιο εντάσσεται και το σχέδιο για κατασκευή του Κέντρο Αθλητισμού, Μνήμης και Πολιτισμού της ΑΕΚ, με μια σειρά σχετικές κυκλοφοριακές ρυθμίσεις και την παραχώρηση τμήματος του άλσους.
-Συγχρόνως, προωθείται η εκχώρηση και άλλων χώρων (π.χ., πρώην ΚΑΤΕ) στο μεγάλο κεφάλαιο, με διάφορους τρόπους».
Χωροθέτηση για το μεγάλο κεφάλαιο
Αναφερόμενη στην επίδραση των αλλαγών στη Νέα Φιλαδέλφεια, η ομιλήτρια τόνισε: «Η σχεδιαζόμενη ανάπτυξη στην πόλη της Νέας Φιλαδέλφειας θα μεταβάλει τη λειτουργία της σε βάρος των κατοίκων της ευρύτερης περιοχής, με γνώμονα την κερδοφορία των μονοπωλιακών ομίλων.
Το πρόβλημα στη Νέα Φιλαδέλφεια δεν αφορά μόνο τα 6 επιπλέον στρέμματα δάσους του νέου γηπέδου της ΑΕΚ. Αυτά είναι πραγματικά το κερασάκι στην τούρτα. Αφορούν τη διαπάλη για τη γη και τις χρήσεις της υπέρ του λαού ή υπέρ των μονοπωλίων σε μια ευρύτατη περιοχή της Βόρειο-Δυτικής Αθήνας.
Γι' αυτό και η αντιπαράθεση με τα επενδυτικά σχέδια δεν μπορεί να δοθεί αποσπασματικά, όπως επιχειρεί ο ΣΥΡΙΖΑ, που τοποθετείται για το "δέντρο και όχι για το δάσος"».
Η ομιλήτρια έκλεισε την παρέμβασή της τονίζοντας την ανάγκη οργάνωσης της πάλης. «Τέτοιες προσπάθειες για να προχωρήσουν επενδυτικά σχέδια έγιναν και στο παρελθόν με στόχο το άλσος της Νέας Φιλαδέλφειας. Στις συνθήκες εκείνες, το λαϊκό κίνημα της περιοχής απάντησε με διάφορες μορφές, με κινητοποιήσεις και αγώνες. Τότε φτιάχτηκε και ο Σύλλογος "Φίλοι του Δάσους", στην ίδρυση και δράση του οποίου πρωτοστάτησαν τα μέλη του ΚΚΕ. Σήμερα συνεχίζουμε τον αγώνα μέσα από Λαϊκές Επιτροπές και κινητοποιήσεις, μέσα από την πάλη μας και στο Δημοτικό Συμβούλιο της Νέας Φιλαδέλφειας για να αποτραπούν εξελίξεις που επιδεινώνουν την κατάσταση των λαϊκών στρωμάτων. Για να αναδείξουμε πως, σε τελευταία ανάλυση, η ικανοποίηση των διευρυμένων αναγκών της εργατικής τάξης και του λαού της περιοχής, για στέγαση, για αθλητισμό και πολιτισμό, για χρήσεις που να διευκολύνουν τη λαϊκή πρωτοβουλία και αυτενέργεια, για προστασία από τις φυσικές καταστροφές, απαιτούν υποδομές σχεδιασμένες με ριζικά διαφορετικό τρόπο: Απ' τον επιστημονικό κεντρικό σχεδιασμό στη βάση της κοινωνικοποιημένης ιδιοκτησίας στη γη και στα συγκεντρωμένα μέσα παραγωγής».
Τα δασικά οικοσυστήματα θυσία στο κέρδος
Ο Αντώνης Ραλλάτος, υπεύθυνος της Ομάδας Περιβάλλοντος του Τμήματος Οικονομίας της ΚΕ του ΚΚΕ, μέλος του ΔΣ της Πανελλήνιας Ενωσης Δασολόγων Δημοσίων Υπαλλήλων, στην εισήγησή του με θέμα τις εξελίξεις στη Δασική Πολιτική, σημείωσε: «Η σημερινή κατάσταση που αντιμετωπίζουν τα δασικά οικοσυστήματα είναι αποτέλεσμα της καπιταλιστικής ανάπτυξης της Ελλάδας, της πολιτικής ΕΕ - άρχουσας τάξης. Η κρατική πολιτική αντιμετωπίζει τις επενδύσεις στα δάση ως μία ακόμα διέξοδο στα υπερσυσσωρευμένα κεφάλαια των μονοπωλιακών ομίλων.
Η πολιτική έντασης της καπιταλιστικής εκμετάλλευσης της γης και της χρήσης της προϋποθέτει την ιδιωτικοποίηση, την απλοποίηση της νομοθεσίας προς όφελος της ατομικής ιδιοκτησίας, τον αποχαρακτηρισμό, την εκχώρηση δημόσιων δασών και δασικών εκτάσεων και παράκτιων περιοχών, την ενίσχυση της κερδοφορίας και της επιχειρηματικής δραστηριότητας σε εκτός σχεδίου περιοχές, τη νομιμοποίηση δραστηριοτήτων που μέχρι σήμερα ήταν παράνομες.
Οι μέχρι σήμερα κυβερνήσεις οδήγησαν στον πολυτεμαχισμό της δασικής γης, στη σκόπιμη διαιώνιση του ιδιοκτησιακού προβλήματος, που διευκόλυνε την επέκταση της ιδιωτικής σε βάρος της δημόσιας δασικής γης, ιδιαίτερα σε περιοχές με τεράστιο οικονομικό ενδιαφέρον. Συνέβαλαν στον αποχαρακτηρισμό χιλιάδων στρεμμάτων, στη νομιμοποίηση αυθαιρεσιών και καταπατήσεων που έγιναν στο παρελθόν και στις διαρκείς προσπάθειες κατάργησης του τεκμηρίου κυριότητας του Δημοσίου.
Η δασική πολιτική της συγκυβέρνησης ΝΔ - ΠΑΣΟΚ, συνέχεια των προηγούμενων, αντιμετωπίζει το ζήτημα στη βάση ότι οι μέχρι σήμερα "πρωτοβουλίες" δεν "απελευθέρωσαν", στο βαθμό που ήθελαν, τη δασική γη από την όποια νομική προστασία, ώστε να αποτελέσουν κερδοφόρα διέξοδο στα συσσωρευμένα κέρδη των μονοπωλιακών ομίλων.
Είναι εναρμονισμένη με τη γενικότερη πολιτική των ιδιωτικοποιήσεων, της ενίσχυσης της κερδοφορίας του κεφαλαίου στο πλαίσιο της στρατηγικής της ΕΕ, της προσαρμογής των δασών στους νόμους της καπιταλιστικής αγοράς, της "πράσινης" ανάπτυξης».
Το νέο δασικό νομοσχέδιο
Μιλώντας για το καινούργιο δασικό νομοσχέδιο, ο ομιλητής τόνισε:
«Το δασικό νομοσχέδιο εντείνει την εμπορευματοποίηση των δασικών οικοσυστημάτων. Στο όνομα της "βιώσιμης ανάπτυξης" έρχεται να άρει όλα τα εμπόδια στη δράση του μεγάλου κεφαλαίου που θέλει να χρησιμοποιήσει την κρατική δασική περιουσία ως κερδοφόρα διέξοδο στα υπερσυσσωρευμένα κεφάλαια. Σε ολόκληρες περιοχές με διαδικασίες "fast - track" αλλάζουν οι χρήσεις γης, ο χαρακτήρας, σε βάρος του δασικού πλούτου.
Επιτρέπονται ουσιαστικά όλες οι επεμβάσεις που ενδιαφέρουν τους μονοπωλιακούς ομίλους στα δασικά οικοσυστήματα, στους εθνικούς δρυμούς, στις προστατευόμενες περιοχές, συμπεριλαμβανομένων και παράκτιων, εξασφαλίζεται η "ελευθερία" της επιχειρηματικής δραστηριότητας, των συμφερόντων και των επιλογών της άρχουσας τάξης και των ομίλων.
Το νομοσχέδιο εξειδικεύει τις καπιταλιστικές αναδιαρθρώσεις στα δασικά οικοσυστήματα προς όφελος του κεφαλαίου, το οποίο κρίνει σήμερα ότι η κερδοφορία του θα εξυπηρετηθεί όχι κυρίως με τον αποχαρακτηρισμό τους, όπως βασικά επεδίωκε μέχρι σήμερα, αλλά με την εξασφάλιση της "νομιμότητας" των διευρυμένων επεμβάσεων που προβλέπει μέσα σ' αυτά και με την ανάθεση της διαχείρισης ευαίσθητων περιοχών προς όφελός του στον τουρισμό, τη διαχείριση απορριμμάτων, τις υδροηλεκτρικές επιχειρήσεις, γενικά βιομηχανικό και κατασκευαστικό κεφάλαιο. Οι επενδύσεις μάλιστα θα γίνονται ουσιαστικά χωρίς δαπάνες στη γη, αφού θα παραχωρούνται και δεν θα είναι υποχρεωμένοι να αγοράζουν.
Νομιμοποιεί όλες τις πριν το 1975 (εμφύλιος, δικτατορία) παράνομες εκχερσώσεις, αγοραπωλησίες, κατατμήσεις, καταπατήσεις, αλλαγές χρήσης και αναγνωρίζει ανύπαρκτα δικαιώματα ιδιοκτησίας, με παράλληλη κατάργηση των δικαιωμάτων του Δημοσίου στις εκτάσεις αυτές.
Δίνει τη δυνατότητα ανταλλαγής των εκτάσεων που έχουν οι οικοδομικοί συνεταιρισμοί - νόμιμα ή μη - μέσω της "τράπεζας γης" και περιοχών υποδοχής ανταλλαγής.
Διαχρονικά τα δασικά οικοσυστήματα της Αθήνας καταστρέφονται από τις εκάστοτε επιλογές του κεφαλαίου. Η κυβερνητική πολιτική, μέσω των Προεδρικών Διαταγμάτων, τις ζώνες διαφορετικού βαθμού προστασίας και επεμβάσεων και τους φορείς διαχείρισής τους, τη μη κήρυξη αναδασωτέων, επιδιώκει την ιδιωτικοποίηση, την είσοδο των επιχειρηματικών ομίλων, που, παρά τις μεταξύ τους αντιθέσεις, πίεζαν με κάθε τρόπο για "απελευθέρωση" της "δεσμευμένης" γης.
Στο Ρυθμιστικό της Αθήνας είναι εμφανής η σχέση ανάμεσα στη στρατηγική της οργάνωσης του χώρου και τις επιδιωκόμενες χρήσεις γης που θα χωροθετηθούν, για να υλοποιηθούν οι επενδυτικοί στόχοι του κεφαλαίου».
Ο Αντώνης Ραλλάτος έκλεισε την παρέμβαση μιλώντας για τη φιλολαϊκή αξιοποίηση των δασών:
«Τα δασικά οικοσυστήματα αποτελούν κοινωνικό αγαθό, λαϊκή περιουσία. Θα μπορούσαν να λειτουργήσουν προς όφελος των λαϊκών συμφερόντων και να συμβάλουν στην οικολογική ισορροπία του Λεκανοπέδιου ως στοιχείο μιας φιλολαϊκής πολιτικής γης και περιβάλλοντος, μιας δασικής πολιτικής που θα εξασφαλίζει την προστασία (από πυρκαγιές, ασθένειες και κάθε άλλο κίνδυνο) και την ολοκληρωμένη διαχείρισή τους, την ανάπτυξή τους ως βασικού τομέα της πρωτογενούς παραγωγής, εξασφαλίζοντας ταυτόχρονα την οικολογική τους ανόρθωση, την αντιπλημμυρική προστασία, την ανάπτυξη της ξυλοπαραγωγής, τη συνολική επίλυση των προβλημάτων στο πλαίσιο ενός ριζικά διαφορετικού δρόμου ανάπτυξης που υπηρετεί τις λαϊκές ανάγκες.
Προϋπόθεση είναι η κοινωνική ιδιοκτησία της γης και ο κεντρικός σχεδιασμός με διαφορετικό κίνητρο και οργάνωση της παραγωγής. Με ανατροπή στο χαρακτήρα της ιδιοκτησίας και της εξουσίας. Με κοινωνικοποίηση των μονοπωλίων, αποδέσμευση απ' την ΕΕ και μονομερή διαγραφή του χρέους, με εργατική λαϊκή εξουσία».
http://www.rizospastis.gr/
ΠΡΕΖΑ TV
20-7-2014
Στην εισήγησή του, ο Γρηγόρης Λιονής, μέλος του Τμήματος Οικονομίας της ΚΕ του ΚΚΕ, μέλος της Αντιπροσωπείας του ΤΕΕ, αναφέρθηκε αρχικά στους γενικούς στόχους της άρχουσας τάξης:
«Οι βασικοί άξονες που διαρθρώνουν το αναπτυξιακό σχέδιο της άρχουσας τάξης για την Ελλάδα περιστρέφονται γύρω από την αξιοποίηση της γεωστρατηγικής θέσης της χώρας για την ανάδειξή της σε κόμβο μεταφοράς Ενέργειας και εμπορευμάτων, την ναυτιλία, τον κλάδο της εφοδιαστικής, τον τουρισμό, την εκμετάλλευση εγχώριων ορυκτών πόρων, την αγροτική παραγωγή με εξαγωγικό χαρακτήρα, καθώς και άλλες συνοδευτικές μ' αυτές οικονομικές δραστηριότητες, ενώ και ορισμένοι παραδοσιακοί κλάδοι θα συνεχίσουν να διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο. Αυτό το σχέδιο ανάπτυξης δεν είναι αυθαίρετο. Βασίζεται πάνω στα δεδομένα της ελληνικής καπιταλιστικής οικονομίας, στη γεωγραφική θέση της χώρας, στο γενικό καταμερισμό της παραγωγής στην Ελλάδα όπως έχει ήδη εξελιχθεί τα προηγούμενα χρόνια, στο πλαίσιο της ανισόμετρης αλληλεξάρτησης και της διεθνοποιημένης καπιταλιστικής παραγωγής και της ένταξης της χώρας στην ΕΕ».
Συνεχίζοντας την παρέμβασή του, ο ομιλητής σημείωσε:
«Ο σχεδιασμός της άρχουσας τάξης για την καπιταλιστική ανάπτυξη της Αττικής αποτελεί εξειδίκευση αυτού του γενικού σχεδιασμού για το σύνολο της χώρας. Στο πλαίσιο αυτό, η Αττική διατηρεί και αναβαθμίζει το ρόλο της ως οικονομικού και διοικητικού κέντρου.
Η Αττική προορίζεται να αποτελέσει τον κατεξοχήν κόμβο συνδυασμένης μεταφοράς εμπορευμάτων και διαχείρισής τους και το βασικό ναυτιλιακό κέντρο. Η επιλογή αυτή αφορά κυρίως το γεγονός ότι ο Πειραιάς αποτελεί, με πολύ μεγάλο προβάδισμα, το μεγαλύτερο λιμάνι της χώρας και ένα από τα μεγαλύτερα της Μεσογείου. Γύρω από κάθε λιμάνι αναπτύσσεται ένα ολόκληρο σύμπλεγμα εξειδικευμένων σχετικών δραστηριοτήτων (ναυτιλιακό cluster) που αφορά υποστηρικτικές οικονομικές δραστηριότητες, δραστηριότητες επισκευής, δραστηριότητες ανεφοδιασμού, δραστηριότητες broking κ.λπ. Η περιφέρεια Αττικής, και ειδικά ο Πειραιάς, αποτελούν εξειδικευμένη περιοχή σε τέτοιες δραστηριότητες. Επίσης, η Αττική συνδέεται οδικά και σιδηροδρομικά με την υπόλοιπη Ευρώπη, ενώ σε τοπικό επίπεδο, βρίσκεται στην «τομή» των δύο βασικών αξόνων ανάπτυξης του ελληνικού χώρου (Πάτρα - Αθήνα και Αθήνα - Θεσσαλονίκη).
Η ανάπτυξη των συνδυασμένων μεταφορών και των δραστηριοτήτων αποθήκευσης εμπορευμάτων που την ακολουθούν θα οδηγήσει στην εμφάνιση δραστηριοτήτων τελικής συναρμολόγησης βιομηχανικών εμπορευμάτων, που θα δίνουν στα εμπορεύματα ευρωπαϊκή πιστοποίηση (Madein EU). Αυτό ενδιαφέρει ιδιαίτερα την Κίνα, γιατί έτσι αντιμετωπίζει πολιτικές προστατευτισμού της ΕΕ.
Προκρίνεται επίσης και η περαιτέρω ανάδειξη της Αττικής ως τουριστικού προορισμού πολυτελείας. Στο πλαίσιο αυτό προωθούνται σύγχρονες ξενοδοχειακές εγκαταστάσεις πολυτελείας, λιμάνια για σκάφη πολυτελείας, πολιτιστικές επενδύσεις κ.λπ. Την ίδια στιγμή, προωθείται και τουρισμός όχι απλά αναψυχής, ιδίως ιατρικός και εκπαιδευτικός τουρισμός.
Δίπλα σ' αυτές τις βασικές δραστηριότητες, προδιαγράφονται νέα επενδυτικά πεδία για το μεγάλο κεφάλαιο, τόσο για την άμεση υποστήριξη του προαναφερθέντος γενικού σχεδιασμού, όσο και για την ανάγκη κάλυψης διάφορων καταναλωτικών αναγκών».
Οι συνέπειες του αστικού σχεδίου
Αναφερόμενος στις αντιλαϊκές επιπτώσεις του αστικού σχεδίου και στην κρατική πολιτική, ο ομιλητής σημείωσε:
«Ο προαναφερθείς αστικός σχεδιασμός αποτελεί τη βάση της χωροταξικής πολιτικής του νέου Ρυθμιστικού Σχεδίου Αθήνας. Οι περιοχές και οι χρήσεις γης στις οποίες επικεντρώνεται η ανάπτυξη το επόμενο διάστημα αποτυπώνουν τις συγκεκριμένες κλαδικές προτεραιότητες.
Η υλοποίηση και η εφαρμογή του θα έχει ως αποτέλεσμα την επιτάχυνση της καπιταλιστικής ανάπτυξης στην περιοχή της Αττικής, μιας ανάπτυξης που προϋποθέτει αύξηση του βαθμού εκμετάλλευσης, εφαρμογή αντιλαϊκών αναδιαρθρώσεων, μιας ανάπτυξης αναπόσπαστα δεμένης με τη σχετική εξαθλίωση της εργατικής τάξης, και των λαϊκών στρωμάτων της Αττικής γενικότερα. Το αστικό σχέδιο δεν στοχεύει στην ικανοποίηση των οξυμένων και διευρυνόμενων λαϊκών αναγκών. Η σχεδιαζόμενη με γνώμονα το ποσοστό κέρδους, θα οδηγήσει σε ένταση της ανισόμετρης ανάπτυξης, ανάμεσα σε κλάδους και περιοχές της Αττικής και της χώρας, ενώ οδηγεί αντικειμενικά σε διόγκωση μιας σειράς παρασιτικών δραστηριοτήτων, κοινωνικά άχρηστων απ' τη σκοπιά της μελλοντικής σοσιαλιστικής οργάνωσης. Μια σειρά από αναγκαία έργα, απαραίτητα για τις λαϊκές ανάγκες δεν προωθούνται με κριτήριο το ποσοστό κέρδους. Ταυτόχρονα, σε συνθήκες καπιταλισμού, η ανάδειξη της Αττικής σε τουριστικό προορισμό πολυτελείας, σημαίνει ότι προωθείται η αξιοποίηση των τελευταίων μεγάλων ελεύθερων χώρων της Αττικής για να κατασκευαστούν πολυτελείς τουριστικές υποδομές και εγκαταστάσεις για τη διακίνηση εμπορευμάτων, στερώντας χώρους που μπορούν και πρέπει να αξιοποιηθούν για την κάλυψη των συγχρόνων λαϊκών αναγκών. Για τα λαϊκά στρώματα της Αττικής η εν λόγω εξέλιξη ισοδυναμεί με σταδιακή εξώθησή τους από το θαλάσσιο μέτωπο.
Την ίδια στιγμή, οι αλλαγές στη «χωρική πολιτική» που προωθούνται στοχεύουν επίσης στη μεγαλύτερη κερδοφορία για τους ομίλους, μέσα από τη διασφάλιση νέων επενδυτικών πεδίων, την άρση περιορισμών στη χρήση γης προς όφελος του μεγάλου κεφαλαίου, την επιτάχυνση της συγκέντρωσης γης και τεχνικών έργων, την προώθηση των ιδιωτικοποιήσεων.
Η συγκεκριμένη χωρική πολιτική για το μεγάλο κεφάλαιο δεν είναι τέκνο της κρίσης, των μνημονίων και της τρόικας, όπως θέλουν να την εμφανίσουν ορισμένες πολιτικές δυνάμεις, όπως ο ΣΥΡΙΖΑ. Αντίθετα, η πολιτική αυτή προωθείται διαχρονικά, τόσο στην κρίση όσο και στην ανάπτυξη, σε ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ενωση, αφού απαντά στην ανάγκη των μονοπωλιακών ομίλων για θωράκιση της ανταγωνιστικότητάς τους, για ανακοπή της πτωτικής τάσης του ποσοστού κέρδους.
Από την άποψη αυτή, το νομοσχέδιο για τον αιγιαλό, που θα κατατεθεί το αμέσως επόμενο διάστημα στη Βουλή είναι χαρακτηριστικό. Το νομοσχέδιο δεν πέφτει απ' τον ουρανό, αλλά αποτελεί τελευταίο κρίκο μιας ολόκληρης σειράς παλαιότερων σχετικών νομοθετικών παρεμβάσεων που προέβλεπαν παραχώρηση χρήσης του αιγιαλού, διευρύνοντας κάθε φορά τα σχετικά δικαιώματα προς όφελος του μεγάλου κεφαλαίου, στη βάση των οποίων σήμερα, μεγάλο τμήμα των παραλιών της Αττικής είναι ιδιωτικοποιημένο. Κομβικά σ' αυτήν την πορεία αξιοποίησης των αιγιαλών και της παράκτιας γης προς όφελος του κεφαλαίου είναι ο νόμος 2791/2001, ο ν. 3105/2003, διάφοροι σχετικοί νόμου ΠΑΣΟΚ/ΝΔ για τον Αιγιαλό, το Ειδικό Χωροταξικό για τον Τουρισμό του 2009, το Γενικό Χωροταξικό του 2008, το ΕΣΠΑ και μια σειρά άλλων νομοθετημάτων».
Οργάνωση της λαϊκής αντεπίθεσης
Κλείνοντας, ο Γρηγόρης Λιονής αναφέρθηκε στη μοναδική ρεαλιστική διέξοδο, απ' τη σκοπιά των λαϊκών αναγκών: «Η καπιταλιστική ιδιοκτησία στη γη και στα συγκεντρωμένα μέσα παραγωγής, η ανάπτυξη της παραγωγής με κριτήριο το ποσοστό κέρδους, κοντολογίς η οικονομική και πολιτική κυριαρχία των μονοπωλίων, παράγουν τον αντιλαϊκό χωροταξικό σχεδιασμό που προωθεί σήμερα η κυβέρνηση. Η ανάγκη των μονοπωλίων για θωράκιση της κερδοφορίας τους «παράγει" την αντιλαϊκή πολιτική, απαιτεί μέτρα φθηνής εργατικής δύναμης και μέτρα διευκόλυνσης των επενδυτικών σχεδίων των μονοπωλιακών ομίλων.
Γι' αυτό και η απάντηση του κινήματος δεν μπορεί να δοθεί με αποσπασματικές μάχες που περιορίζονται στην καταψήφιση κάποιων νομοσχεδίων, που συσκοτίζουν τον πραγματικό αντίπαλο, την άρχουσα τάξη και την ΕΕ που τη στηρίζει, όπως υποστηρίζει ο ΣΥΡΙΖΑ.
Μια τέτοια αντιπαράθεση αποδέχεται στην πράξη τη σημερινή κατάσταση όπου οι λαϊκές ανάγκες θυσιάζονται στο βωμό της επιχειρηματικής δράσης του μεγάλου κεφαλαίου, συσκοτίζει τις αιτίες της εφαρμοζόμενης πολιτικής, συμβάλλει την καλλιέργεια μειωμένων απαιτήσεων και έχει, ως τελικό στόχο, τη συστράτευση των λαϊκών δυνάμεων πίσω από το ένα ή το άλλο αστικό μπλοκ.
Αντίθετα, η απάντηση του κινήματος πρέπει να σημαδεύει τον πραγματικό αντίπαλο, την άρχουσα τάξη και την πολιτική της.
Με αφετηρία την πάλη για την πλήρη κατάργηση του συνολικού αντιλαϊκού νομοθετικού πλαισίου για τις χρήσεις γης, των ευρωπαϊκών οδηγιών που προωθούν χρήσεις γης προς όφελος των ομίλων, στους αιγιαλούς, στα δάση, στους ελεύθερους χώρους, στη χωροταξία, στα μεγάλα έργα, την πάλη για την κατάργηση της επιχειρηματικής δράσης του μεγάλου κεφαλαίου στους ελεύθερους χώρους, μονόδρομος για το λαϊκό κίνημα είναι η συγκέντρωση δυνάμεων για την αποφασιστική σύγκρουση με την εξουσία της άρχουσας τάξης και την ΕΕ που τη στηρίζει.
Τελικά, ο χωροταξικός σχεδιασμός προς όφελος του λαού απαιτεί έναν ριζικά διαφορετικό δρόμο ανάπτυξης, όπου η γη και τα συγκεντρωμένα μέσα παραγωγής θα αποτελούν κοινωνική ιδιοκτησία και η παραγωγή θα αναπτύσσεται με κεντρικό επιστημονικό σχεδιασμό και εργατικό έλεγχο, απαιτεί εργατική εξουσία που θα αποδεσμεύσει τη χώρα απ' την ΕΕ και το ΝΑΤΟ».
Το παράδειγμα της Νέας Φιλαδέλφειας
Η Δανάη Γκούμα, δημοτική σύμβουλος Νέας Φιλαδέλφειας - Χαλκηδόνας, μέλος της Αντιπροσωπείας του ΣΑΔΑΣ (Πανελλαδικός Σύλλογος Αρχιτεκτόνων), στην εισήγησή της για τις χρήσεις γης στη Νέα Φιλαδέλφεια, σημείωσε: «Η προνομιακή θέση της πόλης, η εξυπηρέτηση της από ΜΜΜ και η πληθώρα χώρων διαθέσιμων για να φιλοξενήσουν επενδυτικά σχέδια των κατασκευαστικών ομίλων, την καθιστούν προνομιακό πεδίο για να ενταχθεί, με ενεργό τρόπο, στα γενικότερα σχέδια αναμόρφωσης της περιοχής της Αττικής.
Η περιοχή εντάσσεται οργανικά στο γενικό στόχο του μεγάλου κεφαλαίου για ενίσχυση των χαρακτηριστικών του Μητροπολιτικού συγκροτήματος Αθήνας-Πειραιά ως διαμετακομιστικό και οικονομικό - διοικητικό κέντρο. Σ' αυτό το πλαίσιο, η ευρύτερη περιοχή της Νέας Ιωνίας -Ν. Φιλαδέλφειας προκρίνεται να αναπτυχθεί ως «διαδημοτικό κέντρο ευρείας ακτινοβολίας», στο οποίο θα συγκεντρωθούν κυρίως μια σειρά δραστηριότητες της εσωτερικής αγοράς, χωρίς να αποκλείεται φυσικά και η ανάπτυξη χρήσεων που να αφορούν το ευρύτερο ρόλο της Αττικής.
Για την ευρύτερη αυτήν περιοχή προβλέπεται εκτεταμένη ανάπτυξη χρήσεων επιτελικής διοίκησης, χρηματοπιστωτικές, γραφείων και εδρών επιχειρήσεων, εμπορίου, τουρισμού, ψυχαγωγίας, εκπαίδευσης και πολιτισμού και ανάπτυξη σχετικών υποδομών που να υποστηρίζουν αυτές τις χρήσεις.
Σ' αυτό το γενικό πλαίσιο εντάσσονται και οι μελλοντικές εξελίξεις στην πόλη της Νέας Φιλαδέλφειας. Ουσιαστικά, προβλέπεται πως στη Νέα Φιλαδέλφεια οριοθετείται και αναπτύσσεται ένα εμπορικό σύμπλεγμα το οποίο θα περιλαμβάνει δομές τουρισμού, πολιτισμού και αθλητισμού.
Αυτό το γενικό πλαίσιο ανάπτυξης της ευρύτερης περιοχής αποτυπώνεται στις σχεδιαζόμενες αλλαγές στις χρήσεις γης που προωθούνται αυτό το διάστημα.
-Οι χρήσεις γης στον άξονα της εθνικής οδού περιλαμβάνουν μια σειρά εμπορικές και βιομηχανικές δραστηριότητες.
- Το άλσος της Νέας Φιλαδέλφειας αποχαρακτηρίζεται από αναδασωτέα έκταση και χαρακτηρίζεται ως Αστικό Μητροπολιτικό Πάρκο Νέας Φιλαδέλφειας και προωθείται η σταδιακή εκχώρησή του σε επιχειρηματικά συμφέροντα.
-Σ' αυτό το πλαίσιο εντάσσεται και το σχέδιο για κατασκευή του Κέντρο Αθλητισμού, Μνήμης και Πολιτισμού της ΑΕΚ, με μια σειρά σχετικές κυκλοφοριακές ρυθμίσεις και την παραχώρηση τμήματος του άλσους.
-Συγχρόνως, προωθείται η εκχώρηση και άλλων χώρων (π.χ., πρώην ΚΑΤΕ) στο μεγάλο κεφάλαιο, με διάφορους τρόπους».
Χωροθέτηση για το μεγάλο κεφάλαιο
Αναφερόμενη στην επίδραση των αλλαγών στη Νέα Φιλαδέλφεια, η ομιλήτρια τόνισε: «Η σχεδιαζόμενη ανάπτυξη στην πόλη της Νέας Φιλαδέλφειας θα μεταβάλει τη λειτουργία της σε βάρος των κατοίκων της ευρύτερης περιοχής, με γνώμονα την κερδοφορία των μονοπωλιακών ομίλων.
Το πρόβλημα στη Νέα Φιλαδέλφεια δεν αφορά μόνο τα 6 επιπλέον στρέμματα δάσους του νέου γηπέδου της ΑΕΚ. Αυτά είναι πραγματικά το κερασάκι στην τούρτα. Αφορούν τη διαπάλη για τη γη και τις χρήσεις της υπέρ του λαού ή υπέρ των μονοπωλίων σε μια ευρύτατη περιοχή της Βόρειο-Δυτικής Αθήνας.
Γι' αυτό και η αντιπαράθεση με τα επενδυτικά σχέδια δεν μπορεί να δοθεί αποσπασματικά, όπως επιχειρεί ο ΣΥΡΙΖΑ, που τοποθετείται για το "δέντρο και όχι για το δάσος"».
Η ομιλήτρια έκλεισε την παρέμβασή της τονίζοντας την ανάγκη οργάνωσης της πάλης. «Τέτοιες προσπάθειες για να προχωρήσουν επενδυτικά σχέδια έγιναν και στο παρελθόν με στόχο το άλσος της Νέας Φιλαδέλφειας. Στις συνθήκες εκείνες, το λαϊκό κίνημα της περιοχής απάντησε με διάφορες μορφές, με κινητοποιήσεις και αγώνες. Τότε φτιάχτηκε και ο Σύλλογος "Φίλοι του Δάσους", στην ίδρυση και δράση του οποίου πρωτοστάτησαν τα μέλη του ΚΚΕ. Σήμερα συνεχίζουμε τον αγώνα μέσα από Λαϊκές Επιτροπές και κινητοποιήσεις, μέσα από την πάλη μας και στο Δημοτικό Συμβούλιο της Νέας Φιλαδέλφειας για να αποτραπούν εξελίξεις που επιδεινώνουν την κατάσταση των λαϊκών στρωμάτων. Για να αναδείξουμε πως, σε τελευταία ανάλυση, η ικανοποίηση των διευρυμένων αναγκών της εργατικής τάξης και του λαού της περιοχής, για στέγαση, για αθλητισμό και πολιτισμό, για χρήσεις που να διευκολύνουν τη λαϊκή πρωτοβουλία και αυτενέργεια, για προστασία από τις φυσικές καταστροφές, απαιτούν υποδομές σχεδιασμένες με ριζικά διαφορετικό τρόπο: Απ' τον επιστημονικό κεντρικό σχεδιασμό στη βάση της κοινωνικοποιημένης ιδιοκτησίας στη γη και στα συγκεντρωμένα μέσα παραγωγής».
Τα δασικά οικοσυστήματα θυσία στο κέρδος
Ο Αντώνης Ραλλάτος, υπεύθυνος της Ομάδας Περιβάλλοντος του Τμήματος Οικονομίας της ΚΕ του ΚΚΕ, μέλος του ΔΣ της Πανελλήνιας Ενωσης Δασολόγων Δημοσίων Υπαλλήλων, στην εισήγησή του με θέμα τις εξελίξεις στη Δασική Πολιτική, σημείωσε: «Η σημερινή κατάσταση που αντιμετωπίζουν τα δασικά οικοσυστήματα είναι αποτέλεσμα της καπιταλιστικής ανάπτυξης της Ελλάδας, της πολιτικής ΕΕ - άρχουσας τάξης. Η κρατική πολιτική αντιμετωπίζει τις επενδύσεις στα δάση ως μία ακόμα διέξοδο στα υπερσυσσωρευμένα κεφάλαια των μονοπωλιακών ομίλων.
Η πολιτική έντασης της καπιταλιστικής εκμετάλλευσης της γης και της χρήσης της προϋποθέτει την ιδιωτικοποίηση, την απλοποίηση της νομοθεσίας προς όφελος της ατομικής ιδιοκτησίας, τον αποχαρακτηρισμό, την εκχώρηση δημόσιων δασών και δασικών εκτάσεων και παράκτιων περιοχών, την ενίσχυση της κερδοφορίας και της επιχειρηματικής δραστηριότητας σε εκτός σχεδίου περιοχές, τη νομιμοποίηση δραστηριοτήτων που μέχρι σήμερα ήταν παράνομες.
Οι μέχρι σήμερα κυβερνήσεις οδήγησαν στον πολυτεμαχισμό της δασικής γης, στη σκόπιμη διαιώνιση του ιδιοκτησιακού προβλήματος, που διευκόλυνε την επέκταση της ιδιωτικής σε βάρος της δημόσιας δασικής γης, ιδιαίτερα σε περιοχές με τεράστιο οικονομικό ενδιαφέρον. Συνέβαλαν στον αποχαρακτηρισμό χιλιάδων στρεμμάτων, στη νομιμοποίηση αυθαιρεσιών και καταπατήσεων που έγιναν στο παρελθόν και στις διαρκείς προσπάθειες κατάργησης του τεκμηρίου κυριότητας του Δημοσίου.
Η δασική πολιτική της συγκυβέρνησης ΝΔ - ΠΑΣΟΚ, συνέχεια των προηγούμενων, αντιμετωπίζει το ζήτημα στη βάση ότι οι μέχρι σήμερα "πρωτοβουλίες" δεν "απελευθέρωσαν", στο βαθμό που ήθελαν, τη δασική γη από την όποια νομική προστασία, ώστε να αποτελέσουν κερδοφόρα διέξοδο στα συσσωρευμένα κέρδη των μονοπωλιακών ομίλων.
Είναι εναρμονισμένη με τη γενικότερη πολιτική των ιδιωτικοποιήσεων, της ενίσχυσης της κερδοφορίας του κεφαλαίου στο πλαίσιο της στρατηγικής της ΕΕ, της προσαρμογής των δασών στους νόμους της καπιταλιστικής αγοράς, της "πράσινης" ανάπτυξης».
Το νέο δασικό νομοσχέδιο
Μιλώντας για το καινούργιο δασικό νομοσχέδιο, ο ομιλητής τόνισε:
«Το δασικό νομοσχέδιο εντείνει την εμπορευματοποίηση των δασικών οικοσυστημάτων. Στο όνομα της "βιώσιμης ανάπτυξης" έρχεται να άρει όλα τα εμπόδια στη δράση του μεγάλου κεφαλαίου που θέλει να χρησιμοποιήσει την κρατική δασική περιουσία ως κερδοφόρα διέξοδο στα υπερσυσσωρευμένα κεφάλαια. Σε ολόκληρες περιοχές με διαδικασίες "fast - track" αλλάζουν οι χρήσεις γης, ο χαρακτήρας, σε βάρος του δασικού πλούτου.
Επιτρέπονται ουσιαστικά όλες οι επεμβάσεις που ενδιαφέρουν τους μονοπωλιακούς ομίλους στα δασικά οικοσυστήματα, στους εθνικούς δρυμούς, στις προστατευόμενες περιοχές, συμπεριλαμβανομένων και παράκτιων, εξασφαλίζεται η "ελευθερία" της επιχειρηματικής δραστηριότητας, των συμφερόντων και των επιλογών της άρχουσας τάξης και των ομίλων.
Το νομοσχέδιο εξειδικεύει τις καπιταλιστικές αναδιαρθρώσεις στα δασικά οικοσυστήματα προς όφελος του κεφαλαίου, το οποίο κρίνει σήμερα ότι η κερδοφορία του θα εξυπηρετηθεί όχι κυρίως με τον αποχαρακτηρισμό τους, όπως βασικά επεδίωκε μέχρι σήμερα, αλλά με την εξασφάλιση της "νομιμότητας" των διευρυμένων επεμβάσεων που προβλέπει μέσα σ' αυτά και με την ανάθεση της διαχείρισης ευαίσθητων περιοχών προς όφελός του στον τουρισμό, τη διαχείριση απορριμμάτων, τις υδροηλεκτρικές επιχειρήσεις, γενικά βιομηχανικό και κατασκευαστικό κεφάλαιο. Οι επενδύσεις μάλιστα θα γίνονται ουσιαστικά χωρίς δαπάνες στη γη, αφού θα παραχωρούνται και δεν θα είναι υποχρεωμένοι να αγοράζουν.
Νομιμοποιεί όλες τις πριν το 1975 (εμφύλιος, δικτατορία) παράνομες εκχερσώσεις, αγοραπωλησίες, κατατμήσεις, καταπατήσεις, αλλαγές χρήσης και αναγνωρίζει ανύπαρκτα δικαιώματα ιδιοκτησίας, με παράλληλη κατάργηση των δικαιωμάτων του Δημοσίου στις εκτάσεις αυτές.
Δίνει τη δυνατότητα ανταλλαγής των εκτάσεων που έχουν οι οικοδομικοί συνεταιρισμοί - νόμιμα ή μη - μέσω της "τράπεζας γης" και περιοχών υποδοχής ανταλλαγής.
Διαχρονικά τα δασικά οικοσυστήματα της Αθήνας καταστρέφονται από τις εκάστοτε επιλογές του κεφαλαίου. Η κυβερνητική πολιτική, μέσω των Προεδρικών Διαταγμάτων, τις ζώνες διαφορετικού βαθμού προστασίας και επεμβάσεων και τους φορείς διαχείρισής τους, τη μη κήρυξη αναδασωτέων, επιδιώκει την ιδιωτικοποίηση, την είσοδο των επιχειρηματικών ομίλων, που, παρά τις μεταξύ τους αντιθέσεις, πίεζαν με κάθε τρόπο για "απελευθέρωση" της "δεσμευμένης" γης.
Στο Ρυθμιστικό της Αθήνας είναι εμφανής η σχέση ανάμεσα στη στρατηγική της οργάνωσης του χώρου και τις επιδιωκόμενες χρήσεις γης που θα χωροθετηθούν, για να υλοποιηθούν οι επενδυτικοί στόχοι του κεφαλαίου».
Ο Αντώνης Ραλλάτος έκλεισε την παρέμβαση μιλώντας για τη φιλολαϊκή αξιοποίηση των δασών:
«Τα δασικά οικοσυστήματα αποτελούν κοινωνικό αγαθό, λαϊκή περιουσία. Θα μπορούσαν να λειτουργήσουν προς όφελος των λαϊκών συμφερόντων και να συμβάλουν στην οικολογική ισορροπία του Λεκανοπέδιου ως στοιχείο μιας φιλολαϊκής πολιτικής γης και περιβάλλοντος, μιας δασικής πολιτικής που θα εξασφαλίζει την προστασία (από πυρκαγιές, ασθένειες και κάθε άλλο κίνδυνο) και την ολοκληρωμένη διαχείρισή τους, την ανάπτυξή τους ως βασικού τομέα της πρωτογενούς παραγωγής, εξασφαλίζοντας ταυτόχρονα την οικολογική τους ανόρθωση, την αντιπλημμυρική προστασία, την ανάπτυξη της ξυλοπαραγωγής, τη συνολική επίλυση των προβλημάτων στο πλαίσιο ενός ριζικά διαφορετικού δρόμου ανάπτυξης που υπηρετεί τις λαϊκές ανάγκες.
Προϋπόθεση είναι η κοινωνική ιδιοκτησία της γης και ο κεντρικός σχεδιασμός με διαφορετικό κίνητρο και οργάνωση της παραγωγής. Με ανατροπή στο χαρακτήρα της ιδιοκτησίας και της εξουσίας. Με κοινωνικοποίηση των μονοπωλίων, αποδέσμευση απ' την ΕΕ και μονομερή διαγραφή του χρέους, με εργατική λαϊκή εξουσία».
http://www.rizospastis.gr/
ΠΡΕΖΑ TV
20-7-2014
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου