Κυριακή, Οκτωβρίου 16, 2016

ΕΡΓΟΔΟΣΙΑ - ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ - ΠΛΕΙΟΨΗΦΙΑ ΓΣΕΕ: ΣΤΗΝ ΙΔΙΑ ΜΕΡΙΑ ΤΟΥ ΤΡΑΠΕΖΙΟΥ, ΑΠΕΝΑΝΤΙ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΟΥΣ

Ιεραρχώντας τα «όπλα», με τα οποία θα προσέλθει στη διαπραγμάτευση για τα Εργασιακά, ο υπουργός Εργασίας κατατάσσει πρώτο, την «κοινή δήλωση» που υπέγραψαν στις 19/7/2016 οι κοινωνικοί εταίροι (ΓΣΕΕ - ΣΕΒ - ΓΣΕΒΕΕ - ΕΣΕΕ - ΣΕΤΕ).
Οπως λέει ο Γ. Κατρούγκαλος, η «κοινή δήλωση» είναι το βασικό διαπραγματευτικό χαρτί της κυβέρνησης, για να ανακόψει τις «ακραία νεοφιλελεύθερες» προτάσεις του ΔΝΤ και να υπερασπιστεί τάχα τα εργασιακά δικαιώματα, στη βάση του «ευρωπαϊκού κοινωνικού κεκτημένου». Η κυβέρνηση βάζει το λύκο να φυλάξει τα πρόβατα και λέει στους εργαζόμενους να κοιμούνται ήσυχοι!
Ομως, η «κοινή δήλωση» των «κοινωνικών εταίρων» και το πόρισμα των «ειδικών», με τα οποία πάει στη διαπραγμάτευση η κυβέρνηση, είναι ένα συνεκτικό πλέγμα θέσεων και προτάσεων που κατοχυρώνουν τα κεκτημένα του κεφαλαίου στη ζούγκλα της αγοράς εργασίας και ανοίγουν το δρόμο για νέες ανατροπές.

Στην πραγματικότητα, κυβέρνηση, εργοδότες, εργατοπατέρες και κουαρτέτο, κάνουν πράξη την πρόβλεψη του μνημονίου ότι «οι αλλαγές στις πολιτικές για την αγορά εργασίας δεν θα πρέπει να συνεπάγονται την επιστροφή σε παλαιότερα πλαίσια πολιτικής».
Οι προτάσεις που διατυπώνουν και μάλιστα με τη σύμφωνη γνώμη της πλειοψηφίας της ΓΣΕΕ κλείνουν κάθε συζήτηση για ανάκτηση έστω και μέρους των απωλειών που είχαν οι εργαζόμενοι τα προηγούμενα χρόνια. Ας δούμε παρακάτω τα σημεία της κοινής δήλωσης των κοινωνικών εταίρων.
Οι «βέλτιστες πρακτικές»
Οπως γράφεται στο κείμενο, «οι συνδικαλιστικές οργανώσεις εργαζομένων και εργοδοτών που υπογράφουν την ΕΓΣΣΕ συμφώνησαν τα εξής: Υπογραμμίζουν ότι ως "βέλτιστες πρακτικές" πρέπει να θεωρηθούν όσες εναρμονίζονται με το ευρωπαϊκό κοινωνικό μοντέλο και την προστασία των κοινωνικών και εργασιακών δικαιωμάτων, που προσδιορίζουν την ταυτότητα της Ευρώπης. Αναφέρονται στο κείμενο αρχών που υπέγραψαν οι ευρωπαϊκές οργανώσεις κοινωνικών εταίρων την 27/6/2016 με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή».
Ο μύθος των «βέλτιστων πρακτικών» καταρρίφθηκε πλήρως μετά τη δημοσιοποίηση του πορίσματος της επιτροπής, η οποία έκανε αυτό ακριβώς που της είχαν αναθέσει: Να εξειδικεύσει τις προτεινόμενες αλλαγές στην ελληνική νομοθεσία για τα Εργασιακά, με βάση τις «βέλτιστες πρακτικές» της ΕΕ.
Με βάση αυτό το κριτήριο, η Επιτροπή κατέληξε στις εξής ενδεικτικές προτάσεις: Διαμόρφωση του κατώτερου μισθού με την καθοριστική συμβολή μιας «επιτροπής εμπειρογνωμόνων», που θα καθορίζει το εύρος των αυξήσεων ή και των μειώσεων με κριτήριο την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας, την πορεία της ανεργίας, τις προοπτικές της ανάπτυξης. «Σπάσιμο» στα δύο του κατώτερου μισθού, με τον μικρότερο υπο-κατώτερο να απευθύνεται στους μη έχοντες εργασιακή εμπειρία, όπως συμβαίνει σήμερα με τους νεότερους των 25 χρόνων.
Επίσης, μεγαλύτερη ευελιξία της αγοράς εργασίας, προκειμένου να δίνονται κίνητρα στον εργοδότη να καθυστερεί τις ομαδικές απολύσεις, κρίνοντας προσφορότερο να διαλέξει από μια τεράστια γκάμα ελαστικών σχέσεων εργασίας, που μειώνουν άμεσα και αποτελεσματικά το λεγόμενο «κόστος εργασίας». Κλαδικές συμβάσεις που στα λόγια θα εφαρμόζονται καθολικά και θα υπερισχύουν έναντι όλων των άλλων, αλλά, με τις εξαιρέσεις που προβλέπονται, μετατρέπονται σε πουκάμισο αδειανό για τους εργαζόμενους και τα συνδικάτα τους.
Επομένως, να πώς «κουμπώνει» το πόρισμα των ειδικών με την κοινή δήλωση των κοινωνικών εταίρων, αφού και τα δύο κείμενα έχουν για βάση την υπεράσπιση των αντεργατικών «βέλτιστων πρακτικών» της ΕΕ.
Κατώτερος μισθός στον πάτο
Σε άλλο σημείο της «κοινής δήλωσης», οι κοινωνικοί εταίροι «θεωρούν ότι δεν υφίσταται θέμα μείωσης του κατώτατου μισθού ή κατάργησης του 13ου και 14ου μισθού. Επισημαίνουν την ανάγκη ύπαρξης κοινωνικού διαλόγου, ούτως ώστε, μεταξύ άλλων, να συμφωνείται στο πλαίσιο της ΕΓΣΣΕ μεταξύ των κοινωνικών εταίρων ο ελάχιστος νόμιμος μισθός, με γενική και καθολική ισχύ για όλους τους εργαζομένους».
Εδώ γελάνε και οι πέτρες. Καταρχάς, η συμφωνία της ΓΣΕΕ ότι «δεν υφίσταται θέμα μείωσης του κατώτατου μισθού» επιβεβαιώνει την καθοριστική συμβολή της συνδικαλιστικής πλειοψηφίας στην καθήλωση των μισθών σ' αυτά τα άθλια επίπεδα. Ετσι, την ώρα που χιλιάδες εργαζόμενοι φυτοζωούν με 586 και 511 ευρώ μεικτά, η ΓΣΕΕ, αντί να διεκδικεί αυξήσεις, πόσο μάλλον την αποκατάσταση του κατώτερου μισθού στα 751 ευρώ, όπως γράφει στις ανακοινώσεις της για να ξεγελάσει τους εργαζόμενους, συμφωνεί με τους εργοδότες να μην πάει ο κατώτερος μισθός πιο κάτω από τον πάτο που βρίσκεται σήμερα!
Οσο για την «ανάγκη ύπαρξης κοινωνικού διαλόγου» για τον καθορισμό από τους κοινωνικούς εταίρους του κατώτερου μισθού, στην οποία συμφωνούν ΓΣΕΕ και εργοδότες, αποδείχτηκε από το πόρισμα των ειδικών ότι οι συλλογικές διαπραγματεύσεις θα αποτελούν το κέλυφος μιας διαδικασίας διαμόρφωσης του κατώτερου μισθού, όπου οι εργαζόμενοι θα διαπραγματεύονται με σημαδεμένη τράπουλα σε βάρος τους, αφού στο πλευρό της εργοδοσίας προστίθεται και ένας τρίτος παίχτης, η επιτροπή των εμπειρογνωμόνων, που θα θέτει τα όρια της διαπραγμάτευσης.
Επομένως, το πλαίσιο της διαπραγμάτευσης για τις Συλλογικές Συμβάσεις γίνεται πιο ασφυκτικό για τους εργαζόμενους και ο συσχετισμός επιδεινώνεται σε βάρος τους, πολύ περισσότερο αν από τις ανατροπές στα Εργασιακά προκύψουν και νέα εμπόδια στην απεργία. Κάτω απ' αυτό το πρίσμα, καταλαβαίνει κανείς την ...αξία που έχουν οι διαβεβαιώσεις εργατοπατέρων και εργοδοτών για τη διατήρηση του 13ου και 14ου μισθού στον ιδιωτικό τομέα.
«Ροκανίζουν» τα συνδικαλιστικά δικαιώματα
Στην κοινή τους δήλωση, οι κοινωνικοί εταίροι «συμφωνούν, τέλος, ότι ο ν. 1264/1982, πρέπει να εκσυγχρονιστεί, κυρίως ως προς την αντιμετώπιση πρακτικών κακής εφαρμογής του, χωρίς όμως να τίθεται σε αμφισβήτηση το δικαίωμα στην απεργία και στη συνταγματική προστασία συνδικαλιστικής δράσης».
Εδώ, επιστρέφουμε ξανά στο πόρισμα των «ειδικών», όπου οι διατυπώσεις είναι παρόμοιες, αλλά οι επεξηγήσεις είναι διαφωτιστικές. Τι γράφει το πόρισμα; Οτι η Επιτροπή «δεν βλέπει την ανάγκη για αυστηρότερους κανόνες σχετικά με τις απεργίες». Ωστόσο, η υπεράσπιση της ισχύουσας νομοθεσίας δεν γίνεται επειδή διασφαλίζει το δικαίωμα στην απεργία για τους εργαζόμενους, αλλά για τον ακριβώς αντίθετο λόγο: Επειδή παρέχει στην εργοδοσία τη δυνατότητα, προσφεύγοντας στη Δικαιοσύνη, να αμφισβητήσει ευθέως τη νομιμότητα μιας απεργίας και είτε να την υπονομεύσει προληπτικά, είτε να επιβάλει τον τερματισμό της, πάντα στα όρια της ...«συνταγματικής προστασίας της συνδικαλιστικής δράσης» που επικαλούνται και οι «κοινωνικοί εταίροι».
Σε κάθε περίπτωση, το πόρισμα καταλήγει με την επισήμανση ότι «εναπόκειται στον Ελληνα νομοθέτη να καθορίσει τις προϋποθέσεις της νόμιμης απεργίας σεβόμενος το συνταγματικό πλαίσιο». Δηλαδή, εναπόκειται στην κυβέρνηση να «διευκρινίσει» παραπέρα το αντι-απεργιακό νομικό πλαίσιο. Αλλά είναι και στο χέρι των δικαστηρίων, όταν προσφεύγει η εργοδοσία, να βρίσκουν τα κατάλληλα επιχειρήματα για να εμποδίσουν την κήρυξη μιας απεργίας ή για να επιβάλουν τον τερματισμό της.
Παρόμοια είναι η επιχειρηματολογία που αναπτύσσει και για το «λοκ άουτ» η Επιτροπή, παρά το γεγονός ότι «δεν βλέπει κάποιον επείγοντα λόγο για άρση της απαγόρευσης της ανταπεργίας».
Θυμίζουμε, τέλος, ότι και το πόρισμα των «ειδικών» ενθαρρύνει τον «κοινωνικό διάλογο» για αλλαγές στο συνδικαλιστικό νόμο, συνδέοντάς τον άμεσα με την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας. Οπως γράφεται, «δεδομένου ότι ορισμένα από τα θέματα αυτά συνδέονται στενά με τις στρατηγικές του κράτους για τον εκσυγχρονισμό της ελληνικής οικονομίας και τη βελτίωση του συστήματος επαγγελματικής κατάρτισης, η ενίσχυση ενός ουσιαστικού και εποικοδομητικού τριμερούς κοινωνικού διαλόγου είναι απαραίτητη. Σε αυτό το πλαίσιο μια συζήτηση για τα προβλήματα του νόμου που αφορά στη συνδικαλιστική δράση μπορεί να είναι χρήσιμη».

Με ποιους θα πας και ποιους θ' αφήσεις;
Μια ουσιαστική πλευρά της «κοινής δήλωσης» των «κοινωνικών εταίρων» είναι η συμφωνία της ΓΣΕΕ να συμμετέχει στις διαδικασίες αναθεώρησης της εργατικής νομοθεσίας, όπως προβλέπεται από το μνημόνιο. Μάλιστα, στην «κοινή δήλωση», υπάρχει συμφωνία με τους «κοινωνικούς εταίρους» για το χρονοδιάγραμμα και τα στάδια του «κοινωνικού διαλόγου» ανάμεσα σε εργοδότες, συνδικαλιστική πλειοψηφία, κυβέρνηση και κουαρτέτο.
Συγκεκριμένα, στην κοινή δήλωση προτείνεται μια πρώτη συνάντηση ανάμεσα στην επιτροπή των «ειδικών», μετά τη δημοσιοποίηση του πορίσματος, στη συνέχεια μια συνάντηση «μεταξύ των δύο πλευρών της διαπραγμάτευσης και των κοινωνικών εταίρων στη φάση της αρχικής ανταλλαγής απόψεων μεταξύ του υπουργείου και των θεσμών» και μια δεύτερη με την ίδια σύσταση «κατά την πορεία και ιδίως όταν θα πλησιάζει η ολοκλήρωση της διαπραγμάτευσης».
Την ώρα που επείγει η οργάνωση της πάλης των εργαζομένων, όχι μόνο για να αποκρουστεί η νέα επίθεση του κεφαλαίου στα Εργασιακά, αλλά και για να κυριαρχήσουν στις διεκδικήσεις των συνδικάτων επιθετικά αιτήματα, για ανάκτηση των απωλειών και κατάργηση των αντεργατικών νόμων, για μισθούς και δικαιώματα στο ύψος των σύγχρονων αναγκών, η πλειοψηφία της ΓΣΕΕ έχει προκαθορίσει με τους εργοδότες και την κυβέρνηση ακόμα και τα στάδια του «κοινωνικού διαλόγου», μέσα από τον οποίο θα μεθοδευτούν και να επιχειρηθεί να νομιμοποιηθούν οι νέες αλλαγές.
Και όχι μόνο αυτό, αλλά έχει προκαθορίσει και το αποτέλεσμα, συνυπογράφοντας την κοινή δήλωση των «κοινωνικών εταίρων» και διαβεβαιώνοντας τους εργοδότες, την κυβέρνηση και το κουαρτέτο ότι καμία πρόθεση δεν έχει να διεκδικήσει οτιδήποτε έξω από το πλαίσιο που διαγράφεται από το μνημόνιο και το πόρισμα των «ειδικών».
Για του λόγου το αληθές, υπενθυμίζουμε ότι το πόρισμα της επιτροπής των «ειδικών» ξεκαθαρίζει από τις πρώτες κιόλας παραγράφους ότι για τον κατώτερο μισθό και τις κλαδικές Συμβάσεις «δεν συνιστούμε την επιστροφή στο προηγούμενο σύστημα, ιδιαίτερα δε με το ύψος των μισθών που υπήρχε πριν από την κρίση, αλλά έναν εκσυγχρονισμό σύμφωνα με τις ευρωπαϊκές βέλτιστες πρακτικές».
Σε άλλο σημείο, αναφέρει ότι ούτε οι «κοινωνικοί εταίροι» θέλουν «επιστροφή στο παρελθόν» και ότι «κατανοούν τη δύσκολη κατάσταση της ελληνικής οικονομίας και είναι πρόθυμοι να αναλάβουν την ευθύνη, χωρίς να επιστρέψουμε στο παλιό σύστημα».
Δηλαδή, η πλειοψηφία της ΓΣΕΕ ούτε καν συζητάει για κατώτερο μισθό 751 ευρώ για όλους, για επαναφορά των κλαδικών Συμβάσεων στη βάση της νομοθεσίας που υπήρχε πριν την ΠΥΣ του 2012, την κατάργηση όλων των ελαστικών μορφών απασχόλησης, που είναι προϋπόθεση για να μην αμείβεται κανένας εργαζόμενος με μισθό πιο μικρό από τον κατώτερο, για ουσιαστικές αυξήσεις στους μισθούς.
Η πραγματική διαχωριστική γραμμή
Αυτή είναι η βασική διαχωριστική γραμμή που τίθεται αντικειμενικά ανάμεσα στη στάση που κρατάει η πλειοψηφία της ΓΣΕΕ απέναντι στα σχέδια εργοδοσίας - κυβέρνησης - κουαρτέτου για τα Εργασιακά και του πλαισίου πάλης που προβάλλουν Ομοσπονδίες - Εργατικά Κέντρα και Συνδικάτα για την οργάνωση της πάλης με αιχμή τις ΣΣΕ, το οποίο συνυπογράφουν σχεδόν 450 συνδικαλιστικές οργανώσεις, που καλούν αύριο σε συλλαλητήρια σε όλη τη χώρα.
Η πλειοψηφία της ΓΣΕΕ ζητάει «κοινωνικό διάλογο» για τις προαποφασισμένες αντεργατικές ανατροπές, με βάση το πόρισμα των «ειδικών», ενώ τα Συνδικάτα πετάνε στα σκουπίδια το πόρισμα και οργανώνουν την πάλη τους.
Η πλειοψηφία της ΓΣΕΕ λιβανίζει την ΕΕ και τις «βέλτιστες» αντεργατικές πρακτικές της, ενώ τα Συνδικάτα τις απορρίπτουν, ξεκαθαρίζοντας ότι είναι βέλτιστες μόνο για το κεφάλαιο.
Η πλειοψηφία της ΓΣΕΕ ζητάει να μη μειωθούν άλλο οι μισθοί, να παραμείνουν δηλαδή στα σημερινά άθλια επίπεδα, ενώ τα Συνδικάτα παλεύουν για επαναφορά του κατώτερου μισθού στα 751 ευρώ για όλους και για κλαδικές συμβάσεις με αυξήσεις - αποκατάσταση μισθών.
Η πλειοψηφία της ΓΣΕΕ αναλαμβάνει την ευθύνη να μην επιστρέψουμε «στο παλιό σύστημα» σε ό,τι αφορά την εργατική νομοθεσία, ενώ τα Συνδικάτα, με το πλαίσιο πάλης και το σχέδιο νόμου που συνυπογράφουν, παλεύουν να αποκατασταθεί η νομοθεσία για τις συλλογικές διαπραγματεύσεις και να καταργηθούν όλοι οι αντεργατικοί νόμοι.
Η πλειοψηφία της ΓΣΕΕ συμφωνεί να συμμετέχει σε «διάλογο» για την αλλαγή του συνδικαλιστικού νόμου, ενώ τα Συνδικάτα παλεύουν για να μην τολμήσει να απλώσει κανείς το χέρι του στο δικαίωμα στην απεργία, να διευρυνθούν και να προστατευτούν ουσιαστικά τα συνδικαλιστικά δικαιώματα.
Απ' αυτήν τη σκοπιά, σωματεία και εργαζόμενοι χρειάζεται να σκεφτούν σοβαρά και να τοποθετηθούν με ευθύνη απέναντι στην επίθεση που ξεδιπλώνεται. Η πρωτοβουλία των Ομοσπονδιών και των Εργατικών Κέντρων, που στηρίζεται ήδη από εκατοντάδες συνδικαλιστικές οργανώσεις και τα αυριανά συλλαλητήρια σε όλη τη χώρα, είναι μια καλή «μαγιά» για τη συνέχεια. Η δράση αυτή μπορεί να ανοίξει δρόμους αν διευρυνθεί, εμπλουτιστεί και αποκτήσει πιο σταθερά χαρακτηριστικά, στην προοπτική της απεργιακής κλιμάκωσης.
http://www.rizospastis.gr/ 


ΠΡΕΖΑ TV
16-10-2016

Δεν υπάρχουν σχόλια: