Πέμπτη, Δεκεμβρίου 31, 2009

ΑΝΟΙΓΟΥΝ ΣΙΓΑ ΣΙΓΑ ΣΙΓΑ ΟΙ ΦΑΚΕΛΟΙ ΤΟΥ FOREIGN OFFICE ΓΙΑ ΤΟ ΕΛΛΗΝΟΤΟΥΡΚΙΚΟ...


Στις 23 Ιανουαρίου, 1979, ο Ιωάννης Τζούνης, γενικός διευθυντής του υπουργείου των Εξωτερικών, συναντήθηκε με τον Ιαν Σάδερλαντ. Κατά τη συνάντηση εκείνη τον ενημέρωσε για τις ελληνοτουρκικές συνομιλίες της Βιέννης (9 - 12 Ιανουαρίου,1979) που αφορούσαν τις διαφορές των δύο χωρών για την υφαλοκρηπίδα του Αιγαίου. «Αν οι δύο πλευρές δεν μετριάσουν σημαντικά τις θέσεις τους, είναι δύσκολο να αντιληφθώ την πρόοδο που μπορεί να σημειωθεί στις διμερείς διαπραγματεύσεις», σημειώνει στην αναφορά του προς το Φόρεϊν Οφις ο Βρετανός πρέσβης στην Αθήνα τέσσερις μέρες μετά τη συνάντησή του με τον Τζούνη στο υπουργείο των Εξωτερικών (FCO9/2841, 27 Ιανουαρίου 1979). Ο Σάδερλαντ πάντως εκτιμούσε ότι η ελληνική κοινή γνώμη, παρά τις διαφωνίες μεταξύ των δύο αντιπροσωπειών στη Βιέννη, δεν απέκλειε την επίτευξη συμφωνίας.

Παράλληλα υπογράμμιζε ότι θα ήταν πολύ δύσκολο για τις κυβερνήσεις των δύο χωρών να μην παραδεχθούν δημόσια ότι οι συνομιλίες για την υφαλοκρηπίδα αλλά και για τον εναέριο χώρο του Αιγαίου είχαν περιέλθει σε αδιέξοδο. Σχεδόν ένα μήνα αργότερα και μετά τη γνωμοδότηση της νομικής υπηρεσίας του βρετανικού υπουργείου των Εξωτερικών, ο Τίμοθι Ντάουντ της Διεύθυνσης Νότιας Ευρώπης τόνιζε σε επιστολή του προς τον Σάδερλαντ: «Είναι δύσκολο να παρέχουμε ενδείξεις για το ποια πλευρά έχει δίκιο. Δεν θεωρώ ότι θα είναι χρήσιμο να κάνουμε σχετικές προτάσεις, έστω και ανεπίσημες, σε κανένα από τα δύο μέρη» (FCO9/2841, 22 Φεβρουαρίου 1979). Ο αξιωματούχος του Φόρεϊν Οφις σημείωνε ότι πάγια πολιτική της Βρετανίας ήταν η μη παρέμβαση στις διμερείς διαφορές. Εξάλλου, κατά τον Ντάουντ, το Ηνωμένο Βασίλειο αντιμετώπιζε παρεμφερή προβλήματα -«υψίστης εθνικής σημασίας»- και το Φόρεϊν Οφις δεν θα ήθελε να δεσμευθεί με απόψεις που τυχόν στο μέλλον θα δημιουργούσαν προβλήματα στις βρετανικές κυβερνήσεις. «Αυτό που πρέπει να κάνουμε, ως παρατηρητές, είναι να παροτρύνουμε τις δύο πλευρές να συνεχίσουν τις συνομιλίες», γράφει ο Τίμοθι Ντάουντ. Στις 31 Μαΐου,1979, ο υπουργός των Εξωτερικών Γεώργιος Ράλλης συναντήθηκε με τον Βρετανό ομολογό του λόρδο Κάρινγκτον στη Χάγη. Από τα πρακτικά της συνάντησης γίνεται σαφές ότι ο αρχηγός των συμμαχικών δυνάμεων του ΝΑΤΟ Αλεξάντερ Χέιγκ είχε προτείνει στον αρχηγό ΓΕΕΘΑ Ιωάννη Ντάβο - «όλα τα ελληνικά νησιά του Αιγαίου, εκτός από δύο, να περιέλθουν υπό ξένη στρατιωτική δίοικηση».

Η πρόταση αυτή είχε γίνει με στόχο την άρση των τουρκικών αντιρρήσεων για την επάνοδο της Ελλάδας στο στρατιωτικό σκέλος του ΝΑΤΟ (FCO9/2841, 31 Μαΐου 1979) «Ηταν μια απαράδεκτη πρόταση. Η Ελλάδα δεν μπορεί να αποδεχθεί ότι την άμυνα μέρους του εδάφους της θα αναλάβουν τρίτοι. Η χώρα είναι πρόθυμη να περιμένει για την επανένταξή της στη Συμμαχία, και δεν εξαρτάραι από εμάς πόσο καιρό θα περιμένουμε», επισημαίνει Γεώργιος Ράλλης στον Κάρινγκτον. Και ο Ελληνας υπουργός των Εξωτερικών υπογραμμίζει: «Οι Τούρκοι πήραν το δάνειο από τον ΟΟΣΑ και κανένας δεν επιχείρησε να τους εμποδίσει. Αν θέλουμε να ενισχύσουμε τη Συμμαχία, κάτι πρέπει να γίνει για να ενδυναμούσε τη συνεργασία στη νοτιοανατολική πτέρυγα του ΝΑΤΟ. Χωρίς την επανενσωμάτωση της Ελλάδας αυτό θα είναι αδύνατο. Οι Αμερικανοί και οι Γερμανοί δίνουν οικονομική βοήθεια στους Τούρκους. Δεν έχουμε αντίρρηση να συνεχίσουν την παροχή βοήθειας προς την Τουρκία, αλλά παράλληλα να κάνουν σαφές στην Αγκυρα ότι οφείλει να προχωρήσει σε παραχωρήσεις για να λυθεί το πρόβλημα του Αιγαίου».

ΠΡΕΖΑ TV
31-12-2009

Δεν υπάρχουν σχόλια: