Το φυσικό περιβάλλον στη λίμνη Κουμουνδούρου και τη γύρω περιοχή δέχεται πιέσεις λόγω του είδους ή/και της κακής λειτουργίας παρακείμενων ανθρωπογενών δραστηριοτήτων. Η πρόσφατη επιστημονική έρευνα (ΕΛΚΕΘΕ, Γεωπονικό Πανεπιστήμιο, Πανεπιστήμιο Αθηνών, Πολυτεχνείο Κρήτης, ΙΓΜΕ κ.ά.) με πρωτοβουλία και της αυτοδιοίκησης (Αναπτυξιακός Σύνδεσμος Θριασίου Πεδίου) έχει καταγράψει ρύπανση από πετρελαιοειδή και στραγγίσματα αποβλήτων. Στις καταγεγραμμένες ή/και πιθανές πηγές συμπεριλαμβάνονται οι γειτονικές πετρελαϊκές εγκαταστάσεις παραγωγής ή/και αποθήκευσης, καθώς και οι αποθέσεις του ΧΑΔΑ και «ΧΥΤΑ» Ανω Λιοσίων. Τα ευρήματα σε ιζήματα, νερά και έμβια όντα είναι ανησυχητικά, όμως η φυσική αναγεννητική ικανότητα (πλούσια υπόγεια τροφοδοσία σε νερό) εκπλήσσει. Οι πρόσφατες καταγραφές ορνιθοπανίδας, που προσελκύει διαρκώς περισσότερους επισκέπτες, αποτελούν τη σαφέστερη μακροσκοπική απόδειξη της σημασίας της λίμνης Κουμουνδούρου ως ανεκτίμητου φυσικού πόρου - υγροβιότοπου για την πρωτεύουσα. Η διατήρηση της αρχαίας Ιεράς Οδού (δύο κλάδοι) σφραγίζει την ταυτότητα της γύρω περιοχής και επιβάλλει την ανάδειξη του αρχαιολογικού χώρου. Συνδυαζόμενη με την ουσιαστική προστασία του Ποικίλου Ορους και του όρους Αιγάλεω, καθώς και με την αποκατάσταση και διευκόλυνση πρόσβασης στο θαλάσσιο μέτωπο Σκαραμαγκά, μπορεί να οδηγήσουν σε προστασία με ήπια αναψυχή. Αυτά δίχως να αποκλείεται η λειτουργία παραγωγικών μονάδων εφόσον σέβονται και τηρούν τις βέλτιστες διαθέσιμες πρακτικές προστασίας και αντιμετώπισης περιβαλλοντικών προβλημάτων.
Τι πρέπει όμως να γίνει ώστε να διασφαλιστεί το περιβάλλον αποτελεσματικά:
1Εφαρμογή της υπάρχουσας νομοθεσίας για το φυσικό περιβάλλον και τη λειτουργία των παραλίμνιων και γειτονικών εγκαταστάσεων.
2Συγκέντρωση και παράθεση από πλευράς των επίσημων φορέων όλων των διαθέσιμων πληροφοριών και γνώσεων ή/και εκτιμήσεων για προβλήματα και πιθανές λύσεις (1ο στάδιο σύνθεσης).
3Συστηματική περαιτέρω καταγραφή και παρακολούθηση των περιβαλλοντικών χαρακτηριστικών της λίμνης.
4Ανοιγμα των βιομηχανικών και στρατιωτικών εγκαταστάσεων στον περιβαλλοντικό έλεγχο, κάτι που επιβάλλεται από τις σύγχρονες απόψεις «Εταιρικής Κοινωνικής Ευθύνης», σαφώς προβλέπεται από τη νομοθεσία (τουλάχιστον «ο ρυπαίνων να πληρώνει» αναλόγως της ιστορικής συνεισφοράς του...) και αφορά και την υγεία του πληθυσμού, δηλαδή την άμυνα. (Εξαιρετικά θετική είναι η πρόσφατη απάντηση του ΥΕΘΑ για τη δυνατότητα επίσκεψης στον χώρο, κάτι που πρέπει να αποσαφηνιστεί και ως προς τη δυνατότητα διενέργειας επιστημονικών εργασιών, π.χ. δειγματοληψίες με πλωτά μέσα κ.ά.)
Τα παραπάνω μικρού κόστους μέτρα θα οδηγήσουν στην οριστικοποίηση προτάσεων συντηρητικής ή ριζικής, άμεσης ή/και μακροχρόνιας παρέμβασης στη λίμνη και τη γύρω περιοχή για την αποτροπή ή/και τον περιορισμό ρυπάνσεων, καθώς και τη βέλτιστη -περιβαλλοντικά φιλική- ανάδειξή της (π.χ. ρυθμίσεις επισκεψιμότητας κ.ά.) (2ο στάδιο σύνθεσης).
Η εκπόνηση Ειδικής Περιβαλλοντικής Μελέτης (ΕΠΜ) και η συμπλήρωση του νομοθετικού πλαισίου χαρακτηρισμού της περιοχής ως προστατευόμενης, σε εφαρμογή του 1650/86, θα συνεισφέρει στην περιβαλλοντική προστασία και διαχείριση της λίμνης και θα καλύψει την «αμέλεια» μη ένταξης στους ονοματισμένους υγροβιότοπους της χώρας. Μαζί και με το καθεστώς αρχαιολογικής προστασίας (ήδη από το 1974), τον Ν. 2742/99 αρ. 21 (παρά την κακή έως τώρα εφαρμογή του -και εδώ σημειώνεται πως η περιοχή υπάγεται σε καθεστώς περιοχής «ιδιαίτερου φυσικού κάλλους», αλλά και «καταφυγίου άγριας ζωής» και συνεπώς έπρεπε να έχει χαρακτηριστεί «ζώνη Α απόλυτης προστασίας», σε συνέπεια και της συνταγματικής επιταγής) και την επικαιροποίηση παλαιότερης πρότασης του ΟΡΣΑ (1991), μπορούν να συμπληρώσουν το πλαίσιο αειφορικής διαχείρισης, προστασίας και περιβαλλοντικής αποκατάστασης. Τι πρέπει επίσης να προστατευτεί:
α Η τροφοδοσία της λίμνης μέσω των υπόγειων υδάτων απαιτεί θεώρηση σε κλίμακα υδρολογικής και υδρογεωλογικής λεκάνης και κατ' ελάχιστον έλεγχο των υπόγειων υδάτων σε ασφαλή απόσταση για την προειδοποίηση και λήψη μέτρων σε περίπτωση άφιξης ρυπαντικού φορτίου.
β Οι όχθες, οι πλαγιές και το τοπίο γύρω από τη λίμνη, τοπίο που δυστυχώς ήδη έχει σημαδευτεί και από αχρηστευμένα οδικά έργα, ενώ έπονται και νέες παρεμβάσεις.
γ Η λειτουργία λατομείου για «εργοταξιακή» χρήση, τα συνεπαγόμενα μπάζα και οι λοιπές εκσκαφές επιβαρύνουν την ποιότητα του νερού και το ίζημα, απειλώντας με πλήρωση τη λίμνη. Αυτό δηλαδή που αποφεύχθηκε στις αρχές του '70, το περαιτέρω μπάζωμα της λίμνης, όπως συνέβη στην περίπτωση της «δίδυμής» της (Ανω Ρειτής, σήμερα ΕΛΠΕ) πρέπει να διασφαλιστεί - αποτραπεί με κατάλληλα μέτρα και έργα (π.χ. μικρά φράγματα συγκράτησης φερτών).
Τι είναι επίσης αναγκαίο; Η δημοσιοποίηση όλων των πληροφοριών, μελετών, στοιχείων σε ιστοσελίδα με ευθύνη ενός φορέα-συντονιστή, και παρότρυνση/υποχρέωση όλων των φορέων που χρηματοδοτούνται από δημόσιους πόρους, εταιρειών που παρακολουθούν περιβαλλοντικές παραμέτρους της λειτουργίας τους στο πλαίσιο των εγκεκριμένων περιβαλλοντικών όρων ή και για άλλους λόγους να αναρτούν/στέλνουν κάθε νεότερη πληροφορία.
Ολα τα παραπάνω στοχεύουν στη διασφάλιση λειτουργίας της λίμνης ως «καναρίνι στο ορυχείο», εν προκειμένω στο όριο Θριάσιου - λεκανοπεδίου Αθηνών. Ας βιαστούμε λοιπόν, προτού «χαλάσει ο ανιχνευτής». Το βέβαιο είναι πως η λίμνη Κουμουνδούρου, χάρη και στις επίμονες προσπάθειες τοπικών περιβαλλοντικών πρωτοβουλιών (ΟΙΚΟΠΟΛΙΣ, Διαρκής Κίνηση Χαϊδαρίου), ξαναμπήκε στον χάρτη, εκεί που ήταν πάντα: ανάμεσα στην Αθήνα και την Ελευσίνα. Περιμένει τους φίλους του περιβάλλοντος, κι ας μην είναι μύστες...
Του ΚΙΜΩΝΑ Ε. ΦΟΥΝΤΟΥΛΗ-Γεωλόγος
ΠΡΕΖΑ TV
10-8-2010
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου