Το «κυνήγι της ύλης» σκοτώνει το σχολείο. Μεγάλη έρευνα του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου, , επιβεβαιώνει τις εισηγήσεις που δέχεται ο υπουργός Παιδείας και δικαιώνει το βασικό προσανατολισμό του Συμβουλίου Μπαμπινιώτη για μείωση της ύλης.
Για την ανεπάρκεια του σχολικού χρόνου διαμαρτυρήθηκαν όλοι οι ερωτηθέντες, μαθητές, εκπαιδευτικοί, διευθυντές σχολείων, σχολικοί σύμβουλοι, προϊστάμενοι διευθύνσεων.
Ο χρόνος που αφιερώνεται στη διδασκαλία κάθε μαθήματος δεν επαρκεί για να κατανοήσουν την ύλη οι μαθητές του Λυκείου. Το 57% των ερωτηθέντων απάντησε αρνητικά στη σχετική ερώτηση. Εντελώς διαφορετική είναι η εικόνα όταν απαντούν στην ίδια ερώτηση οι μαθητές των Γυμνασίων.
Το 70% δήλωσε ότι δεν έχει πρόβλημα με την κατανόηση της ύλης.
Για τα σχολικά βιβλία οι εκπαιδευτικοί δεν έχουν πολλά καλά λόγια. Αν και το 59% θεωρεί ότι τα βιβλία «περιέχουν έγκυρη επιστημονική γνώση», μόνο 4 στους 10 πιστεύουν ότι «ανταποκρίνονται στα ενδιαφέροντα των μαθητών και προωθούν την κριτική σκέψη».
Οι 6 στους 10 δεν τα θεωρούν «ευχάριστα από αισθητική άποψη», ενώ οι 7 στους 10 πιστεύουν ότι οι διδακτικές προσεγγίσεις που προτείνουν τα βιβλία «δεν ανταποκρίνονται στις συνθήκες εργασίας της τάξης», είναι εκτός σχολικής πραγματικότητας.
«Απαξιώνονται τα βιβλία και τα παιδιά από την Α’ Δημοτικού. Θέλουν λυσάρι σε κάθε μάθημα (…).
Τα βιβλία είναι έτσι φτιαγμένα ώστε να μη διευκολύνουν την αυτόνομη λειτουργία του μαθητή», είναι η άποψη γονέα που συμμετείχε με συνέντευξή του στην έρευνα του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου.
Η διδακτική πράξη, συμπέραναν οι ερευνητές, φαίνεται να παραμένει κυρίως στο Λύκειο αρκετά «θεωρητική, παραδοσιακή και προσκολλημένη σε μεθόδους που εν μέρει ανταποκρίνονται στις επίσημες προδιαγραφές». Αυτό συσχετίζεται με παράλληλο συμπέρασμα της έρευνας ότι ο νέος διδακτικός προσανατολισμός που προτείνουν τα σημερινά αναλυτικά προγράμματα σπουδών «δεν φαίνεται να διαμορφώνει ένα νέο εκπαιδευτικό κλίμα στα σχολεία, καθώς οι εκπαιδευτικοί της υποχρεωτικής εκπαίδευσης είναι επιφυλακτικοί ως προς την επιβαλλόμενη καινοτομία».
«Κάποιοι καθηγητές ασχολούνται με συγκεκριμένα παιδιά, αυτά που έχουν υψηλή βαθμολογία, τα άλλα τα παραμελούν», είναι το παράπονο μαθητή που έδωσε συνέντευξη στους ερευνητές του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου. Εξι στους δέκα καθηγητές του Γυμνασίου και του Λυκείου δηλώνουν ότι «στο ελληνικό σχολείο δεν καλλιεργείται η ανάπτυξη της κριτικής σκέψης των μαθητών».
Συντριπτικά είναι τα ποσοστά των θετικών απαντήσεων στο ερώτημα εάν η επιτυχία των μαθητών στις εισαγωγικές εξετάσεις οφείλεται κυρίως στη φροντιστηριακή τους προετοιμασία. Θετικά απάντησαν το 71% των δασκάλων, το 56% των καθηγητών Γυμνασίου, το 74% των γονέων.
Σε πείσμα όλων αυτών, οι «θιγόμενοι» από την απαξίωση της δικής τους συμβολής στην επιτυχία των μαθητών τους, οι καθηγητές των Λυκείων, απάντησαν αρνητικά στο παραπάνω ερώτημα σε ποσοστό 63%.
Απογοητευτικά είναι τα αποτελέσματα της έρευνας για τη χρήση των νέων τεχνολογιών στα σχολεία. Το 64% των εκπαιδευτικών απάντησε ότι δεν χρησιμοποιεί εκπαιδευτικό λογισμικό, το 60% δεν χρησιμοποιεί ηλεκτρονικό ταχυδρομείο, αλλά το 57% χρησιμοποιεί εκπαιδευτική πύλη.
Η έρευνα πραγματοποιήθηκε από το Τμήμα Ποιότητας της Εκπαίδευσης του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου,
ξεκίνησε το 2005 και ολοκληρώθηκε το 2008.
ΤΑ ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ ΔΙΚΑ ΣΑΣ....ΕΛΠΙΖΟΥΜΕ ΚΑΠΟΤΕ ΝΑ ΑΚΟΥΣΤΟΥΝ ΚΑΙ ΟΙ ΦΩΝΕΣ ΤΩΝ ΜΑΘΗΤΩΝ...
ΠΡΕΖΑ TV
16-5-2009
Για την ανεπάρκεια του σχολικού χρόνου διαμαρτυρήθηκαν όλοι οι ερωτηθέντες, μαθητές, εκπαιδευτικοί, διευθυντές σχολείων, σχολικοί σύμβουλοι, προϊστάμενοι διευθύνσεων.
Ο χρόνος που αφιερώνεται στη διδασκαλία κάθε μαθήματος δεν επαρκεί για να κατανοήσουν την ύλη οι μαθητές του Λυκείου. Το 57% των ερωτηθέντων απάντησε αρνητικά στη σχετική ερώτηση. Εντελώς διαφορετική είναι η εικόνα όταν απαντούν στην ίδια ερώτηση οι μαθητές των Γυμνασίων.
Το 70% δήλωσε ότι δεν έχει πρόβλημα με την κατανόηση της ύλης.
Για τα σχολικά βιβλία οι εκπαιδευτικοί δεν έχουν πολλά καλά λόγια. Αν και το 59% θεωρεί ότι τα βιβλία «περιέχουν έγκυρη επιστημονική γνώση», μόνο 4 στους 10 πιστεύουν ότι «ανταποκρίνονται στα ενδιαφέροντα των μαθητών και προωθούν την κριτική σκέψη».
Οι 6 στους 10 δεν τα θεωρούν «ευχάριστα από αισθητική άποψη», ενώ οι 7 στους 10 πιστεύουν ότι οι διδακτικές προσεγγίσεις που προτείνουν τα βιβλία «δεν ανταποκρίνονται στις συνθήκες εργασίας της τάξης», είναι εκτός σχολικής πραγματικότητας.
«Απαξιώνονται τα βιβλία και τα παιδιά από την Α’ Δημοτικού. Θέλουν λυσάρι σε κάθε μάθημα (…).
Τα βιβλία είναι έτσι φτιαγμένα ώστε να μη διευκολύνουν την αυτόνομη λειτουργία του μαθητή», είναι η άποψη γονέα που συμμετείχε με συνέντευξή του στην έρευνα του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου.
Η διδακτική πράξη, συμπέραναν οι ερευνητές, φαίνεται να παραμένει κυρίως στο Λύκειο αρκετά «θεωρητική, παραδοσιακή και προσκολλημένη σε μεθόδους που εν μέρει ανταποκρίνονται στις επίσημες προδιαγραφές». Αυτό συσχετίζεται με παράλληλο συμπέρασμα της έρευνας ότι ο νέος διδακτικός προσανατολισμός που προτείνουν τα σημερινά αναλυτικά προγράμματα σπουδών «δεν φαίνεται να διαμορφώνει ένα νέο εκπαιδευτικό κλίμα στα σχολεία, καθώς οι εκπαιδευτικοί της υποχρεωτικής εκπαίδευσης είναι επιφυλακτικοί ως προς την επιβαλλόμενη καινοτομία».
«Κάποιοι καθηγητές ασχολούνται με συγκεκριμένα παιδιά, αυτά που έχουν υψηλή βαθμολογία, τα άλλα τα παραμελούν», είναι το παράπονο μαθητή που έδωσε συνέντευξη στους ερευνητές του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου. Εξι στους δέκα καθηγητές του Γυμνασίου και του Λυκείου δηλώνουν ότι «στο ελληνικό σχολείο δεν καλλιεργείται η ανάπτυξη της κριτικής σκέψης των μαθητών».
Συντριπτικά είναι τα ποσοστά των θετικών απαντήσεων στο ερώτημα εάν η επιτυχία των μαθητών στις εισαγωγικές εξετάσεις οφείλεται κυρίως στη φροντιστηριακή τους προετοιμασία. Θετικά απάντησαν το 71% των δασκάλων, το 56% των καθηγητών Γυμνασίου, το 74% των γονέων.
Σε πείσμα όλων αυτών, οι «θιγόμενοι» από την απαξίωση της δικής τους συμβολής στην επιτυχία των μαθητών τους, οι καθηγητές των Λυκείων, απάντησαν αρνητικά στο παραπάνω ερώτημα σε ποσοστό 63%.
Απογοητευτικά είναι τα αποτελέσματα της έρευνας για τη χρήση των νέων τεχνολογιών στα σχολεία. Το 64% των εκπαιδευτικών απάντησε ότι δεν χρησιμοποιεί εκπαιδευτικό λογισμικό, το 60% δεν χρησιμοποιεί ηλεκτρονικό ταχυδρομείο, αλλά το 57% χρησιμοποιεί εκπαιδευτική πύλη.
Η έρευνα πραγματοποιήθηκε από το Τμήμα Ποιότητας της Εκπαίδευσης του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου,
ξεκίνησε το 2005 και ολοκληρώθηκε το 2008.
ΤΑ ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ ΔΙΚΑ ΣΑΣ....ΕΛΠΙΖΟΥΜΕ ΚΑΠΟΤΕ ΝΑ ΑΚΟΥΣΤΟΥΝ ΚΑΙ ΟΙ ΦΩΝΕΣ ΤΩΝ ΜΑΘΗΤΩΝ...
ΠΡΕΖΑ TV
16-5-2009
e-tipos
1 σχόλιο:
όσο εξακολουθεί το ίδιο το σχολικό σύστημα να ζητά και να προάγει την 'παπαγαλία' θα παραμένουν κακογραμμένα τα βιβλία, η ύλη υπέρογκη κοκ.
Η αλλαγή πρέπει να έλθει μέσα από τους στόχους της διδασκαλίας, ένας απο αυτούς είναι και η απόκτηση γνώσης.
Τώρα τα αποτελέσματα της έρευνας ίδια θα ήταν και πριν 20 ή 30 χρόνια. Απλά δεν ενδιαφέρεται κανείς
Δημοσίευση σχολίου