Πώς υποδέχτηκε η κινηματογραφική κοινότητα το νομοσχέδιο για τον κινηματογράφο; Ηταν η πρόταση του Παύλου Γερουλάνου στο ύψος των προσδοκιών εκείνων που διεκδίκησαν μαχητικά μια νέα σελίδα για το ελληνικό σινεμά; Και πώς εξελίχθηκε η ιντερνετική -και παρθενική για πολιτιστικό ζήτημα- διαβούλευση που ακολούθησε;
Εδωσε καρπούς ή έριξε κι άλλο λάδι στη φωτιά; Αν κρίνουμε από τα δεκάδες σχόλια, τις καλοπροαίρετες παρατηρήσεις αλλά και τ' αναθέματα που είδαν το φως κατά τη διαδικασία του opengov.gr, η ένταση στο χώρο δεν έχει κοπάσει. Αντίστοιχα ισχυρή, όμως, φαίνεται πως είναι και η βούληση του ΥΠΠΟ να γίνει το νομοσχέδιο νόμος του κράτους, χωρίς ν' αλλοιωθούν τα βασικά του χαρακτηριστικά.
Ποια είναι αυτά; Κατ' αρχήν, η δημιουργία πολλαπλών πηγών χρηματοδότησης. Ο τακτικός «κουμπαράς» του Ελληνικού Κέντρου Κινηματογράφου ενισχύεται σημαντικά κι από μια μεγάλη, αναξιοποίητη ως τώρα δεξαμενή: τα έσοδα του ειδικού φόρου στην τιμή των εισιτηρίων που κόβονται στις αίθουσες πανελλαδικά. Από αυτήν, και με αυτόματο πλέον τρόπο, θ' αντλούν κεφάλαια και οι εταιρείες κινηματογραφικών παραγωγών, με πριμοδοτούμενες τις ταινίες που έχουν εξασφαλίσει μέχρι και 50.000 θεατές. Μ' άλλα λόγια, άλλη μεταχείριση θα 'χουν τα εγχώρια μπλοκ-μπάστερ κι άλλη τα έργα καλλιτεχνικών αξιώσεων σαν τον «Κυνόδοντα» ή τη «Στρέλλα» για παράδειγμα, τα οποία, αν ίσχυε σήμερα ο νόμος, θα έφερναν πίσω στους παραγωγούς τους (προσοχή: όχι στους σκηνοθέτες τους) από 80.000 ευρώ.
Μια δεύτερη, επίσης τεράστια δεξαμενή, που το νομοσχέδιο φιλοδοξεί να ενεργοποιήσει, είναι το 1,5% από το ανταποδοτικό τέλος που καταβάλλουμε στην ΕΡΤ (γύρω στα 4,5 εκατ. ευρώ με τα σημερινά δεδομένα) και το 1,5% από τα διαφημιστικά έσοδα των ιδιωτικών τηλεοπτικών καναλιών. Αντίστοιχες υποχρεώσεις δημιουργούνται τόσο για τα συνδρομητικά κανάλια όσο και για τις εταιρείες κινητής τηλεφωνίας. Εδώ, όμως, ακόμα και οι πιο ένθερμοι υποστηρικτές του νομοσχεδίου κρατούν μικρό καλάθι, και δικαίως, αφού πουθενά δε γίνεται λόγος για κυρώσεις όσων παρανομούν. Αυτές υποτίθεται πως θα τις ρυθμίσει αργότερα σχετική υπουργική απόφαση. Η πραγματικότητα, όμως, έχει δείξει πως πρόκειται για στόχο ανέφικτο. Εξ ου και το παραθυράκι που αφήνει το νομοσχέδιο στα ιδιωτικά κανάλια να διοχετεύουν το 0,75% του τζίρου τους όχι στην παραγωγή, αλλά στη διαφημιστική προώθηση των ελληνικών ταινιών...
Χωρίς συνδικαλιστές
Η πιο ακανθώδης καινοτομία, που φέρνει τα πάνω κάτω στο τοπίο, όπως είχε διαμορφωθεί εδώ και 24 χρόνια, είναι ο εξοβελισμός των συνδικαλιστών από τη διοίκηση του ΕΚΚ. Σε αντίθεση με τους προκατόχους του, ο Π. Γερουλάνος φάνηκε ιδιαίτερα αποφασιστικός στο συγκεκριμένο σημείο, μ' ό,τι αντιδράσεις αυτό συνεπάγεται όχι μόνο από τα σωματεία αλλά και από το αποκαλούμενο «βαθύ» ΠΑΣΟΚ. Το ΕΚΚ μετατρέπεται από Α.Ε. σε ΝΠΙΔ, όπως και το Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, αποκτώντας και τα δύο κάμποσες διευθύνσεις στους κόλπους τους. Κι όλα τα μέλη του δ.σ. του -είτε «από το χώρο των τεχνών, των γραμμάτων και των επιστημών» είτε «με αξιόλογη πείρα στη διοίκηση οργανισμών κι επιχειρήσεων»- θα ορίζονται απευθείας από τον υπουργό πολιτισμού.
Το ίδιο προβλέπεται και για τον γενικό διευθυντή του Κέντρου, ο οποίος πρέπει να είναι «πρόσωπο αναγνωρισμένου κύρους από το χώρο του ελληνικού ή του παγκόσμιου κινηματογράφου». Την ώρα ωστόσο που γράφονταν αυτές οι γραμμές, μέλος της νομοπαρασκευαστικής επιτροπής μας πληροφορούσε ότι, ανάμεσα στις προτάσεις που κατατέθηκαν στη διαβούλευση κι ενδέχεται να υιοθετηθούν απ' το ΥΠΠΟ είναι κι αυτή: να είναι το δ.σ που επιλέγει τον γενικό διευθυντή, κι όχι ο υπουργός.
Οπως ήταν αναμενόμενο, με την εξαίρεση του σωματείου ελλήνων σκηνοθετών-παραγωγών, όλα τα υπόλοιπα σωματεία του χώρου απέρριψαν το νομοσχέδιο στο σύνολό του, ενώ κριτική ήταν κι η στάση των Μ. Ζαχαρία, Γ. Μπακογιαννόπουλου, Κ. Βρεττάκου, Μ. Ευστρατιάδη και Δ. Χρονόπουλου, οι οποίοι από την εποχή της Μελίνας μέχρι πρότινος, θήτευσαν ως επικεφαλής του ΕΚΚ ή ως σύμβουλοι κινηματογραφίας. Κάποιες από τις προτάσεις τους, όμως, ως προς τη στήριξη των παραδοσιακών αιθουσών προβολής και την απάλειψη της διάταξης περί «μητρώου παραγωγών», φαίνεται πως θα πιάσουν τόπο. Η έκκληση, πάντως, για την οικονομική διασφάλιση της Ταινιοθήκης της Ελλάδας, την οποία έχει προσυπογράψει και ο Θόδωρος Αγγελόπουλος, απ' ό,τι μαθαίνουμε, έχει πέσει στο κενό.
Οι «Κινηματογραφιστές της Ομίχλης», όπως και η νεοσύστατη Ελληνική Ακαδημία Κινηματογράφου, είδαν το νομοσχέδιο σε γενικές γραμμές θετικά. Ωστόσο, και οι δύο αυτές ομάδες που συγκεντρώνουν σήμερα το πιο δραστήριο κομμάτι του ελληνικού σινεμά, ζητούν άμεση εφαρμογή των φορολογικών κινήτρων (tax shelter) που προβλέπονται σε άλλον νόμο της κυβέρνησης αλλά δεν έχουν τεθεί σ' εφαρμογή ακόμη και για τα οποία, στο κινηματογραφικό νομοσχέδιο, δεν γίνεται καμιά αναφορά.
Οι «Ομιχλιστές» διάβασαν στην πλειονότητά τους το νομοσχέδιο σαν έναν νόμο-πλαίσιο κι ευελπιστούν ότι μια σειρά από κρίσιμα θέματα θα ρυθμιστούν με τον νέο εσωτερικό κανονισμό του ΕΚΚ. Αντίθετοι κι οι ίδιοι σε κάθε απόπειρα να γίνει «κλειστό» το επάγγελμα του παραγωγού, ευελπιστούν για τη «διαφύλαξη της πολυφωνίας» του ελληνικού κινηματογράφου, για τη «στήριξη της ανεξάρτητης διανομής» όπως και για την «διεθνή προβολή της ελληνικής ταινίας» στο Φεστιβάλ της Θεσσαλονίκης.
Υπήρξαν ωστόσο και «ομιχλιστές», σαν τον σκηνοθέτη Σπύρο Ταραβήρα, που δραστηριοποιείται επί δεκαετίες στη Γερμανία, που στάθηκαν πολύ πιο επιφυλακτικοί. Σύμφωνα με τον τελευταίο, «με τον νέο νόμο, σε αντίθεση με τους παραγωγούς, οι σκηνοθέτες θα βρεθούν στο μηδέν. Γιατί οι σκηνοθέτες και οι σεναριογράφοι να μην εισπράττουν τίποτε από την επιστροφή του φόρου; Γιατί να καταργηθούν τα χρηματικά βραβεία που λειτουργούν συνήθως ως μαγιά για μια επόμενη δουλειά; Σίγουρα, τα συνδικαλιστικά σωματεία δεν πρέπει ν' ασκούν πολιτιστική πολιτική. Γιατί όμως ν' αφανιστεί εντελώς η παρουσία των κινηματογραφιστών από τα κέντρα λήψης αποφάσεων;».
Η Κατερίνα Ευαγγελάκου, μέλος της «Ομίχλης» κι η ίδια, είδε το νομοσχέδιο σαν «ευλογία» που «μας επιτρέπει να πάμε ένα βήμα μπροστά». Οπως, όμως ομολογεί, «παρεμβάσεις σαν του Ταραβήρα και των πέντε "θεσμικών", με βοήθησαν να δω πλευρές του που δεν είχα υποψιαστεί. Οντως, δεν πρέπει η διοίκηση του ΕΚΚ να είναι αποκομμένη από το χώρο μας. Είναι κρίμα και άδικο να μη διασφαλίζεται ρητά το μέλλον της Ταινιοθήκης και η συνέχεια του ελληνικού τμήματος στο Φεστιβάλ. Το θέμα του tax shelter, επίσης, θα έπρεπε να διπλοκλειδωθεί! Προσωπικά, δεν είμαι καθόλου αντίθετη με τα χρηματικά βραβεία και μακάρι να τα θεσμοθετούσαν κι άλλοι φορείς, από το Ιδρυμα Ωνάση ώς την... Coca Cola. Κι ήλπιζα ότι, έστω και σε επίπεδο ευχολογίου, θα υπήρχε και μια αναφορά στην επιτακτική ανάγκη γι' αναβάθμιση της κινηματογραφικής μας παιδείας».
Το παράδειγμα των Γερμανών
Ενδιαφέρουσα όμως ήταν κι η παρέμβαση της Αγγελικής Αντωνίου (βλ. «Δονούσα», «Εντουαρτ») που, όπως και δεκάδες άλλοι συνάδελφοί της, αποχώρησε πέρσι από την Εταιρεία Ελλήνων Σκηνοθετών. Αν και θετική απέναντι στο νομοσχέδιο, βλέπει με σκεπτικισμό τόσο το υπερτροφικό μοντέλο διοίκησης του ΕΚΚ όσο και την παντοδυναμία του εκάστοτε επικεφαλής του. Οπως επισήμανε, συμμετέχοντας στο δημόσιο διάλογο, το ίδιο ακριβώς μοντέλο ισχύει και στο Κέντρο Κινηματογράφου του Βερολίνου. Κι ενώ ο προηγούμενος διευθυντής του αποδείχτηκε... τέλειος, η διάδοχός του «τα θαλάσσωσε»: «Αφέθηκε στη σύναψη φιλικών σχέσεων και προσωπικών προτιμήσεων, διχάζοντας το κινηματογραφικό πεδίο, που έχει καταντήσει πια ποδοσφαιρική αρένα. Στην πάροδο του χρόνου, οι πιο αδύναμοι, οι λιγότερο "συμπαθητικοί", πιθανώς και κάποιοι λιγότερο εμπορικοί κρίκοι, εκτός ελαχίστων εξαιρέσεων, εξαφανίστηκαν. Αν οι Γερμανοί, μ' αυτό το μοντέλο, δεν τα έχουν καταφέρει, τι θα καταφέρουμε εμείς;»
ΠΡΕΖΑ TV
21-11-2010
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου